Του Δημήτρη Μιναρετζή/ info@eurohoops.net
Αυτό αποκάλυψε ο Βασίλης Σπανούλης στις δηλώσεις που έκανε ενόψει του πρώτου αγώνα της Εθνικής για τα προκριματικά του Ευρωμπάσκετ 2025, με τον Ουόκαπ να παίρνει το πρώτο χρίσμα και τον συμπαίκτη του στον Ολυμπιακό, Ναζ Μήτρου-Λονγκ να περιμένει το επόμενο παιχνίδι για το ντεμπούτο του.
Ο νέος κόουτς της “Επίσημης Αγαπημένης” μίλησε για την προετοιμασία της ομάδας του και όλα δεδομένα πριν το επίσημο ντεμπούτο του ως χεντ κόουτς των “γαλανόλευκων”:
«Είναι το πρώτο παιχνίδι για την Εθνική ομάδα με την καινούρια της σύσταση. Τα παιδιά έχουν δουλέψει πολύ καλά εδώ και 2-3 μέρες, πιστεύω πως είμαστε σε ένα πολύ ικανοποιητικό σημείο γι’ αυτό που ζητάμε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Η Τσεχία είναι πολύ καλή ομάδα, ξέρει τι ζητά μέσα στο γήπεδο, είναι πολλά χρόνια μαζί οι παίκτες της. Έχουν έναν πολύ καλό πλέι μέικερ, ένα καλό 5άρι, καλούς σουτέρ. Έχουμε προετοιμαστεί καλά και πιστεύω πως θα είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό που θέλουμε να κάνουμε», τόνισε ο ομοσπονδιακός προπονητής.
Για τα δύο βασικά στοιχεία που θέλει να δει και βλέπει στην ελληνική ομάδα, τόνισε: «Νοοτροπία και αυτοθυσία. Τα παιδιά έχουν δείξει πόσο πολύ θέλουν να παίξουν στην Εθνική ομάδα και πόσο έτοιμοι είναι να θυσιάσουν τον εαυτό τους, το χρόνο συμμετοχής τους ή την κούρασή τους για το καλό της ομάδας».
Αναφερόμενος στον Τόμας Σατοράνσκι, ηγέτη της εθνικής Τσεχίας, είπε:
«Είναι ένας παίκτης που νιώθει πολύ καλά στην Εθνική ομάδα όλα αυτά τα χρόνια. Ίσως παίζει εκεί με διαφορετική ψυχολογία και αυτοπεποίθηση σε σχέση με τις ομάδες του. Είναι ο βασικός τους δημιουργός και ένας παίκτης που οπωσδήποτε πρέπει να κάνουμε καλή δουλειά πάνω του και να τον περιορίσουμε».
Ερωτηθείς, τέλος, για το αν στον αγώνα της Παρασκευής θα είναι διαθέσιμος από τους νατουραλιζέ ο Τόμας Ουόκαπ ή ο Ναζ Μήτρου-Λονγκ απάντησε: «Θα πάμε με τον Τόμας αύριο».
Ουόκαπ: «Σημαίνει πολλά για μένα όταν ακούω τον Εθνικό ύμνο»
Ως προς τη γνώμη του για τα “Παράθυρα” και τη δική του παρουσία: «Είμαι πάντα χαρούμενος και αν μου έλεγαν ότι με χρειάζονται για να κάνω προπόνηση σε κάποιο ρεπό, θα έλεγα: “Βέβαια, θα έρθω”. Αγαπώ να παίζω μπάσκετ. Όταν τελειώσω την καριέρα μου και κοιτάξω πίσω δε θα ήθελα να περάσει από το μυαλό μου ότι… “Αδελφέ μου, έπαιξες στο ένα παράθυρο, δεν έπαιξες στο άλλο, θα μπορούσες να έχεις παίξει σε περισσότερα ματς στην καριέρα σου.
Το μπάσκετ είναι μία τόσο υπέροχη εμπειρία, που είναι κρίμα να περιορίζεις τον εαυτό σου και να μειώνεις τον αριθμό των αγώνων που θα παίξεις στη ζωή σου. Είναι τραγωδία αυτό. Είναι καλή η ξεκούραση, να επαναφέρεις το κορμί σου σε καλή κατάσταση κλπ. κλπ., αλλά η ευκαιρία να παίξεις μπάσκετ, είναι μία ευκαιρία να παίξεις μπάσκετ. Κι αυτό κανείς από εμάς δεν πρέπει να το θεωρεί δεδομένο.»
Για το δέσιμο με τους φίλους της Εθνικής ομάδας: “Δίνουν την ευκαιρία στους παίκτες και την Εθνική ομάδα να δημιουργήσει δεσμούς με τον κόσμο. Αν το καλοσκεφτείς, στον Ολυμπιακό παίζεις για κάποια εκατομμύρια κόσμου από τα 10 που έχει αυτή η χώρα. Όταν όμως παίζεις με την Εθνική ομάδα, παίζεις για κόσμο που δεν είναι οπαδοί και ίσως να μην τρελαίνονται καν για το μπάσκετ. Δεν είναι οπαδοί, είναι απλοί άνθρωποι! Παίζεις για τους πάντες. Εκπροσωπείς ένα πολύ μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Και για αυτό υπάρχει μεγάλη υπερηφάνεια όταν παίζεις για την Εθνική ομάδα. Εκπροσωπείς κάτι πάρα πολύ μεγαλύτερο”.
Για το αν έχεις προλάβει να νιώσει ότι υπάρχουν ανεκπλήρωτοι στόχοι: “Ναι ένα μετάλλιο. Αυτό συζητούσαμε και το προηγούμενο καλοκαίρι. Και φέτος, οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι η πιο σπουδαία αθλητική σκηνή που μπορούμε να βρεθούμε. Κι όταν σκέφτομαι αυτό, το μυαλό μου πάει στους φίλους και την οικογένεια μου που όταν έμαθαν ότι παίρνω το ελληνικό διαβατήριο, το πρώτο, μα το πρώτο πράγμα που με ρώτησαν ήταν: “Δηλαδή μπορείς να παίξεις στους Ολυμπιακούς Αγώνες;” Και φυσικά απάντησα: “Ναι, αυτό είναι. Είναι αυτό ακριβώς”.
Δεν ένιωσαν καθόλου ενοχλημένοι όταν τους ενημέρωσα ότι θα πάρω το ελληνικό διαβατήριο. Κι αυτό συνέβη γιατί γνώριζαν πόσο πολύ μου αρέσει που βρίσκομαι εδώ. Ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά αν τους έλεγα ότι θα πάρω κάποιο οποιοδήποτε, τυχαίο διαβατήριο. Τότε μάλλον θα με ρωτούσαν… “Οκ, γιατί όμως;”. Στην περίπτωση της Ελλάδας όλοι κατάλαβαν. Ξέρουν ότι αγαπώ που είμαι εδώ, ξέρουν ότι θα γυρίσω σε αυτή τη χώρα για να ζήσω το υπόλοιπο της ζωής μου. Οπότε έβγαζε βήμα για όλους η απόφαση μου”.