Του Νίκου Βαρλά/ varlas@eurohoops.net
Οι ελληνικές ομάδες και γενικά το ελληνικό μπάσκετ βρίσκονται σε μια περίεργη φάση, που καθίσταται ακόμα πιο ειδικών συνθηκών λόγω του Covid, που έχει αλλάξει τα… πάντα και τα κάνει ακόμα πιο δύσκολα.
Στην Ευρωλίγκα, έχει περάσει η εποχή που οι δύο αιώνιοι ξεκινούσαν τις χρονιές με ξεκάθαρο στόχο την πρόκριση στο φάιναλ φορ. Υπάρχουν πια πολλές ομάδες που διαθέτουν περισσότερα χρήματα και πολύ πιο ταλαντούχα ρόστερ και πλέον αντικειμενικός στόχος και μάλιστα πραγματικά δύσκολος μπορεί να είναι απλά η παρουσία στα Playoffs.
Τα δύο κλαμπ που επίσης έχουν ευρωπαϊκές φιλοδοξίες στη παρούσα φάση είναι η ΑΕΚ και ο Προμηθέας. Η ΑΕΚ έχει επιλέξει εδώ και χρόνια την διαδρομή να πρωταγωνιστεί στο Champions League, ο Προμηθέας που εξελίσσεται σε περιφερειακό σύλλογο – πρότυπο άλλαξε ρότα κάποια στιγμή και ενσωματώθηκε στο Eurocup, με την πρώτη του σεζόν να είναι άκρως πετυχημένη.
Όταν σκεφτόμαστε τους εκπροσώπους μας στην Ευρώπη πάντα πρέπει να φιλτράρουμε τα δεδομένα και μέσα από το ελληνικό πλαίσιο. Το ελληνικό πρωτάθλημα κάθε χρόνο φθίνει σε οικονομικό επίπεδο, έσοδα και ποιότητα, κάτι που ξεκάθαρα την τελευταία τριετία έχει μειώσει τις αγωνιστικές αποστάσεις και δημιουργεί μεγαλύτερο ανταγωνισμό και περισσότερα κλειστά παιχνίδια, όμως αυτό δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια «παγίδα».
Τίποτα δεν βελτιώνεται ως σύνολο και προοπτική στην ελληνική λίγκα, κάθε φορά επικρατεί όλο και περισσότερο «να βγει η χρονιά και βλέπουμε» και εκκρεμούν ακόμα οι πολύ μεγάλες αλλαγές που απαιτούνται σχεδόν σε όλα τα επίπεδα στο ελληνικό μπάσκετ.
Από τις αναπτυξιακές δομές, μια ομοσπονδία πιο τεχνοκρατική, δημιουργική και προσαρμοσμένη στην πραγματικότητα του 2020 και φυσικά ο ΕΣΑΚΕ που επίσης χρίζει μεγάλων μεταρρυθμίσεων και οφείλει να γίνει πιο επαγγελματικός και δημιουργικός σε όλα του και να αναλάβει και το κομμάτι της διαιτησίας.
Αυτές, όμως, είναι συζητήσεις που τις κάνουμε χρόνια χωρίς καμία πρόοδο και θα μπουν πάλι σε ημερήσια τάξη πριν τις εκλογές στην ΕΟΚ. Ας επιστρέψουμε στα ευρωπαϊκά ταξίδια των ελληνικών ομάδων.
Ο Παναθηναϊκός για πρώτη φορά μετά τις ανοιξιάτικες αποφάσεις του Δημήτρη Γιαννακόπουλου πάει σε μια σεζόν με τα έσοδα – έξοδα κι αυτό είναι τρομερά δύσκολο εγχείρημα για μια ομάδα που παίζει στην Ευρωλίγκα.
Η παρουσία των Διαμαντίδη και Αλβέρτη προσφέρουν ηρεμία και πρεστίζ μέχρι να διαπιστώσουμε ποια θα είναι η επόμενη μέρα διοικητικά ή η επανεμφάνιση του νυν μεγαλομετόχου της ΚΑΕ κι αν το δούμε με μια ψύχραιμη ματιά, στην υπόθεση υπάρχουν και αρκετά θετικά. Αρκεί ο Παναθηναϊκός να είναι συνειδητοποιημένος για τα θέλω του, την φιλοσοφία και το μελλοντικό, έστω βραχυπρόθεσμο πλάνο.
