Του Γιώργου Μπακόλα
Είναι κάποιες φορές που λες ότι «δεν μπορεί… λάθος θα άκουσα, λάθος θα κατάλαβα». Υπάρχουν στιγμές όπου βλέπεις την υπερβολή να κάνει «μπαμ», αλλά με το overdose το οποίο υφίστασαι σε πιάνουν τα υπαρξιακά σου και αναρωτιέσαι μήπως τελικά εσύ βρίσκεσαι στην κοσμάρα σου και όχι οι άλλοι.
Κάπως έτσι αισθάνομαι κάθε φορά που στο δρόμο ελληνικής ομάδας βρίσκεται η ΤΣΣΚΑ Μόσχας. «Πολλαπλάσιο μπάτζετ, παικταράδες, προπονηταράδες», ένα σωρό… άρες μάρες κουκουνάρες από τα ΜΜΕ για να παρουσιαστεί ως «Γολιάθ» μια ομάδα που έχει κάνει του φίλους της Μπαρτσελόνα να γελούν που τη δεκαετία του ’80 και του ’90 οι απανταχού μπασκετικοί είχαν βαπτίσει τους «μπλαουγκράνα» ως τους μεγαλύτερους losers της ιστορίας. Λες και (μόνο) τα λεφτά φέρνουν τους τίτλους, λες και το υψηλό μπάτζετ ή η ταξική προέλευση προεξοφλούν την πρωτιά, η ΤΣΣΚΑ έχει γίνει η αγαπημένη μας «καραμέλα» για να παρουσιαστούν οι δικές μας επιτυχίες πολύ μεγαλύτερες απ’ όσο είναι στην πραγματικότητα.
Ας απαντηθούν λοιπόν ορισμένα ερωτήματα: ποια ομάδα διαθέτει στις τάξεις της τον κορυφαίο Ευρωπαίο παίκτη -πλην ΝΒΑ- της τελευταίας τετραετίας (Σπανούλης); Πού αγωνίζεται ο φετινός καλύτερος αμυντικός της Ευρωλίγκας (Ντάνστον); Ποια ομάδα έχει στις τάξεις της υψηλού επιπέδου γκαρντ όπως ο Σλούκας και ο Μάντζαρης που μπορούν να ελέγχουν τον ρυθμό ανά πάσα στιγμή, να «βιδώνουν» τον αντίπαλο στην άμυνα και να είναι αξιόπιστοι στην επίθεση; Το ποστάρισμα και την ψυχή του Πρίντεζη που αλλού τα συναντάτε στην Ευρώπη; Το ταλέντο του Παπαπέτρου με ποιανού παίκτη στην ηλικία του μπορεί να συγκριθεί; Εδώ οι Αμερικανοί τον είχαν χαρακτηρίσει ως τον κορυφαίο παίκτη στη γενιά του και εμείς ψάχνουμε να βρούμε παικταράδες στην ΤΣΣΚΑ; Όχι ότι δεν είναι, έτσι; Αλλά, διάολε, το ότι η ΤΣΣΚΑ -και η κάθε ΤΣΣΚΑ- διαθέτει εξαιρετικούς παίκτες, δε σημαίνει ότι οι δικοί μας υστερούν! Ίσα ίσα!
Το μπάσκετ είναι ομαδικό και κατεξοχήν άθλημα ψυχολογίας. Καλοί χρυσοί με σούπερ αθλητικά προσόντα οι παίκτες της ρωσικής ομάδας, αλλά, όπως παραδέχθηκε και ο Σάσα Κάουν, ηγέτη δεν έχουν! Ενώ ο Ολυμπιακός έχει τον καλύτερο που κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή στη γηραιά ήπειρο. Οι παίκτες του Δημήτρη Ιτούδη μοιάζουν να έχουν επαναπαυτεί στα παχυλά τους συμβόλαια εδώ και χρόνια. Και επειδή σύμπτωση που επαναλαμβάνεται παύει να είναι σύμπτωση ίσως ήρθε ο καιρός να αλλαχθεί το τροπάριο όσον αφορά το ποιος είναι η γάτα και ποιος το ποντίκι.
Α, να μην αγνοηθεί και η εξής παράμετρος: πόσοι από τους τωρινούς παίκτες της ΤΣΣΚΑ έχουν κατακτήσει την Ευρωλίγκα και πόσοι από τον Ολυμπιακό; Η σύγκριση είναι συντριπτική υπέρ των «ερυθρολεύκων», που τα τελευταία χρόνια είναι μπαρουτοκαπνισμένοι και δε μασάνε στα δύσκολα. Πολύ απλά… αρνούνται να χάσουν!
