Οι πολεμικές προετοιμασίες, η κήρυξη του πολέμου, οι επιχειρήσεις στην Ηπειρο
Ήδη από τον Απρίλιο του 1939, τα σύννεφα του πολέμου είχαν πυκνώσει επικίνδυνα πάνω από τα ελληνικά σύνορα. Η Ιταλία κατέλαβε την Αλβανία και ξεκίνησαν οι διωγμοί σε βάρος Βορειοηπειρωτών. Όπως έγραφε στο ημερολόγιό του, ο διπλωμάτης και γαμπρός του Μουσολίνι, Τσιάνο, “όλοι οι δρόμοι στην Αλβανία έχουν σχεδιαστεί με κατεύθυνση την Ελλάδα”. Η αλήθεια είναι ότι ο Ιωάννης Μεταξάς προσπάθησε να κρατήσει ουδέτερη τη χώρα μας. Οι προσπάθειες όμως αυτές, ήταν μάταιες…
Στις 12 Ιουλίου 1943, ιταλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν ανεπιτυχώς το αντιτορπιλικό “Ύδρα” και το βοηθητικό “Ωρίων” στον όρμο της Γραμβούσας στην Κρήτη, ενώ στις 30 του ίδιου μήνα ιταλικό βομβαρδιστικό εξαπέλυσε τέσσερις βόμβες εναντίον των αντιτορπιλικών “Βασιλεύς Γεώργιος” και “Βασίλισσα Όλγα” στην Κόρινθο και εναντίον δύο υποβρυχίων στη Ναύπακτο.
Παράλληλα, οι Ιταλοί άρχισαν να κάνουν λόγο για την “αλύτρωτη” και “καταπιεσμένη” από τους Έλληνες Τσαμουριά και στην Αλβανία κυκλοφόρησαν χάρτες με ενσωματωμένη την Τσαμουριά!
Μετά τη βύθιση της Έλλης στην Τήνο από ιταλικό υποβρύχιο (15/8/1940), ήταν φανερό πως πολύ σύντομα θα εκδηλωνόταν η επίθεση των φασιστικών δυνάμεων του Μουσολίνι εναντίον της χώρας μας.
Οι πολεμικές προετοιμασίες της Ελλάδας
Μετά τη μικρασιατική καταστροφή και ως περίπου το 1935, ο ελληνικός στρατός βρισκόταν σε άθλια κατάσταση. Από τότε, άρχισε η αναδιοργάνωσή του και η αγορά πολεμικού υλικού. Να αναφέρουμε μόνο χαρακτηριστικά την… ιδιωτική πρωτοβουλία για την ενίσχυση της (τότε) “Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας”. Ο Αιγυπτιώτης Κονταρέλλης δώρισε το 1936 δύο αεροπλάνα δίωξης Avia 534 και το 1938, ο επίσης ομογενής από την Αίγυπτο Στυλιανός Σαρπάκης, δύο καταδιωκτικά Gloster Gladiator.
Παράλληλα έγιναν οχυρωματικά έργα, αρχικά προς την πλευρά της Βουλγαρίας, που θεωρούνταν ο υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνος – εχθρός και στη συνέχεια κοντά στην ελληνοαλβανική μεθόριο.
Η κήρυξη του πολέμου
Στις 26 Οκτωβρίου 1940, ήταν καθορισμένη από καιρό μία ιταλική βραδιά με την παρουσίαση της “Μαντάμ Μπατερφλάι” με την παρέμβαση του γιου του Πουτσίνι και μία μεγάλη δεξίωση στην ιταλική πρεσβεία. Παράλληλα, στη διάρκεια της νύχτας, έφτασαν τα κρυπτογραφημένα τηλεγραφήματα που περιείχαν τη διακοίνωση που έπρεπε να παραδώσει ο πρεσβευτής Γκράτσι στον Ιωάννη Μεταξά στις 3 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου. Η στιχομυθία Μεταξά-Γκράτσι είναι γνωστή. Οι Ιταλοί ξεκίνησαν την επίθεση στις 5.30 π.μ. μισή ώρα πριν τη λήξη του τελεσίγραφου.