Πρώτα από όλα είναι σεζόν μεγάλης αποφόρτισης. Ό,τι καλύτερο έρθει καλοδεχούμενο, αλλά κανείς δεν έχει απαιτήσεις διάκρισης, παρά μόνο ανταγωνισμού από τον φετινό Παναθηναϊκό στην Ευρωλίγκα. Για να κερδίσει ο σύλλογος από αυτό το μεταβατικό στάδιο που βιώνει, υπάρχει ένα ξεκάθαρο μονοπάτι.
Να θέσει ως προτεραιότητα την ωρίμανση, εξέλιξη, επέκταση του ελληνικού του κορμού και να την θέσει ΠΑΝΩ και από το αποτέλεσμα.
Μέσα από αυτή την διαδικασία να εξελιχθούν σε παραστάσεις και μπασκετική ποιότητα οι Έλληνες παίκτες, να βγουν μπροστά με σταθερές ευθύνες κάθε βραδιά και μέρα με τη μέρα να τεστάρει ο Παναθηναϊκός και τους ξένους που έχει στο ρόστερ του, προκειμένου να αποφασίσει στο τέλος της φετινής διαδρομής ποιος κουμπώνει για να προστεθεί σε αυτό τον κορμό, ποιος όχι και ποιος πρέπει να προστεθεί με βάση την φάση της καριέρας του, τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του και την νοοτροπία του.
Η πολύ καλή νίκη με την Χίμκι που δίνει κουράγιο και ψυχολογία στη φετινή βερσιόν του Παναθηναϊκού, ήταν η πρώτη μεγάλη απόδειξη για τα ποια πρέπει να είναι η συνειδητή προτεραιότητα.
Οι Έλληνες παίκτες σκόραραν 46 από τους 78 πόντους. Ένιωσαν με το καλημέρα σημαντικοί για την ομάδα τους κι αυτό το συναίσθημα βοηθάει πάρα πολύ στο να δημιουργηθεί συνοχή, καλό κλίμα, αμοιβαία εμπιστοσύνη και η νοοτροπία ότι «δεν σταματάμε ποτέ να παίζουμε, πάμε κατοχή – κατοχή και ό,τι γίνει».
Ο Παπαπέτρου φυσιολογικά είναι ο μπροστάρης στο ελληνικό στοιχείο που οι πράσινοι για το δικό τους καλό και μέλλον πρέπει πάση θυσία να εξελίξουν. Λόγω μπασκετικής ποιότητας, παραστάσεων, εμπειρίας και δίψας – κινήτρου να αποδείξει ότι μπορεί να ανταποκριθεί στην μετά – Καλάθη εποχή σε σαφώς πιο ηγετικό ρόλο.
Ο Ιωάννης δούλεψε πάρα πολύ το καλοκαίρι και φαίνεται. Έλεγε πως θα βάλει το midrange σταθερά στο παιχνίδι του και στη Μόσχα το δείγμα ήταν εξαιρετικό. Στο μπάσκετ δεν είναι μόνο πόσο προσπαθείς στη προπόνηση, αλλά να έχεις δουλέψει πνευματικά και να είσαι αποφασισμένος πως ένα συγκεκριμένο στοιχείο θα το προσθέσεις στο ρεπερτόριό σου και δεν θα υποχωρήσεις όταν έρθουν οι βραδιές που δεν σου βγαίνει στο γήπεδο.
Είναι sos το midrange παιχνίδι, όταν απειλείς από μέση απόσταση συστηματικά ανοίγονται νέοι ορίζοντες και… χώροι όχι μόνο εκτελεστικά αλλά και σε ότι αφορά την δημιουργία και τις αποστάσεις. Ο Παπαπέτρου την πρώτη αυτή την βραδιά τράβηξε προς τα μπροστά και τους συμπαίκτες του έχοντας συνεισφορά και στην δημιουργία, κάτι που χρειάζεται λόγω της δομής του ρόστερ.
