Με ένα φρούριο της Κρήτης, με μεγάλη ιστορία, το Φραγκοκάστελο, θα ασχοληθούμε στο σημερινό μας άρθρο. Με ιστορία αιώνων, το Φραγκοκάστελο έχει συνδεθεί επίσης και με τους Δροσουλίτες, με τους οποίους θα ασχοληθούμε εκτενώς στο τρίτο μέρος του άρθρου.
Το Φραγκοκάστελο
Ίχνη ανθρώπινης παρουσίας γύρω απ’ το Φραγκοκάστελο, υπάρχουν από τα προϊστορικά χρόνια. Εκτεταμένες ήταν και οι ρωμαϊκές θέσεις, ενώ η ακμή της περιοχής φαίνεται ότι συνεχίστηκε και κατά τα πρωτοβυζαντινά χρόνια (6ος αιώνας).
Με τις αραβικές επιδρομές του 7ου αιώνα, φαίνεται ότι αρχίζει η παρακμή και η εγκατάλειψη της περιοχής. Μετά την αραβοκρατία (823-961), η οικιστική δομή της Κρήτης αλλάζει σημαντικά και δημιουργούνται νέοι οικισμοί στην ενδοχώρα.
Στα χρόνια της Βενετοκρατίας (1204-1669), η σημερινή περιοχή των Σφακίων, ανήκει σχεδόν ολόκληρη στην οικογένεια των Σκορδύληδων, από την οποία κατάγονταν οι μεγάλες οικογένειες των Πατέρων και των Παπαδόπουλων που κυριαρχούσαν στα ανατολικά Σφακιά.
Τον 14ο αιώνα, χτίζεται ο ανάλογος ναός του Μιχαήλ Αρχαγγέλου (στα Σφακιά ονομάζεται “Α(ρχι)στράτηγος”), στη θέση άλλης βασιλικής. Την ίδια περίοδο, υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη των οικισμών Πατσιανός, Καψοδάσος και Σκαλωτή, κοντά στην πεδιάδα.
Ήδη από το 1340, οι φεουδάρχες των Χανίων έστειλαν στη Βενετία τον ευγενή Tomaso Vizzamano για να μεταφέρει αιτήματά τους. Ανάμεσα σ ’αυτά και η οικοδόμηση φρουρίου στη θέση Άγιος Νικήτας. Η αρχική απάντηση των Βενετών, ήταν ότι για την αναγκαιότητα και τη χρηματοδότηση του έργου, θα έπρεπε να απευθυνθούν στον Δούκα και το Συμβούλιο της Κρήτης. Το ίδιο έγινε και δυο χρόνια αργότερα. Τελικά, το 1371, οι Βενετοί δέχτηκαν τα πιεστικά αιτήματα των Κρητικών και αποφάσισαν ότι είναι ανάγκη να οικοδομηθεί ένα φρούριο “in loco vocato Sancto Nicheta, ad mare austri, ubi est bonus portus et aqua fontana” (“στον τόπο που ονομάζεται Άγιος Νικήτας, στη θάλασσα του νότου, όπου υπάρχει καλό (ασφαλές) λιμάνι και πηγές νερού”).
Το 1371, ξεκίνησε λοιπόν η κατασκευή του κάστρου, με πέτρες από τα ερείπια αρχαίου κοντινού οικισμού. Ωστόσο, οι Βενετοί συνάντησαν δυσκολίες, καθώς, ό,τι έχτιζαν την ημέρα, καταστρεφόταν το βράδυ από έξι αδέλφια, τους Πατσούς ή Πατσιανούς. Τελικά αυτοί συνελήφθησαν και απαγχονίστηκαν στο εσωτερικό του κάστρου για παραδειγματισμό.