Ωστόσο, σαν έτοιμοι από καιρό, για να χρησιμοποιήσουμε μία κλισαρισμένη έκφραση, οι Έλληνες δεν αντιμετώπισαν με πανικό την κήρυξη του πολέμου. Υπήρχε παντού ενθουσιασμός και έντονη επιθυμία για κατατρόπωση των Ιταλών. Ακόμα και σ’ αυτούς που έφευγαν για το μέτωπο και ήξεραν ότι ίσως να μην γύριζαν ποτέ πίσω…
Το ιταλικό σχέδιο επίθεσης εναντίον της Ελλάδας είχε συζητηθεί στις 15/10/1940. Εμπνευστής του, ήταν ο αντιστράτηγος Βισκόντι Πράσκα, που ονειρευόταν τον εαυτό του και τις δυνάμεις του, πολύ γρήγορα στην Αθήνα!
Το σχέδιο των Ιταλών, που είχαν συγκεντρώσει μεγάλες δυνάμεις στο αλβανικό έδαφος, προέβλεπε ισχυρή επίθεση εναντίον του στρατού μας στην Ήπειρο, κυρίως προς την κατεύθυνση Καλπάκι-Ιωάννινα-Πρέβεζα και δύο δευτερεύουσες προσπάθειες προς Σαμαρίνα-Μέτσοβο και την παραλιακή περιοχή της Θεσπρωτίας. Το συνολικό ανάπτυγμα του μετώπου έφτανε τα 100 χλμ. από το Ιόνιο Πέλαγος ως και το όρος Γράμμος. Τα “ευάλωτα” σημεία ήταν η περιοχή των συνόρων και τα μέρη νότια του Καλαμά.
Ο Μεταξάς είχε αντιληφθεί τη σπουδαιότητα της περιοχής και, ειδικά μετά την κατάληψη της Αλβανίας από τους Ιταλούς (Απρίλιος 1939), ξεκίνησαν κάποια αμυντικά έργα τα οποία ωστόσο δεν προχώρησαν. Αντίθετα, ως κύρια τοποθεσία αντίστασης είχε επιλεγεί, σοφά και ορθά όπως αποδείχθηκε, η “γραμμή” Ελαίας (Καλπακίου) – Καλαμά. Κατασκευάστηκαν έργα εκστρατείας και χαρακώματα, τοποθετήθηκαν συρματοπλέγματα σε δύο ή και τρεις σειρές και φτιάχτηκαν επίσης παρατηρητήρια, πυροβολεία και σκέπαστρα.
Οι πολεμικές επιχειρήσεις στην Ήπειρο
Στις 5.30 π.μ. ξεκίνησε η ιταλική επίθεση στην Ήπειρο. Η μεραρχία “Σιένα” κινήθηκε στον δυτικό τομέα με δύο φάλαγγες, η μεραρχία “Φεράρα” με δύο φάλαγγες προς την κατεύθυνση του Καλπακίου, με σκοπό να διασπάσει την ελληνική άμυνα και να κατευθυνθεί προς τα Γιάννενα και στην Πίνδο, η μεραρχία “Τζούλια”, με πέντε φάλαγγες, με σκοπό την κατάληψη του Μετσόβου και την περικύκλωση των ελληνικών δυνάμεων. Επικεφαλής των ελληνικών δυνάμεων, ανέλαβε ο αντιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος.
Η αρχική σύμπτυξη των ελληνικών δυνάμεων προκάλυψης που έγινε βάσει σχεδίου ερμηνεύθηκε από τους Ιταλούς ως υποχώρηση και εγκατάλειψη του αγώνα. Στις 2 Νοεμβρίου εκδηλώθηκε η επίθεση των Ιταλών προς το Καλπάκι. Να σημειωθεί ότι στη μεραρχία “Φεράρα” υπήρχαν και αλβανικές μονάδες.
Λυσσαλέες ήταν οι μάχες στο ύψωμα Γκραμπάλα, το οποίο κατόρθωσαν τελικά οι ελληνικές δυνάμεις να μην περάσει σε εχθρικά χέρια. Παράλληλα, οι προσπάθειες ιταλικών αρμάτων (50-60) και 80 μοτοσικλετιστών να διασπάσουν την ελληνική αμυντική διάταξη, απέτυχε παταγωδώς – 9 άρματα και 30 μοτοσικλέτες καταστράφηκαν.