Ο Παπαγιάννης πιο στεγνός από ποτέ ήρθε η ώρα να αποδείξει πρώτα στον εαυτό του και έπειτα σε όλους τους υπόλοιπους τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει σε διάρκεια χρόνου σε επίπεδο Ευρωλίγκας. Ο Μήτογλου με τον σχεδιασμό που έγινε, έστω και λόγω οικονομικής στενότητας, έχει όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να κάνει breakout season.
Ο Κασελάκης ήρθε για ειδικούς ρόλους, ο Δίπλαρος λογικά κυρίως για βοήθειες στο ελληνικό πρωτάθλημα και βλέπουμε, ο Καλαϊτζάκης ένα πρότζεκτ που πρέπει να το διαχειριστούν οι πράσινοι όπως για παράδειγμα κάνουν τα περισσότερα ισπανικά κλαμπ με τα δικά τους ταλέντα.
Αφήνω τελευταίο τον Μποχωρίδη, γιατί εκείνος είναι που μου έκανε περισσότερη εντύπωση απέναντι στη Χίμκι. Είναι ο παίκτης που δεν περίμενα να δω να προσφέρει τόσο και να έχει τόσο κομβική συμβολή στη νίκη.
Δεν έχει σημασία για όποιον έχει δει το ματς πως τελείωσε με 4 λάθη και 2 ασίστ. Μετράει πολύ περισσότερο πως για 32 λεπτά αυτός και όχι ο Νέντοβιτς σέταρε τις περισσότερες επιθέσεις, κατάφερε να ελέγξει τον ρυθμό, στάθηκε ως ο βασικός χειριστής του Παναθηναϊκού και στο πιο δύσκολο κομμάτι της διαχείρισης του αγώνα, τα κατάφερε μια χαρά.
Οκ, κανένα από τα πρωτοκλασάτα γκαρντ της Χίμκι δεν αγωνίστηκε στην πρεμιέρα κι αυτό έριξε αισθητά τον βαθμό δυσκολίας της αποστολής του Μποχωρίδη στη Μόσχα. Το πρώτο δείγμα, όμως, ήταν άκρως ενθαρρυντικό και αν στο τέλος της σεζόν ο Παναθηναϊκός έχει «κερδίσει» τον Μποχωρίδη ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι του κορμού του, θα είναι σημαντική επιτυχία.
Η ομάδα πήρε ξένους που μπορούν να σκοράρουν, κάτι απαραίτητο φυσικά και οι περισσότεροι λόγω στιλ και προσέγγισης στο γήπεδο λογικά είναι αναλώσιμοι για τα επόμενα χρόνια. Ο Σαντ Ρος είναι προσθήκη άλλης λογικής, ως πολυεργαλείο και πασπαρτού στο ρόστερ. Στο πρόσωπο του Νέντοβιτς ο Παναθηναϊκός ψάχνει ένα ξένο ποιότητας να συνδεθεί με την ομάδα, την φανέλα, τον κόσμο και εδώ χρειάζεται καλοτυχία στο κομμάτι της ευπάθειάς του στους τραυματισμούς.
Ο δε Μπέντιλ, με πραγματικά μικρό συμβόλαιο μέσα σε 11 λεπτά έδειξε πως μπορεί είναι στρατιώτης, να υπηρετήσει το πλάνο και να κοιτάζει χωρίς φόβο όλους τους αντιπάλους του στα μάτια. Είναι ένα παιδί που αν στηριχτεί και αρπάξει την ευκαιρία, μπορεί να αποτελέσει μέρος του κορμού, γιατί είναι και εξαιρετικός χαρακτήρας.