Το φρούριο ολοκληρώθηκε το 1374. Οι Βενετοί το ονόμασαν αρχικά “κάστρο του Αγίου Νικήτα”, από τη γειτονική εκκλησία, τελικά επικράτησε όμως η ονομασία Φραγκοκάστελο, δηλαδή φρούριο των Φράγκων, των καθολικών. Με αυτή την ονομασία Castel franco ή Franco Castello, το βρίσκουμε σε έγγραφα και χάρτες της εποχής.
Το 1570, επί Βενετοκρατίας, κατέλαβε το φρούριο ο Γεώργιος Καντανολέος ή Γαδανολέος, έχοντας ξεσηκώσει αρκετούς Κρητικούς. Χρησιμοποίησε το Φραγκοκάστελο ως ορμητήριο για τις επιχειρήσεις του. Τελικά, η επανάσταση απέτυχε.
Σχεδόν ερειπωμένο το βρήκε ο γενικός προβλεπτής Nikolo Dona(1593-1597), ο οποίος το ανακατασκεύασε, όπως αναφέρει ο Ιταλός αρχαιολόγος Giuseppe Gerola.
Λίγα χρόνια αργότερα, μεγάλες επισκευές κάνει και ο προβλεπτής των Σφακίων. Το 1631, ο μηχανικός Rafaello Monanni, ο οποίος μας άφησε κι ένα λεπτομερές σχέδιο του Φραγκοκάστελου, σημειώνει ότι το φρούριο “είναι με ψηλούς τοίχους, με τέσσερις πύργους, όχι πολύ παλιό, αλλά ακατοίκητο”.
Στα Ορλοφικά (1770), το φρούριο χρησιμοποιήθηκε για στρατοπέδευση των τουρκικών στρατευμάτων που είχαν σταλεί εναντίον των επαναστατημένων Σφακιανών. Σ’ αυτό παραδόθηκε στους Τούρκους το 1770 ο Σφακιανός οπλαρχηγός Ιωάννης Βλάχος ή Δασκαλογιάννης, μαζί με προκρίτους της περιοχής. Στη συνέχεια οδηγήθηκε στο Ηράκλειο, όπου γδάρθηκε ζωντανός…
Χατζημιχάλης Νταλιάνης
Άρρηκτα συνδεδεμένος με τη νεότερη ιστορία του Φραγκοκάστελου είναι ο Ηπειρώτης οπλαρχηγός του 1821 Χατζημιχάλης Νταλιάνης. Πρόκειται για έναν παράτολμο, σχετικά άγνωστο ήρωα που διέθεσε σχεδόν όλη την περιουσία του για τις ανάγκες του Αγώνα.
Το Νταλιάνης προέρχεται από το νταλιάνι (τύπος εμπροσθογεμούς ντουφεκιού που χρησιμοποιήθηκε ευρέως κατά την Επανάσταση του ’21).
Στις αρχές του 1826, ηγήθηκε εκστρατείας στον Λίβανο. Εκτός απ’ τον Νταλιάνη, επικεφαλής της εκστρατείας αυτής που έγινε χωρίς την έγκριση της κυβέρνησης, ήταν οι Βάσος Μαυροβουνιώτης και Νικόλαος Κριεζιώτης. Τα έξοδα των 800 ανδρών που πήραν μέρος σ’ αυτή την, αποτυχημένη τελικά, εκστρατεία (Φεβρουάριος-Μάρτιος 1826) καταβλήθηκαν από τον Χατζημιχάλη Νταλιάνη (σε προσεχές μας άρθρο θα ασχοληθούμε εκτενώς με αυτήν).
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, πήρε μέρος τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο του 1826 σε επιχειρήσεις του Καραϊσκάκη στη βορειοδυτική Αττική εναντίον των τουρκικών φρουρών που προορίζονταν για την ενίσχυση της πολιορκίας της Ακρόπολης και στη συνέχεια, πάλι με τον Καραϊσκάκη, στην προσπάθειά του, να βοηθήσει τους πολιορκημένους στην Ακρόπολη.