Στις 22.00 της 7 Νοεμβρίου, ιταλικές δυνάμεις καταλαμβάνουν την Γκραμπάλα, για λίγο όμως καθώς η ελληνική αντεπίθεση τις απωθεί. Στις 8 Νοεμβρίου, άρχισαν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια της ιταλικής υποχώρησης. Η υπεράσπιση της γραμμής Ελαία-Καλαμάς είχε ανατεθεί στην VIII Μεραρχία, υπό τον αντιστράτηγο Χαράλαμπο Κατσιμήτρο, ο οποίος έχοντας άριστη γνώση της περιοχής και μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητες των ανδρών του, ήταν σίγουρος για την επιτυχή αντιμετώπιση των εισβολέων.
Αντίθετα, στη Θεσπρωτία, φαινόταν ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν πολύ καλά. Τη νύχτα της 4ης προς 5η Νοεμβρίου, οι Ιταλοί πέρασαν τον Καλαμά και στις 6 Νοεμβρίου κατέλαβαν την Ηγουμενίτσα. Στις 7 Νοεμβρίου, έφτασαν στο Μαργαρίτι, που αποτέλεσε και το έσχατο σημείο της προέλασής τους. Τότε, ξεκίνησε η ελληνική αντεπίθεση και στις 13 Νοεμβρίου, οι δυνάμεις μας έφθασαν ως την Πάργα.
Ο Μουσολίνι, έχοντας θορυβηθεί, αντικατέστησε τον επικεφαλής των ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία Βισκόντι Πράσκα, με τον υφυπουργό Στρατιωτικών Ουμπάλντο Σοντού.
Στη δυτική Μακεδονία, οι ιταλικές δυνάμεις απωθήθηκαν πέρα από τα σύνορα ενώ στην Πίνδο οι επίλεκτοι αλπινιστές της Μεραρχίας “Τζούλια” συνάντησαν γενναία αντίσταση από το λεγόμενο “Απόσπασμα Πίνδου”, το οποίο είχε δημιουργηθεί μόλις στις 29 Αυγούστου 1940, με διοικητή τον ανακληθέντα έφεδρο εκ μονίμων συνταγματάρχη Πεζικού Κωνσταντίνο Δαβάκη. Η δύναμη του αποσπάσματος αυτού ήταν 2000 άνδρες. Κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες καιρικές συνθήκες, καθώς από τις 29 Οκτωβρίου άρχισε να χιονίζει στην Πίνδο, με ελάχιστο οπλισμό και χάρη στην πολύτιμη συνδρομή των χωρικών της Πίνδου, που με αυτοθυσία και όποιο μέσο διέθεταν, μετέφεραν πυρομαχικά και εφόδια στους άνδρες του Αποσπάσματος, οι ελληνικές δυνάμεις έδωσαν ένα τιτάνιο αγώνα απέναντι στις υπέρτερες και καλύτερα εξοπλισμένες ιταλικές.
Οι Ιταλοί κατάφεραν να διεισδύσουν προς Κάντζικο και Φούρκα. Στις 30 Οκτωβρίου, έφτασε στην Πίνδο ο υποστράτηγος Βασίλειος Βραχνός, διοικητής της Ι Μεραρχίας και ανέλαβε τη διοίκηση όλων των τμημάτων της Πίνδου. Στις 2 Νοεμβρίου, τραυματίστηκε βαριά στο στήθος, ο συνταγματάρχης Δαβάκης. Πολύτιμη ήταν η συνεισφορά των ανδρών του Ιππικού. Από τις 5 Νοεμβρίου, οι Ιταλοί άρχισαν να υποχωρούν και ως τις 13 Νοεμβρίου η λεγόμενη μάχη της Πίνδου είχε κριθεί με νίκη των Ελλήνων.
Οι ελληνικές απώλειες ήταν βαριές, ενώ οι Ιταλοί νεκροί και τραυματίες ξεπέρασαν τους 500 και οι αιχμάλωτοι τους 1200. Η Μεραρχία “Τζούλια” αποδεκατίστηκε.