Συμπερασματικά: Ο Παναθηναϊκός πρέπει να βάλει καλά μέσα στο… κεφάλι του και να το περάσει επικοινωνιακά στο κόσμο του πως αυτή τη σεζόν θέλει να δώσει ωραίες στιγμές και μάχες όπως η πρόσφατη στη Μόσχα, όλοι γνωρίζουμε πως θα έχει αρκετές δύσκολες βραδιές και το Α και το Ω στη διαδρομή αυτής της ευρωπαϊκής σεζόν είναι: Όταν τελειώσει να έχει αλλάξει επίπεδο ο ελληνικός κορμός του, να γνωρίζει ποιους ξένους θα διατηρήσει στο ρόστερ και τι ακριβώς χρειάζεται στο πεδίο της ενίσχυσης από την αγορά του επόμενου καλοκαιριού.
Αν διατηρήσει αυτή τη ξεκάθαρη φιλοσοφία και στόχευση σε όλη την διάρκεια και την διοχετεύσει ξεκάθαρα και στο κόσμο, σίγουρα θα δημιουργήσει κομμάτια του κορμού για το μέλλον και το καλοκαίρι του 2021 όλα τα θέλω και οι στόχοι θα είναι πολύ πιο ευδιάκριτοι σε σχέση με το καλοκαίρι που μας πέρασε.
Για τον Ολυμπιακό τα έγραψα αναλυτικά, σε ότι αφορά τις προοπτικές της φετινής σεζόν, τα θετικά και τα ερωτηματικά μετά την ήττα της πρεμιέρας από την Ζαλγκίρις. Στα χαρτιά, στην εκκίνηση της σεζόν, έχει περισσότερες πιθανότητες από τον Παναθηναϊκό να διεκδικήσει μια θέση από τις τελευταίες, στα Playoffs, αλλά αυτά αποδεικνύονται όχι με το μελάνι και το πληκτρολόγια ή τα λόγια, αλλά μέσα στο γήπεδο.
Ολυμπιακός Blog: Η πρώτη πληγή. Σεζόν στιγμών και αναδημιουργίας
Το μεγάλο κέρδος του καλοκαιριού για το παρόν και το μέλλον ήταν η επιστροφή του Σλούκα, για αυτόν έγιναν θυσίες στο μέτωπο των ξένων και ήρθαν παίκτες με περιορισμένα χρήματα και συμβόλαια. Στη μεγάλη εικόνα, όμως και για τον Ολυμπιακό της μιας διοργάνωσης για δεύτερη διαδοχική σεζόν μετράει περισσότερο το μέλλον και πως θα το χτίσει.
Οι κόκκινοι ναι μεν ψάχνουν το καλύτερο δυνατό στην φετινή Ευρωλίγκα, έχουν ακόμα την εμπειρία και την ποιότητα των Σπανούλη και Πρίντεζη στο παρκέ και τα αποδυτήρια, αλλά η ΑΝΑΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ της ομάδας για την εποχή μετά τα «τοτέμ» είναι πολύ κρίσιμος στόχος.
Όσο περισσότερο στοχεύσει σε αυτόν ο Μπαρτζώκας και ο σύλλογος συνολικά χωρίς να παραμελούν το τώρα, τόσο… λιγότερα δύσκολα θα είναι τα πράγματα και θα υπάρξει πιο άμεση συνέχεια στην ανταγωνιστικότητα του Ολυμπιακού. Γιατί, παίκτης και προσωπικότητα σαν τον Σπανούλη πολύ δύσκολα θα προκύψει ξανά, όπως και περίπτωση παίκτη τόσο ποιοτικού και ταυτισμένου με το κλαπ, όσο ο Πρίντεζης.
Για αυτό ο Ολυμπιακός τα έδωσε όλα κυριολεκτικά και μεταφορικά για τον Κώστα, για αυτό ανανέωσε τον Παπανικολάου ένα χρόνο πριν εκπνεύσει το συμβόλαιό του, κάτι… σπάνιο όπως ξέρετε με βάση τα δεδομένα της τελευταίας δεκαετίας.
Σίγουρα δεν φτάνουν αυτές οι κινήσεις.
Θα χρειαστεί πολλή δουλειά με τεχνογνωσία, προγραμματισμό, έγκαιρες και έξυπνες κινήσεις από εδώ και πέρα και ο Γιώργος Μπαρτζώκας καλείται να δουλεύει κάθε μέρα για την αναδημιουργία του Ολυμπιακού, ενώ παράλληλα θα διαχειρίζεται την πίεση για τα αποτελέσματα στην Ευρωλίγκα, στην πρώτη ομάδα που φέρει την προσωπική του σφραγίδα μετά την επιστροφή του.