Μετά τον θάνατο του Καραϊσκάκη στο Φάληρο (Απρίλιος 1827), πήγε στην Κρήτη και στις 5 Ιανουαρίου 1828, επικεφαλής πεζών και 100 ιππέων αποβιβάστηκε στη Γραμβούσα και στη συνέχεια μετακινήθηκε στα Σφακιά στις αρχές Μαΐου.
Οι Κρητικοί οπλαρχηγοί τον ενημέρωσαν ότι δεν θα είχαν καμία τύχη αν έμεναν στο Φραγκοκάστελο και του πρότειναν να πάνε στα γύρω βουνά για να αντιμετωπίσουν τους Τουρκαλβανούς του Μουσταφά πασά, βαλή της Κρήτης, παλιού γνωστού του Νταλιάνη από την Κωνσταντινούπολη.
Τις εχθρικές δυνάμεις αποτελούσαν 4.000 πεζοί και 400 ιππείς, ενισχυμένοι με τρία κανόνια και ένα βομβοβόλο.
Στο ανατολικό τμήμα του φρουρίου, βρισκόταν ο Χατζημιχάλης με τους ιππείς και άλλους άνδρες. Ο Ηπειρώτης οπλαρχηγός πολέμησε γενναία. Μάλιστα, σε μία έξοδό του, σκότωσε πολλούς Τουρκαλβανούς και προκάλεσε πανικό στους εχθρούς. Στην προσπάθειά του όμως να επιστρέψει στο Φραγκοκάστελο, ένας Τούρκος καβαλάρης τον αποκεφάλισε με το γιαταγάνι του. Το κεφάλι του γενναίου Νταλιάνη κατέληξε σαν πεσκέσι τον Μουσταφά πασά που παρακολουθούσε τις συμπλοκές από μια θέση του Θυμέ.
Οι πολιορκημένοι κράτησαν το κάστρο μια βδομάδα ακόμα τρώγοντας άψητα κρέατα από πρόβατα που είχαν φέρει ζωντανά αφού δεν είχαν ξύλα για ν’ ανάψουν φωτιά ούτε και νερό. Μαθαίνοντας οι Σφακιανοί τις δυσάρεστες εξελίξεις, έτρεξαν σε βοήθεια των πολιορκημένων.
Οι Δροσουλίτες (ή Δροσίτες)
Το Φραγκοκάστελο, το οποίο κατέστρεψε το 1828 ο Μουσταφά πασάς, επισκευάστηκε αργότερα από τους Οθωμανούς, που το θεωρούσαν απαραίτητο για να αντιμετωπίσουν τους ατίθασους και διαρκώς εξεγερμένους Κρητικούς.
Οι ηλικιωμένοι, διηγούνται πολλές ιστορίες για τους Δροσουλίτες.
“Τους είδα με τα μάτια μου, όχι μία αλλά εκατό φορές. Όχι μόνο Μάη, αλλά όλο το χρόνο. Αρκεί να ξυπνάς πριν τα χαράματα και να έχεις υπομονή. Εδώ και πενήντα χρόνια τους βλέπω, κανονικούς ανθρώπους να μπαίνουν στο κάστρο. Δεν είναι παραμύθι, αν τους δεις θα το πιστέψεις”, διηγήθηκε στον Νικόλαο Κουμαρτζή (“Κάστρα & Θρύλοι στην Ελλάδα”) πριν μερικά χρόνια ,ο 87χρονος τότε, Σφακιανός κυρ – Γιώργος.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ο κάτοικος της περιοχής Γεώργιος Παπαδάκης, είπε στον Γ. Π. Γκίκα:
“Όταν είναι μπουνάτσα και η θάλασσα είναι ήσυχη σαν το γάλα, όλη τη χρονιά φαίνουνται οι Δροσουλίτες. Εγώ τους είδα και Γενάρη ακόμα. Είναι άνθρωποι δύο μέτρα ύψος, φορούνε ρούχα σταχτιά και η φάλαγγα τραβάει κατά τα’ ανατολικά. Είναι οι ψυχές των αποθαμένων, αυτουνών που σκοτώθηκαν επαέ, στο Φραγκοκάστελο, τότες με τον Νταλιάνη…”.
