Το «Γ1ΟΧ4Ν» είναι ο τίτλος της αυτοβιογραφίας του Γιόχαν Κρόιφ, του Ολλανδού μάγου της μπάλας. Το τεράστιο ταλέντο αλλά και η εξαιρετική, πραγματικά σπάνια, ευφυία δεν θα μπορούσαν να χωρέσουν σε μια συμβατική εξιστόρηση. Γι’ αυτό και το «Γ1ΟΧ4Ν» δεν είναι ένα συνηθισμένο βιβλίο, ένας τόμος που απλώς προστέθηκε στην διεθνή αθλητική «φιλολογία». Κατ’ αρχάς ο ασυνήθιστος τίτλος περιλαμβάνει τον αγαπημένο αριθμό στη φανέλα του Κρόιφ, το 14.
Ταυτόχρονα όμως υποδηλώνει έμμεσα τον κοφτερό του νου, την δημιουργική του σκέψη, το προσόν που τον έκανε στ’ αλήθεια ανίκητο. Διότι μπορεί ο Γιόχαν Κρόιφ να έγραψε ιστορία ντριμπλάροντας με τον ώμο, στην ουσία όμως δεν ήταν αυτό το κομμάτι του οργανισμού του που άφησε άγαλμα τον αντίπαλό του. Δεν ντρίμπλαρε με τον ώμο, αλλά με το μυαλό.
«Δεν ήμουν πάντα κατανοητός από τους άλλους, ούτε ως ποδοσφαιριστής, ούτε ως προπονητής και φυσικά σε οτιδήποτε άλλο έκανα μετά από αυτά» γράφει χαρακτηριστικά ο Κρόιφ στο βιβλίο του. Για να συμπεράνει ο ίδιος «αλλά τι να κάνουμε; Ούτε ο Ρέμπραντ, ούτε ο Βαν Γκογκ υπήρξαν κατανοητοί στην εποχή τους. Τελικά αυτό είναι το επιμύθιο. Οι άνθρωποι δεν σταματούν να σε ενοχλούν, μέχρι να σε θεωρήσουν ιδιοφυΐα…»
Η ψευδο-μετριοφροσύνη δεν έχει καμία θέση στην αυτοβιογραφία του Γιόχαν Κρόιφ. Ούτε όμως και η έπαρση -ακόμη και μια δικαιολογημένη δόση οίησης από έναν άνθρωπο που άλλαξε το παγκόσμιο ποδόσφαιρο, τόσο ως παίκτης, όσο και ως προπονητής. Σε αντίθεση με όλα αυτά, το «Γ1ΟΧ4Ν» είναι κυρίως ένα διδακτικό βιβλίο: Διαβάζοντάς το δεν μαθαίνεις την ιστορία του μεγάλου Κρόιφ. Μαθαίνεις μπάλα με την ευρεία έννοια, δηλαδή παίρνεις μαθήματα ζωής.
Ιδού ένα από αυτά τα διδάγματα που με γενναιοδωρία μοιράζεται ο Γιόχαν Κρόιφ με τους αναγνώστες του: «Πιστέψτε με, δεν υπάρχει κανένας στο ποδόσφαιρο που να ξέρει περισσότερα για τακτικές, τεχνική και προπόνηση νέων από μένα, οπότε ποιο το νόημα να διαφωνήσεις μαζί μου; Είναι εντελώς άσκοπο. Αν κάνεις κάτι διαφορετικό, θα είναι λάθος, επομένως άκουσέ με, δέξου τη συμβουλή μου και προσπάθησε να κερδίσεις κάτι από αυτό. Πόσο αθεράπευτα εγωιστής πρέπει να είσαι αν δεν μπορείς να το αντιληφθείς αυτό; Ευτυχώς για μένα, άκουγα πάντα όλους αυτούς τους ιδιαίτερους ανθρώπους, οι οποίοι τελικά με καθοδήγησαν στη σωστή κατεύθυνση».
Στο τελευταίο σαλόνι του «Γ1ΟΧ4Ν» στιγμιότυπο από τον περίφημο τελικό του Γουέμπλεϊ: 1971, Κρόιφ και Άγιαξ εναντίον Παναθηναϊκού
Στο βιβλίο του ο Κρόιφ δεν αναλώνεται και δεν καταναλώνει και την υπομονή του αναγνώστη σε λεπτομέρειες των θριάμβων του. Σκιαγραφεί αδρά, θα έλεγε κανείς, την εκπληκτική του καριέρα στα γήπεδα. Αυτό που φαίνεται να τον απασχολεί κατά απόλυτη προτεραιότητα, είναι να μεταδώσει το απόσταγμα της εμπειρίας του στις επόμενες γενιές. Και όχι μόνο ποδοσφαιριστών.