ΑΕΚ
Ακόμα μια ελληνική ομάδα που έχει απόλυτη ανάγκη να ορίσει τα θέλω της και να έχει ξεκάθαρη φιλοσοφία όσο πορεύεται στη φετινή σεζόν, αν θέλει όσο περνάει ο χρόνος να κάνει βήματα προς τα μπροστά και όχι προς τα πίσω.
Δικαίως έχασε στον τελικό του BCL από την Μπούργκος. Δεν επένδυσε στην σκληράδα και την διοχέτευση της ενέργειάς της στην άμυνα και πίστεψε πως το ατομικό ταλέντο παικτών με επιθετική κλάση και εμπειρία θα φτάσει.
Υποτίμησε με βάση αυτό που εγώ είδα στο γήπεδο πως η ισπανική ομάδα διαθέτει κι αυτή ταλέντο, αλλά μπορεί σε ένα αγώνα με τέτοια πνευματική πίεση να το καλουπώσει περισσότερο μέσα από το ομαδικό πνεύμα, τις συνεργασίες και την μεγαλύτερη υπομονή.
Ναι, τα τρίποντα του Κουκ στο under της ΆΕΚ άλλαξαν πολύ… γρήγορα, σχεδόν βίαια, το μομέντουμ του τελικού, αλλά όταν αυτό έγινε απέμεναν 25 λεπτά μπάσκετ. Εκεί έπρεπε να αφήσει στην άκρη η ΆΕΚ το ατομικό μπάσκετ και τις διαδοχικές ξοδευμένες κατοχές από τους σκόρερ της και να πάει στην άμυνα, στο ριμπάουντ και σε περισσότερο στοχευμένες επιθέσεις πάνω στις αδυναμίες του αντιπάλου.
Αυτό θα της έδινε το ρυθμό πίσω, θα έκοβε σίγουρα το εκτελεστικό μομέντουμ της Μπούργκος και θα ξαναέβαζε το νερό στο αυλάκι. Αν γινόταν αυτό, ναι, μετά μπορεί να έμπαιναν και μεγάλα σουτ, έστω κι αν ήταν προϊόν iso καταστάσεων και όχι συνεργασιών. Τίποτα από αυτά δεν έκανε η ΆΕΚ, δεν αντέδρασε.
Συνέχισε τις hero μπάλες στην επίθεση, αυτό προσέθεσε τρανζίσιον κατοχές στους Ισπανούς και ήρθε πρώτα η πνευματική κατάρρευση, πολύ νωρίς στον τελικό κι έπειτα η αγωνιστική. Η ΑΕΚ είχε ανυπομονησία να τελειώσει τον τελικό, ήθελε πρώτα να βάλει στην επίθεση και μετά να παίξει άμυνα, οι σκόρερ της έτσι όπως φάνηκε στο παρκέ δεν είχαν πειστεί ότι θα χρειαστεί κάτι περισσότερο από το να πιάσουν τους μέσους όρους τους και όταν χρειάστηκε Plan B’ η ΆΕΚ αποδείχτηκε απροετοίμαστη σε όλα τα επίπεδα.
Στο ειδικό πλαίσιο ενός Final 8 κι ενός τελικού στο ΟΑΚΑ, σίγουρα συνιστά αποτυχία. Στο γενικό πλαίσιο, η ΆΕΚ έπαιξε ακόμα ένα τελικό, ζυμώνεται με την διαδικασία των μεγάλων αγώνων και έχει μπροστά της ένα πρωτάθλημα χωρίς Ολυμπιακό και με έναν Παναθηναϊκό πολύ διαφορετικό.
Οπότε διαθέτει μέγα κίνητρο και ξέρει πως μπορεί να διεκδικήσει το πρωτάθλημα. Καλά μέχρι εδώ. Το άρθρο αυτό γράφεται κυρίως για το πως οι πιο ισχυροί εκπρόσωποί μας στο εξωτερικό πρέπει να διαχειριστούν το μέλλον τους, πέρα από το παρόν.
