«Γνωριμία της Σάρκας»: Στους κινηματογράφους ξανά η πρωτοποριακή ταινία του 1971

– «Θα προτιμούσες να αγαπάς ή να σε αγαπάει μια κοπέλα;» Έτσι ξεκινάει η «Γνωριμία της σάρκας», η πρωτοποριακή ταινία από το 1971. Έχουμε εισέλθει στη χειρότερη κινηματογραφική περίοδο της χρονιάς (κάθε χρόνο τέτοια εποχή, η ίδια ξηρασία), και η επανέκδοση της ταινίας του Μάικ Νίκολς (από Πέμπτη 25/7) αποτελεί όαση.

Η ιστορία εκ πρώτης όψεως ακούγεται απλή: η ταινία αφηγείται τη φιλία ανάμεσα σε δυο άντρες – από τα φοιτητικά τους χρόνια μέχρι τα 40-κάτι τους – εστιάζοντας στη σχέση του καθένα με τις γυναίκες και το σεξ. Ο ένας (Τζόναθαν) σχετίζεται με τις γυναίκες ερωτικά και ο άλλος (Σάντι) διανοητικά. Κανείς τους δεν είναι ευτυχισμένος.

Τίποτα δεν είναι απλό όμως στην ταινία. Αρχικά, πρωταγωνιστές είναι ο Τζακ Νίκολσον και ο Αρτ Γκαρφάνκελ, κολοσσοί κι οι δύο σήμερα, σε διαφορετικές φάσεις της ανερχόμενης καριέρας τους τότε.

«- Σάντι: Ξέρεις, η εμφάνιση δεν είναι το παν.
– Τζόναθαν: Πίστεψέ με, η εμφάνιση είναι το παν.»

Ο Νίκολσον είχε ήδη τραβήξει την προσοχή με τον «Ξέγνοιαστο καβαλάρη» και το «Πέντε εύκολα κομμάτια», αλλά εδώ είναι η πρώτη μεγάλη ταινία του, στην οποία μάλιστα φυτεύει τους σπόρους του χαρακτηριστικού διαβολικού ερωτισμού, τον οποίο αργότερα θα εξέλισσε και ακόνιζε με τέτοια μαεστρία σε ταινίες όπως «Οι μάγισσες του Ίστγουϊκ», ο «Μπάτμαν» (ως Τζόκερ) και η «Τιμή των Πρίτζι». Μέχρι και απόηχο από «Λάμψη» κουβαλά σε μια σκηνή που μαλώνει με την συμπρωταγωνίστριά του, Αν Μάργκρετ.

Ο Αρτ Γκαρφάνκελ είχε μόλις χωρίσει δρόμους με τον Πολ Σάιμον, μετά το διθυραμβικό τελευταίο άλμπουμ τους «Bridge over Troubled Water». Μαζί του είχε γράψει τη μουσική για τον «Πρωτάρη» και είχε προλάβει ήδη να παίξει στο «Catch 22», και τα δύο έργα του Μάικ Νίκολς. Αλλά κανείς δεν είχε καταλάβει ακόμα αν μπορούσε να περάσει ως ηθοποιός. Εδώ αυτό άλλαξε, όπως ακριβώς το ίδιο συνέβη και με τις δυο πρωταγωνίστριες της ταινίας, την Κάντις Μπέργκεν και την Αν Μάργκρετ που κανείς δεν τις είχε πάρει ως τότε στα σοβαρά. Όχι μόνο απέδειξαν τις ερμηνευτικές τους ικανότητες, αλλά η Μάργκρετ ήταν συν τοις άλλοις υποψήφια για Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου.

Ο Μάικ Νίκολς είναι από τους καλύτερους και αγαπημένους σκηνοθέτες στην Αμερική. Πρώτη του ταινία ήταν το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» με την Ελίζαμπεθ Τέιλορ και τον Ρίτσαρντ Μπέρτον το 1966, το οποίο ακολούθησε με το σερί «Πρωτάρης» (Όσκαρ Σκηνοθεσίας, με τη δεύτερη ταινία του), «Catch 22» και «Γνωριμία με τη σάρκα». Στα 80s έκανε άλλο σερί, με τη Μέριλ Στριπ αυτή τη φορά, στα «Η εξαφάνιση της Κάρεν Σίλκγουντ» και «Φλερτάροντας τη ζωή».