Η ιταλική επίθεση είχε αποκρουστεί με επιτυχία. Πού οφειλόταν αυτό; Στη μαχητική ικανότητα των Ελλήνων στρατιωτών και τον επαγγελματισμό των στελεχών. Η μαεστρικά σχεδιασμένη άμυνα της Ηπείρου από τον Χ. Κατσιμήτρο και η επιμονή του να πολεμήσει στη θέση την οποία είχε επιλέξει. Στον ηρωικό αγώνα του Αποσπάσματος Πίνδου υπό τον Κ. Δαβάκη και την πολύτιμη βοήθεια των γυναικών και ανδρών των χωριών της περιοχής.
Από την άλλη πλευρά, παρά το, θεωρητικά άψογο, στρατιωτικό σχέδιο, η υπερβολική αισιοδοξία και η υποτίμηση των Ελλήνων από την πλευρά των Ιταλών ήταν καθοριστικές. Υπήρχαν επίσης αστοχίες στην αναγνώριση του εδάφους, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι καιρικές συνθήκες. Ο χειμώνας 1940-1941 θεωρείται ένας από τους χειρότερους του 20ού αιώνα.
Έγινε επίσης ένα… ακόμα ολέθριο λάθος. Οι Ιταλοί δεν εκμεταλλεύθηκαν την αρχική ελληνική υποχώρηση στα παράλια της Θεσπρωτίας και την Πίνδο και συνέχισαν να προσπαθούν να διασπάσουν τις δυνάμεις μας στην περιοχή του Καλπακίου. Το Ελληνικό Γενικό Στρατηγείο αντέδρασε σωστά και έγκαιρα και εξάλειψε τους κινδύνους που είχαν δημιουργηθεί στα άκρα της αμυντικής διάταξης.
Έτσι, ο αρχιστράτηγος Παπάγος, αφού ολοκληρώθηκε η απόκρουση της εισβολής και η εκδίωξη των Ιταλών από το ελληνικό έδαφος, διέταξε γενική αντεπίθεση, η οποία ξεκίνησε στις 14 Νοεμβρίου και οδήγησε σε απελευθέρωση μεγάλου τμήματος της Βορείου Ηπείρου. Κλείνοντας αυτό το άρθρο, θα αναφερθούμε σε μερικά, μάλλον άγνωστα γεγονότα του 1940 και σε ορισμένους ήρωες του ελληνοϊταλικού πολέμου.
Ο πρώτος νεκρός Έλληνας αξιωματικός
Στις 30/10/1940 πέντε ιταλικά αεροπλάνα Fiat CR 42 επιτέθηκαν σε δύο ελληνικά Henschel, που εκτελούσαν αναγνωριστικές πτήσεις. Η ιταλική επίθεση είχε σαν αποτέλεσμα τον θάνατο του παρατηρητή ανθυποσμηναγού Ευάγγελου Γιάνναρη, του χειριστή ανθυποσμηναγού Λάζαρου Παπαμιχαήλ και του πολυβολητή σμηνία Κωνσταντίνου Γεμενετζή.
Ο Γιάνναρης θεωρείται ο πρώτος αξιωματικός μας που σκοτώθηκε στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου. Τιμήθηκε, μετά θάνατον, όπως και ο Παπαμιχαήλ, με τον Σταυρό Ιπταμένου, ενώ ο Γεμενετζής τιμήθηκε με το Μετάλλιο Ιπταμένου.
Μαρίνος Μητραλέξης: Ο πρώτος «καμικάζι»
Στις 2 Νοεμβρίου ελληνικά PZL εμπλέκονται σε αερομαχία πάνω από τον Λαγκαδά με 27 ιταλικά βομβαρδιστικά που κατευθύνονταν προς τη Θεσσαλονίκη.
Ο υποσμηναγός Μαρίνος Μητραλέξης, όταν εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά του, “πήρε την ουρά” ενός ιταλικού βομβαρδιστικού. Παρά τα συνεχή πυρά, ο παράτολμος αξιωματικός με την έλικα του αεροσκάφους του έκοψε το πηδάλιο ουράς του εχθρικού βομβαρδιστικού, το οποίο μετά από περιδίνηση συνετρίβη στο έδαφος. Ο χειριστής του ιταλικού αεροσκάφους σκοτώθηκε, ενώ τα 4 άλλα μέλη του πληρώματος το εγκατέλειψαν με τη χρήση αλεξίπτωτου.