Η ΆΕΚ, ειδικά τώρα που μπαίνει στο νέο γήπεδο, πρέπει να σκύψει ακόμα περισσότερο στην κατεύθυνση μιας πιο ξεκάθαρης φιλοσοφίας με μεγαλύτερη έμφαση στις πράξεις και όχι στα λόγια, να βγάλει επιτέλους κάποια από τα ταλέντα στα οποία επενδύει.
Έχει αποκτήσει αρκετά, αλλά δεν έχει βγει ουσιαστικά κανένα κι αν συμβεί το ίδιο και με τον Ρογκαβόπουλο, τότε σημαίνει πως σίγουρα κάτι δεν γίνεται καλά στην ομάδα, σε ότι αφορά την εξέλιξη νέων παικτών με σοβαρές περγαμηνές και προοπτικές.
Ίσως η παρουσία στο Champions League και η αίσθηση ότι η ΑΕΚ μπορεί κάθε χρόνο να διεκδικεί να παίζει σε ένα ευρωπαϊκό τελικό την έχει πάει λίγο πίσω στο στόχο εδραίωσης ενός πολλά υποσχόμενου ελληνικού κορμού.
Ο Μάκης Αγγελόπουλος είναι ο αρχηγός σε αυτό το πρότζεκτ, έχει ξοδέψει σοβαρά χρήματα την τελευταία πενταετία και οφείλει απέναντι στον εαυτό του να αποφασίσει τι θέλει να πρεσβεύει η φιλοσοφία, το ρόστερ και το μπάσκετ που παίζει η ΆΕΚ μέσα στο γήπεδο.
Αυτή τη στιγμή η ομάδα διαθέτει πλειάδα ποιοτικών παικτών σε προχωρημένη ηλικία, μπορεί με σωστή προσέγγιση και κινήσεις να πρωταγωνιστήσει στο πρωτάθλημα και το νέο BCL που έρχεται, αλλά σύντομα θα κληθεί να διαχειριστεί μια κατάσταση στην οποία θα απαιτείται σχεδόν εξ΄ολοκλήρου στελέχωση των ξένων στο ρόστερ.
Αν όταν συμβεί αυτό είναι πολύ πίσω σε ποσότητα, ποιότητα και προοπτική ο ελληνικός κορμός, τι γίνεται;
Συμπερασματικά, η ΆΕΚ όλα τα τελευταία χρόνια έχει κάνει σημαντικά βήματα μπροστά, έχει επαναφέρει το πρεστίζ της, έχει διεκδικήσει κι έχει κατακτήσει τίτλους τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα. Της αξίζει μεγάλο κρέντιτ για αυτό.
Από εκεί και πέρα, έχω την αίσθηση ότι περισσότερο από όλες τις άλλες σημαντικές ελληνικές ομάδες, οφείλει ΣΗΜΕΡΑ να ορίσει τα θέλω της και την φιλοσοφία της για το μακροπρόθεσμο μέλλον, βρίσκοντας μια ισορροπία ανάμεσα στο κυνήγι του άμεσου αποτελέσματος και ένα «μπασκετικό αύριο» με ρόστερ που δεν θα είναι ειδικών σκοπών και θα παρέχουν στο κόσμο της την αναγκαία ταύτιση – και – με Έλληνες παίκτες ικανούς να προσφέρουν και να τιμήσουν τη φανέλα της για χρόνια.
Προμηθέας
Ξέρετε ποια είναι η μεγάλη επιτυχία του Προμηθέα; Από τη στιγμή που αυτό το κείμενο είναι αφιερωμένο στη φιλοσοφία των συλλόγων μας και το πως πρέπει να βρουν ισορροπία μεταξύ των άμεσων στόχων και μιας εγγυημένα καλής «επόμενης μέρας», κανονικά δεν πρέπει να γράψω απολύτως τίποτα.
Γιατί, ο σύλλογος της Πάτρας κάνει ό,τι ακριβώς έχω στο μυαλό μου πως οφείλει να κάνει κάθε κλαμπ αυτού του μεγέθους.