Με πραγματισμό, ευθύβολα και με αξιοθαύμαστη οικονομία λέξεων, ο Κρόιφ μιλά για όλα: Για τα παιδικά του χρόνια μέσα στην ανέχεια, για την οικογένειά του, για τον Άγιαξ και την Εθνική Ολλανδίας, για την Μπαρτσελόνα και τις λιγότερο φωτεινές περιόδους της διαδρομής του ως ποδοσφαιριστή ή προπονητή. Μιλά επίσης για τις αποτυχίες, για το πόσο δύσκολο ήταν να βλέπει τον γιο του να προσπαθεί να κάνει τη δική του καριέρα ως ποδοσφαιριστή. Αναφέρεται στις κόντρες και τις απογοητεύσεις χωρίς περιστροφές, όπως και για τα προβλήματα υγείας και το διπλό μπάι-πας. Με κάποιο τρόπο ο Κρόιφ μιλά ακόμη και για τον πρόωρο θάνατό του, το 2016 σε ηλικία 68 ετών.
Αναμφίβολα το θάρρος και ο ρεαλισμός είναι τα δύο βασικά συστατικά του Γιόχαν Κρόιφ ως συγγραφέα. Και να ένα χωρίο που το πιστοποιεί: «Ναι, είμαι επιθετικός. Δεν φοβάμαι κανέναν και είμαι συνηθισμένος να δημιουργώ. Αυτός είναι ο λόγος που δεν αισθάνθηκα ποτέ ντροπή στη ζωή μου, ακόμα κι όταν έχασα εκατομμύρια σε εκείνη τη φάρμα γουρουνιών, διότι είδα αμέσως πόσο αφελώς συμπεριφέρθηκα. Εξάλλου, γιατί κάποιος που είναι τόσο καλός στο ποδόσφαιρο και ξέρει τόσα πολλά γι’ αυτό θα έπρεπε ξαφνικά να είναι ειδικός στα… γουρούνια; Αν τολμάς να κοιτάς με ειλικρίνεια τον εαυτό σου στον καθρέφτη, τότε διαπιστώνεις πως δεν υπάρχει χώρος για ντροπή, αρκεί φυσικά να έχεις πάρει το σωστό μάθημα από την κάθε περίπτωση, να μαθαίνεις από τα λάθη σου και να τα αξιοποιείς για να συνεχίζεις την πορεία σου. Τότε, όντως, σε ορισμένες περιπτώσεις προκύπτει το θέμα της εκδίκησης, κάτι στο οποίο ευτυχώς ήμουν πάντα πολύ καλός».
Ένα από τα «μαγικά» στοιχεία του «Γ1ΟΧ4Ν» δεν είναι, προφανώς, το ότι απαρτίζεται από 14 κεφάλαια. Αυτό είναι έως και προβλέψιμο. Το καλύτερο όμως το πώς ο Κρόιφ συνδυάζει τις αναμνήσεις παρελθουσών ποδοσφαιρικών εποχών, την εικόνα του αθλήματος προ της διάδοσης του Total Football από τον ίδιον ως διαδόχο του Ρίνους Μίχελς, με ό,τι ισχύει σήμερα. Το πώς ο Νέεσκενς και ο Πελέ συναντά τον Ζιντάν, τον Γκουαρδιόλα αλλά ακόμη και τον Μέσι. Η μεγαλοφυία του Κρόιφ φαίνεται ακόμη και στο πώς θέλησε να αυτοβιογραφηθεί: Με έναν δημιουργικό, ευφάνταστο αλλά και κατά βάθος σοφά προσχεδιασμένο, μαθηματικά συντεταγμένο τρόπο.
«Σκεφτείτε τη σοφία που έκρυβε η τοποθέτηση στο κέντρο της άμυνας των Ρόναλντ Κούμαν και Πεπ Γκουαρντιόλα, δύο επιθετικογενών ποδοσφαιριστών που είχαν, μάλιστα, και ευχέρεια στο σκοράρισμα» γράφει ο Κρόιφ σχετικά με κάποιες από τις πλέον αμφιλεγόμενες αλλά και ευφυείς λύσεις που εφάρμοσε στην Μπαρτσελόνα ως προπονητής. «Κανείς τους δεν ήταν ένας καθαρός αμυντικός, όμως, στην πράξη το σχέδιο αποδείχθηκε αποτελεσματικό, αφού η άμυνα είναι στην πραγματικότητα θέμα τοποθέτησης, ευκινησίας και δημιουργικής σκέψης. Αν όλα αυτά τα χαρακτηριστικά υπάρχουν στους παίκτες της ομάδας σου, τότε πολύ απλά δεν χρειάζεται να αμύνεσαι!»