Ο πραγματικά απίστευτος υποσμηναγός Μητραλέξης, παρά το ότι η έλικα του αεροσκάφους του είχε στρεβλώσει, κατάφερε να προσγειωθεί κοντά στο σημείο όπου είχε συντριβεί το ιταλικό βομβαρδιστικό και έπειτα, με το ατομικό του περίστροφο, συνέλαβε (!) τους έκπληκτους Ιταλούς(!!!)
Για την ενέργειά του αυτή τιμήθηκε με το Αριστείο Ανδρείας, την ανώτατη ηθική διάκριση που απονέμεται σε καιρό πολέμου.
Το συμβάν, το οποίο απασχόλησε για ημέρες τον ελληνικό και ξένο τύπο, επιβεβαίωσε με συνέντευξή του στην εφημερίδα “Πρωία” της 17/11/1940 ένας από τους Ιταλούς διασωθέντες-αιχμαλώτους, ο ανθυποσμηναγός Μπρουσόλο Γκαριμπάλδο.
Την 1η Νοεμβρίου 1940 πέντε ιταλικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη επιτέθηκαν στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Ο θρυλικός “Αβέρωφ”, σχεδόν 30 χρόνια μετά τα κατορθώματά του στο Αιγαίο, με τα αντιαεροπορικά πυροβόλα του, δεν επέτρεψε την κάθοδο των εχθρικών αεροσκαφών σε χαμηλό ύψος σκόπευσης.
Πολύτιμη ήταν και η συνδρομή αεροσκαφών της τότε ΕΒΑ (Ελληνική Βασιλική Αεροπορία) που καταδίωξε τα ιταλικά βομβαρδιστικά.
Ο Κωνσταντίνος Δαβάκης γεννήθηκε στα Κεχριάνικα Λακωνίας το 1897. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και το Παρίσι. Διακρίθηκε στις μάχες της Δοϊράνης και του Σκρα και τη μικρασιατική εκστρατεία. Μετά τον τραυματισμό του στην Πίνδο, νοσηλεύτηκε στην Αθήνα. Τον Δεκέμβριο του 1942 οι ιταλικές δυνάμεις τον συνέλαβαν. Κατά τη μεταφορά του στην Ιταλία, το πλοίο Τσιτά ντι Τζένοβα τορπιλίστηκε κοντά στις ακτές της Αλβανίας. Η σορός του αναγνωρίστηκε και ενταφιάστηκε στην Αυλώνα.
Ο Χαράλαμπος Κατσιμήτρος γεννήθηκε το 1886 στο χωριό Κλειστό(ν) ή Κλειστό(ς) Ευρυτανίας. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στον Στρατό το 1904 ως εθελοντής. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία. Μετά τη γερμανική εισβολή, υπήρξε υπουργός (16/4/1941 – 20/9/1941) της κυβέρνησης Τσολάκογλου. Το 1945 καταδικάστηκε σε κάθειρξη 5,5 ετών για “διευκολύνσεις” που παρείχε στις δυνάμεις κατοχής και αποπέμφθηκε από το στράτευμα με τον βαθμό του αντιστράτηγου. Ωστόσο, το 1949 χαρίστηκε το υπόλοιπο της ποινής του και το 1953 αποκαταστάθηκε αναδρομικά με επαναφορά του βαθμού του αντιστράτηγου ε.α. και όλων των παρασήμων του.
Ο σπουδαίος Ιταλός πολιτικός Αλεσάντρο Νάτα (1918-2001) πήρε μέρος στον πόλεμο του ’40. Απόσπασμα της συνέντευξής του στην ΕΡΤ και τον Δημήτρη Δεληολάνη μπορείτε να δείτε παρακάτω, προκειμένου να σχηματίσετε μια άποψη και για το πώς είδαν οι Ιταλοί τον πόλεμο με την Ελλάδα.
Πηγή: Protothema.gr