Ξεκινάει την οχύρωση από τα ΠΟΛΥ ΒΑΣΙΚΑ. Προπονητικό κέντρο σε επαγγελματικά πρότυπα, μεγάλη έμφαση στις ακαδημίες, στόχευση στο να βγάλει παιδιά στο επαγγελματικό προσκήνιο και ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ προσπαθεί για το καλύτερο δυνατό στην αντρική ομάδα με ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ και σωστές προσεγγίσεις μεταξύ του ελληνικού και του πάντα σούπερ – απαραίτητου ξένου στοιχείου!
Αυτός είναι και ο λόγος που ο Προμηθέας θα έχει ΔΙΑΡΚΕΙΑ, εκτός κι αν ο Λιόλιος για προσωπικούς του λόγους, αλλάξει προσωπική ατζέντα και κατεύθυνση.
Σήμερα που μιλάμε, ο Προμηθέας είναι μαγαζί – γωνία για οποιοδήποτε ταλαντούχο παιδί στην Ελλάδα σκέφτεται να παίξει μπάσκετ επαγγελματικά και χρειάζεται υποστήριξη σε δομές, οργάνωση και πρόγραμμα και παράλληλα διαθέτει μια εξαιρετικά ανταγωνιστική ομάδα.
Με καλό σκάουτινγκ, στην συντριπτική τους πλειοψηφία σωστές αποφάσεις στους ξένους (τεράστιας σημασίας κομμάτι που πρέπει να αναλυθεί μόνο του σε άλλο άρθρο) και επιλογές Ελλήνων που έχουν κίνητρα, διάθεση και μπασκετικές προοπτικές να προσφέρουν.
Το πιο εντυπωσιακό στη περίπτωση του Προμηθέα σε ότι αφορά τη διαχείριση της πρώτης ομάδας, είναι πως όλα αυτά τα χρόνια που έχει βγει στο προσκήνιο, διαθέτει μια πολύ συγκεκριμένη οικονομική πολιτική, ιδίως στις ανανεώσεις και δεν παρεκκλίνει από αυτή. Και πως εμπιστεύεται τον ίδιο προπονητή για πολλά χρόνια.
Προφανώς, κάθε φορά ορίζει ένα «ταβάνι» για τους παίκτες, ξένους και Έλληνες, που θέλει να κρατήσει. Αν οι παίκτες λόγω αγοράς βρίσκουν και ζητούν περισσότερα χρήματα, τους αφήνει και σχεδόν πάντα βρίσκει τρόπο να καλύπτει τα κενά που δημιουργούνται με τους επόμενους, χωρίς να αλλάζει τελικά τίποτα στη δυναμική, το προφίλ και πάνω από όλα στη φιλοσοφία του συλλόγου (αγωνιστική και οικονομική)!
Είναι η ζωντανή απόδειξη με τον τρόπο που λειτουργεί ο Προμηθέας στη δική του φυσικά τάξη μεγέθους, πως όταν η φιλοσοφία και τα θέλω είναι ξεκάθαρα και κάθε κίνηση εξυπηρετεί και στηρίζει το ΜΟΝΤΕΛΟ και όχι τα εκάστοτε πρόσωπα, μπορεί να δημιουργηθεί μια ανταγωνιστική ομάδα με υγεία.
Την ίδια στιγμή που χτίζει το Brand Name της, κάνει θόρυβο και αγωνιστικές υπερβάσεις ΧΩΡΙΣ να παραμελεί στο ελάχιστο το μέλλον και την ανεξαρτησία της – αυτοχθονία της σε κάθε επίπεδο…
Σε όλα τα επίπεδα του αθλητισμού, η ταυτότητα, το ξεκάθαρο πλάνο και φιλοσοφία και η επιμονή σε αυτά χωρίς παρεκκλίσεις, σε βάθος χρόνου φέρνουν τα καλύτερα αποτελέσματα και το κυριότερο δημιουργούν πιο ισχυρές βάσεις για ένα οικοδόμημα με συνοχή και διάρκεια.