O Πέτρος Μάρκαρης έβγαλε καινούργιο αστυνομικό μυθιστόρημα –τίτλος “Offshore”- με τη μυρωδιά της θάλασσας στις σελίδες του, από τις κοντινές μαρίνες των τουριστικών σκαφών μέχρι τους μακρινούς ωκεανούς με τους στόλους των εφοπλιστών
«Μετά από έξι χρόνια και τέσσερα μυθιστορήματα του Πέτρου Μάρκαρη, η κρίση στην Ελλάδα έχει περάσει οριστικά. Το χρήμα έχει αρχίσει να ρέει πάλι και οι Έλληνες επιστρέφουν στις παλιές, καλές τους συνήθειες. Κάποιοι δύσπιστοι, ωστόσο, αναρωτιούνται: από πού έρχονται τα λεφτά; Μια σειρά από φόνους αναγκάζουν τον Χαρίτο να ψάξει την προέλευση του χρήματος, που μπαίνει στην Ελλάδα, γιατί ξέρει πως μόνο έτσι θα βρει τις απαντήσεις. Το “Οffshore” είναι ένα μυθιστόρημα με πολύ χρήμα, αλλά καθόλου κάθαρση».
Το μικρό κείμενο που φιλοξενείται στο οπισθόφυλλο της έκδοσης δεν έλεγε και πολλά πράγματα. Και πάνω από όλα την ουσία: Ένας νέος, φέσκος Μάρκαρης. Και μαζί με το μυθιστόρημα του –το “Offshore”- έχουμε και το χαρμόσυνο άγγελμα της επιστροφής του αστυνόμου Χαρίτου. Ο αστυνόμος Κώστας Χαρίτος που ανήκει στο Τμήμα Ανθρωποκτονιών είναι ένας φιλήσυχος οικογενειάρχης που επιμένει να ζει σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Παγκράτι, να οδηγεί ένα παμπάλαιο Seat και να κάνει παρέα με τον βετεράνο κομμουνιστή Λάμπρο Ζήση. Άμεσος προϊστάμενός του ο Νικόλαος Γκίκας και πάνω από τον Γκίκα ο υπαρχηγός της ΕΛΑΣ Κανέλος Δημητριάδης (μια νέα είσοδος στο καστ των πρωταγωνιστών).
Το come back του πιο ιδιόρρυθμου ήρωα που γνώρισε το αστυνομικό μυθιστόρημα τα τελευταία χρόνια συμβαίνει σε μια χρονική συγκυρία όπου η χώρα έχει αποχαιρετήσει τα μνημόνια μαζί με μια κυβέρνηση 40αρηδων που ήρθε στα πράγματα σχεδόν από το πουθενά… «Ξαφνικά, άρχισε να ρέει χρήμα στη χώρα. Ένα μεγάλο μέρος από το χρήμα αυτό ερχόταν από τις ιδιωτικοποιήσεις, που η κυβέρνηση προωθούσε με μοναδική ταχύτητα και συνοπτικές διαδικασίες. Τα υπόλοιπα κόμματα είχαν μαζευτεί στη γωνία και φώναζαν: “Πουλάνε τα ασημικά της χώρας!”, “Ξεπουλάνε την εθνική περιουσία!”. Η απάντηση του ΚΕΑΝ ήταν η φωνή της ψυχρής λογικής: “Όταν χρωστάς και δεν έχεις λεφτά, πουλάς το σπίτι σου για να ξεχρεώσεις. Αυτό κάνουν όλοι οι νοικοκυραίοι, όσο οδυνηρό και αν είναι”.
»Δεν έκαναν ωστόσο μόνο αυτό. Ίδρυσαν ένα ταμείο για να πριμοδοτούν τις επιχειρήσεις, που πρόσφεραν εργασία σε νέους. Ταυτόχρονα ξεκίνησαν αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος, σε συνεργασία με τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Έγινε ακριβώς αυτό που κανείς δεν περίμενε. Άρχισε να πέφτει χρήμα στην αγορά, η ανεργία μειωνόταν, έστω βήμα βήμα, και ο κόσμος ήταν ευχαριστημένος, όχι επειδή έπαιρνε περισσότερα αλλά επειδή δεν έχανε και τα λίγα. Οι Έλληνες ξεψάρωσαν μέσα σε λίγες εβδομάδες. Τα μποτιλιαρίσματα εμφανίστηκαν πάλι στους δρόμους, με συνοδευτικά τα κορναρίσματα και τις μούτζες, ενώ οι έμποροι αυτοκινήτων άρχισαν να διαφημίζουν τα καινούρια μοντέλα τους» (σελίδα 20).
Στο μυθιστόρημα ο Χαρίτος και οι συνεργάτες του (η περίφημη βοηθός Κούλα αλλά και ο Δερμιτζάκης, ο Βλασσόπουλος, ο Παπαδάκης, ο ιατροδικαστής Ανανιάδης κ.α.) ψάχνουν το νήμα που συνδέει δολοφονίες -του Λαλόπουλου, ενός στελέχους του ΕΟΤ με χώρο ευθύνης τις μαρίνες, του εφοπλιστή Χαρδάκου, του παλαίμαχου δημοσιογράφου του αστυνομικού ρεπορτάζ Μένη Σωτηρόπουλου… Στην ουσία ψάχνουν το νήμα που χάνεται όπως και το χρήμα στις δαιδαλώδεις διαδρομές που καταλήγουν ή και ξεκινούν από μια εξωχώρια εταιρεία, όπως ακριβώς και ο τίτλος του βιβλίου.
Πηγή: Protothema.gr