Το 1942, μάρτυρες της παρουσίας των Δροσουλιτών, ήταν οι Γερμανοί κατακτητές! Ένα πρωινό, λίγο πριν βγει ο ήλιος, Γερμανοί στρατιώτες ενός φρουρίου κοντά στο Φραγκοκάστελο είδαν αρκετούς ανθρώπους, σε παράταξη και οπλισμένους, να περπατούν και να μπαίνουν στο εσωτερικό του κάστρου.
Τελικά οι σκιές χάθηκαν στο κάστρο και οι Γερμανοί ζήτησαν να μην έρθουν ενισχύσεις. Επειδή όμως δεν πίστεψαν απόλυτα την ιστορία με τους Δροσουλίτες, ανέκριναν όλους τους κατοίκους της περιοχής, ρωτώντας με επιμονή για τις μυστηριώδεις σκιές του Φραγκοκάστελου!
Μερικές ερμηνείες για τους Δροσουλίτες
Ο μοναδικός θρύλος των Δροσουλιτών, έχει περάσει τα ελληνικά σύνορα και έχει γίνει γνωστός και στο εξωτερικό, ως ένα αυθεντικό επαναλαμβανόμενο ανεξήγητο φαινόμενο. Με τους Δροσουλίτες ασχολήθηκαν πολλοί επιστήμονες (ακόμα και ψυχίατροι!).
(Νικόλαος Κουμαρτζής, “Κάστρα & Θρύλοι στην Ελλάδα”)Πάντως, οι Δροσουλίτες αποτελούν σπάνιο οπτικό φαινόμενο και για να εμφανιστούν θα πρέπει να υπάρχουν οι κατάλληλες ατμοσφαιρικές συνθήκες, την κατάλληλη εποχή (τέλη Μαΐου).
Ο Γ.Π. Γκίκας, γράφει: “Οι Δροσουλίτες, ας πούμε, δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά ένα από φαινόμενο φυσικό. Το τοπίο, η φύση και οι δροσοσταλίδες της πρωινής άχνας, μετατρέπουν την πραγματικότητα σε ουτοπία, που, εμείς, την αιχμαλωτίζουμε σε κάμποσες σελίδες και την μεταβάλουμε σε μιαν αλαφροΐσκιωτη αναγκαιότητα για εθνωφελή διδαχή».
Οι Δροσουλίτες δεν παύουν να αποτελούν ένα μυστήριο. Και όσοι είναι τυχεροί ή αλαφροΐσκιωτοι, αν βρεθούν χαράματα του Μαΐου στο Φραγκοκάστελο, θα τους δουν να βαδίζουν σε άρτια στρατιωτική παράταξη προς το κάστρο εκεί όπου πριν από 190 χρόνια δόθηκε μια από τις αμέτρητες σκληρές μάχες των Ελλήνων για τη λευτεριά…
Πηγές: Νικόλαος Κουμαρτζής, «Κάστρα & Θρύλοι στην Ελλάδα», εκδόσεις Δαιδάλεος, Θεσσαλονίκη 2017.
Γιάννης Π. Γκίκας, «Κάστρα – Ταξίδια, στην Ελλάδα του Θρύλου και της Πραγματικότητας», Β’ Τόμος, Εκδοτικός Οίκος «Αστήρ», 1991 (Β’ Έκδοση). Στρατής Αλ. Μολίνος, «Θρύλοι των Κάστρων μας», Εκδόσεις Φιλιππότη, 1995.
Μ.Γ. Ανδιανάκης. «Το Φρακγκοκάστελλο των Σφακίων», Αθήνα: Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, 1998.