Και επειδή τα πιο σύνθετα ζητήματα είναι στην ουσίας τους απλούστατα, αρκεί να ξέρεις να ιεραρχείς τις προτεραιότητες, ο Γιόχαν Κρόιφ προσφέρει έτοιμες λύσεις: «Για μένα προσωπικά δεν έχει την παραμικρή σημασία αν θα επιλέξεις το 4-3-3, το 4-4-2 ή το 5-3-2. Το θέμα είναι να μπορείς να προσαρμόζεις κάθε φορά την ομάδα στο είδος παιχνιδιού που χρειάζεται, ώστε να εξασφαλίσεις πλεονέκτημα από τον αντίπαλο και να μετατρέψεις τα προτερήματά του στο γήπεδο σε αδυναμίες. Το να υποχρεώσεις τον αντίπαλό σου να παίξει άσχημα είναι κι αυτό μια μορφή ‘τέχνης’ και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ατομικά χαρακτηριστικά των ποδοσφαιριστών που χρησιμοποιείς».
Τελικά ποιος είναι ο Γιόχαν Κρόιφ όπως περιγράφεται στο «Γ1ΟΧ4Ν»; Ο ίδιος έχει προνοήσει να μην αφήσει απορίες: «Μια φορά με ρώτησαν πώς θα ήθελα να με θυμούνται σε 100 χρόνια από τώρα. Ευτυχώς δεν ανησυχώ γι’ αυτό τόσο πολύ, αφού δεν θα είμαι εδώ! Αλλά αν έπρεπε να δώσω υποχρεωτικά μια απάντηση, θα ήταν κάτι του τύπου ‘σαν έναν υπεύθυνο άνθρωπο του αθλητισμού’. Αν έπρεπε να κριθώ μόνο ως ποδοσφαιριστής, τότε ολόκληρη η ζωή μου θα οριζόταν από μαι περίοδο 15-20 ετών και ειλικρινά νομίζω ότι αυτό θα ήταν πολύ περιοριστικό. Το ταλέντο μου στο ποδόσφαιρο ήταν θεόσταλτο. Δεν έκανα τίποτα για να το κερδίσω. Απλώς ήταν γραφτό να παίξω ποδόσφαιρο και να κάνω ακριβώς ό,τι ήθελα».
Το «Γ1ΟΧ4Ν» είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο -κι αυτό ισχύει για μια σειρά από λόγους, όπως πχ ότι τυγχάνει απίθανα καλογραμμένο και εξίσου καλά μεταφρασμένο. Διαβάζεται το ίδιο ευχάριστα από κάθε κατηγορίας αναγνώστη. Οι γνώστες, όσοι δηλαδή έχουν ενσωματωμένη μνήμη άπειρων terrabite στον εγκέφαλό τους περί το παγκόσμιο ποδόσφαιρο, επ’ ουδενί θα νιώσουν ότι διαβάζουν πράγματα ήδη γνωστά. Από την άλλη, ακόμη και όποιος γνωρίζει απλώς ότι το ποδόσφαιρο παίζεται μεταξύ πολυεκατομμυριούχων με πολλά τατουάζ και κουαφίρ στα φρύδια, δεν θα κουραστεί με διηγήσεις που θα συνέπαιρναν μόνο τις ταγμένες «μπαλαδόφατσες».
Πέρα από οτιδήποτε άλλο, όμως, το «Γ1ΟΧ4Ν» είναι μια πολύτιμη έκδοση, κυρίως διότι στα ελληνικά, πλην ελαχιστότατων εξαιρέσεων που υπαγορεύονται από το ευκαιριακό μάρκετινγκ, επικρατεί απόλυτη ερημία στην καλή αθλητική «λογοτεχνία». Το κατεστημένο αυτό επιχειρεί να σπάσει εδώ και λίγο καιρό, με ρομαντισμό και ηρωικές προσπάθειες, ο δημοσιογράφος Θανάσης Ασπρούλιας. Στήνοντας έναν one man εκδοτικό οίκο, την MVPublications, τολμά να θέτει σε κυκλοφορία προσεκτικά επιλεγμένους τίτλους, σε πολυτελείς, πραγματικά φροντισμένες με το πάθος του αληθινού ερασιτέχνη εκδόσεις.