Ναι, το 2012 δικαίως κανείς δεν περίμενε από την πιτσιρικαρία του Ίβκοβιτς να ρίξει… άκυρο στην «ομάδα του στρατού». Έναν χρόνο μετά, στον ημιτελικό του Λονδίνου, οι περισσότεροι είχαν πάλι ξεγραμμένο τον Ολυμπιακό, ο οποίος όμως πραγματοποίησε την καλύτερη εμφάνιση ελληνικής ομάδας σε φάιναλ φορ μαζί με το α’ ημίχρονο του Παναθηναϊκού κόντρα στην (ποια άλλη;) ΤΣΣΚΑ και πάλι το 2009.
Χθες, κόντρα στη σφαγιαστική διαιτησία που ίσως ξεπέρασε κι εκείνη που παραλίγο να στερήσει την κούπα από τον Παναθηναϊκό στο Βερολίνο, κόντρα στο δικό του κακό εαυτό με τα παιδαριώδη λάθη και την αστοχία, ο Ολυμπιακός πέτυχε όχι το «θαύμα» ή την «υπέρβαση» ή δεν ξέρω ’γω τι άλλο, αλλά πήρε μία καθόλα άξια νίκη που πλέον δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αγωνιστική υπεροχή του έναντι των Ρώσων, οι οποίοι έχουν να γευτούν την κορυφή από το 2008. Αντίθετα οι Έλληνες μόλις δύο χρόνια και οι «σφαλιάρες» που έχουν ρίξει στους Μοσχοβίτες είναι ένα σωρό.
Αρκετά λοιπόν με τον (εξαιρετικό μόνο όμως όταν το θυμάται) Τεόντοσιτς που και χθες ήταν από τους καλύτερους παίκτες του… Ολυμπιακού με τα 6 λάθη του, αρκετά με τη λέξη «φαβορί» για την ΤΣΣΚΑ, νισάφι πια με τα ρωσικά χρήματα που και φέτος έπιασαν όχι τόπο, αλλά πάτο! Ο ραγιαδισμός δεν ταιριάζει στο μπάσκετ και στη νοοτροπία που διέπει παίκτες γεννημένους νικητές όπως ο Σπανούλης, που ακόμα και στη χειρότερη βραδιά τους θα πουν την τελευταία λέξη.
Με αντίπαλο τη Ρεάλ πλέον, οι παίκτες του Ολυμπιακού δεν έχουν παρά να παίξουν το παιχνίδι τους. Αυτό που χαρακτηρίζεται από πείσμα, ψυχή και άρνηση για την κατάθεση των όπλων ακόμα και όταν η λογική αυτό επιτάσσει. «Κλειδί» για την έκβαση του τελικού πιθανόν να αποδειχθεί ο Πρίντεζης για τον οποίο ο Λάσο καλείται να αποδείξει -σε αντίθεση με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα- ότι είναι καλός προπονητής και επομένως μπορεί να βρει τον κατάλληλο παίκτη για να τον μαρκάρει. Ούτε η εξέδρα παίζει μπάσκετ, ούτε έχουν να φοβηθούν το αναμφισβήτητο ταλέντο των Μαδριλένων, ούτε καν τις θεατρικές τους ικανότητες και το βρώμικο παιχνίδι που είναι σίγουρο πως θα επιστρατεύσουν προεξέχοντος ασφαλώς του μετρ του είδους Ρούντι Φερνάντεθ.
Ακόμα κι αν η διαιτησία δε σταθεί ξανά στο ύψος της, οι «ερυθρόλευκοι» δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να πέσουν στην παγίδα του εκνευρισμού. Και στην κακή τους μέρα έχουν τον τρόπο να παραμένουν μέσα στο παιχνίδι. Η Ρεάλ όμως στην κακή της μέρα απλά… δεν υπάρχει στο γήπεδο. Μπορούν να νικήσουν οι «ερυθρόλευκοι», αουτσάιντερ δεν είναι, ούτε έχουν να αντιμετωπίσουν τον Σαμπόνις και τον Αρλάουκας όπως πριν από 20 χρόνια επί ισπανικού εδάφους και τότε! Ας ευχηθούμε για το καλό του ελληνικού μπάσκετ να φέρουν τη δέκατη κούπα στη χώρα μας. Έτσι κι αλλιώς οι μοναδικές συγκινήσεις που μας έχουν προσφέρει, όπως η χθεσινή, ξεπερνούν την κατάκτηση οποιουδήποτε τροπαίου.