Ήταν αυτός που κατάφερε να μεταφέρει με τέτοια ευαισθησία το δραματικό έπος του Τόνι Κούσνερ «Angels in America» σε μίνι σειρά. Πιο πρόσφατα, στα 00s, σκηνοθέτησε το υποψήφιο για Όσκαρ «Closer» με το κουαρτέτο της επιτυχίας Νάταλι Πόρτμαν-Κλάιβ Όουεν-Τζούλια Ρόμπερτς-Τζουντ Λο.

Και δεν ξεχνάμε ποτέ πως ήταν ο άνθρωπος πίσω από το «Εργαζόμενο κορίτσι» με τη Μέλανι Γκρίφιθ και το Χάρισον Φορντ. Σνίκερς και φούστα, forever. Παρ’ όλαααα αυτά, η «Γνωριμία της σάρκας» παραμένει μια από τις καλύτερες ταινίες του και έχει ένα από τα πιο καταπληκτικά φινάλε του σινεμά (δε θα βγάλω κιχ). Ανάμεσα στους φαν της, ήταν ο Μάρλον Μπράντο, ο οποίος την έβλεπε κατ’ επανάληψη, και ο σκηνοθέτης Νιλ ΛαΜπιουτ.

«- Μπόμπι: Παντρέψου με Τζόναθαν! Σε παρακαλώ, σε παρακαλώ!
– Τζόναθαν: Προσπαθείς να με σκοτώσεις.»

Τον Νίκολς τον ενδιαφέρουν οι ανθρώπινες σχέσεις, και όσα τις κάνουν ακριβώς ανθρώπινες, ήτοι τα λάθη, τα πάθη και οι αποτυχίες. Εδώ, δημιουργώντας μια σκοτεινή, σκληρή συνέχεια του «Πρωτάρη», εκθέτει την αδυναμία στη σύνδεση μεταξύ ανθρώπων.

Γι’ αυτό και είναι μια ταινία που προκαλεί αμηχανία – ακριβώς όπως η τελευταία σκηνή στον «Πρωτάρη», όπου η έκφραση στα πρόσωπα του Ντάστιν Χόφμαν και της Κάθριν Ρος στη γαλαρία του λεωφορείου δευτερόλεπτα αφότου έχουν κλεφτεί, υπονοούν κάτι διαφορετικό από το «Έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα»

Η ζωή δεν έχει ευτυχισμένο τέλος, και το αμερικανικό σινεμά, μετά από χρόνια χαρωπού Technicolor, είχε αρχίσει να αποτυπώνει την αλήθεια της. Ο «Πρωτάρης» (1967), το «Μπόνι και Κλάιντ» (1967) και ο «Ξέγνοιαστος καβαλάρης» (1969) αναδεικνύουν μια άλλη Αμερική, πιο ανοιχτή, απελευθερωμένη, βίαιη, τραχιά, άσχημη, συναρπαστική. Ενδεικτικά, την ίδια χρονιά με τη «Γνωριμία της σάρκας» κυκλοφόρησαν το «Κουρδιστό πορτοκάλι» του Κιούμπρικ και τα «Αδέσποτα σκυλιά» του Σαμ Πέκινπα.

Δεν ήταν όλοι όμως έτοιμοι ή διατεθειμένοι να δουν την πραγματικότητα στο σινεμά. Υπήρχαν εφημερίδες που επέλεξαν να μη διαφημίσουν καν την ταινία, και για την Ιταλία παραήταν προκλητική, οπότε δεν προβλήθηκε καν στις αίθουσες. Σε μια αίθουσα στο Όλμπανι της Τζόρτζια κατέφθασε η αστυνομία με ένταλμα και έκανε κατάσχεση της κόπιας. Η κατηγορία ήταν «διανομή άσεμνου υλικού». Δυο χρόνια μετά το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ κατέληξε ότι η πολιτεία της Τζόρτζια… το είχε παρακάνει και ανέτρεψε την καταδίκη.

«- Τζόναθαν: Απαντάς πάντα σε μια ερώτηση με μια ερώτηση;
– Σούζαν: Εσύ βγαίνεις πάντα ραντεβού με την κοπέλα του κολλητού σου;»

Η αλήθεια πάντως είναι πως η ταινία περισσότερο μιλάει για το σεξ, παρά το δείχνει. Και παρότι μιλάει για το σεξ, δεν είναι ιδιαίτερα ερωτική. Το Νίκολς δεν τον απασχολούσε η πρόκληση, αλλά ένα καυτό ερώτημα: Τι γίνεται σε μια κοινωνία μετά τη σεξουαλική απελευθέρωση;

Μπορεί εύκολα να καταλάβει γιατί η «Γνωριμία με τη σάρκα» προκάλεσε το μένος των φεμινιστριών της εποχής. Ο σοβινισμός των αρσενικών στην ταινία και ο χαρακτήρας της ανασφαλούς Αν Μάργκρετ, η οποία κλαίει και οδύρεται γιατί δεν την παντρεύεται ο Τζακ Νίκολσον – που γιατί να θες κορίτσι μου να σε παντρευτεί έτσι όπως είναι; – πρέπει να ήταν βούτυρο στο ψωμί τους. Δεν ξέρω πώς θα αντιδρούσα αν την έβλεπα τότε, αλλά σήμερα η ταινία δε με εξοργίζει. Αντιθέτως, στέκεται ως προφητική κατάθεση για την εξέλιξη των ανθρωπίνων σχέσεων.

Είναι σαφές πως ο Νίκολς ενδιαφέρεται πρωτίστως για τους άντρες του (παρότι χαρίζει έναν υπέροχο ρόλο στην Κάντις Μπέργκεν), αλλά σε καμία περίπτωση δεν τους ανεβάζει σε βάθρο. Φανερώνει μεν την οπτική τους πλευρά, για να φωτίσει όμως, δε, ακριβώς το πόσο προβληματική είναι– και για τις γυναίκες γύρω τους, και για τους ίδιους. Η αντικειμενοποίηση, ναι λαμβάνει χώρα, αλλά εδώ δε χειροκροτείται από κανέναν. Το Νίκολς τον ενδιαφέρει η αδυναμία στην επικοινωνία – γνώρισμα που δεν αποτελεί αποκλειστικότητα των αντρών φυσικά. Αλλά την αντρική πλευρά γνωρίζει ο σκηνοθέτης, γι’ αυτό και (μπορεί να) την ξεμπροστιάζει τόσο αμείλικτα.

Το χιούμορ του είναι κοφτερό, και πονάει. Και παρόλο που αφιερώνεται στο αντρικό βλέμμα, γίνεται ταυτόχρονα ο καθρέφτης του. Χρησιμοποιεί τα στερεότυπα για να τα ξεσκεπάσει. Γι’ αυτό και η «Γνωριμία της σάρκας» δεν είναι μια ταινία μόνο ΓΙΑ τους άντρες.

Οι δυο αντίθετοι πρωταγωνιστές είναι εξίσου καταδικασμένοι, με βασικό κοινό τους στοιχείο την αυταπάτη. Δεν μπορούν να δουν πέρα από τη μύτη τους βασικά. Από τη μία, ο εγωισμός καθοδηγεί τον ανδρικό σοβινισμό τους (και τους κρατά βαθιά νυχτωμένους). Από την άλλη όμως, ο Νίκολς φυτεύει και μια υποσημείωση εξήγησης, αν και όχι δικαιολογίας: πρόκειται για απευθείας προϊόντα της εποχής τους που αδυνατούν να ξεφύγουν από τη λούπα στην οποία έχουν παγιδευτεί.

«- Μπόμπι: Ο λόγος που κοιμάμαι όλη μέρα είναι ότι δεν αντέχω τη ζωή μου!
– Τζόναθαν: Ποια ζωή;
– Μπόμπι: Που κοιμάμαι όλη μέρα!»

Παρά το κυνικό περιεχόμενο της ταινίας, ο ίδιος ο Νίκολς έχει περιγράψει τα γυρίσματα ως τα πιο απολαυστικά της ζωής του. «Ο Τζακ είχε κάποιες γυμνές σκηνές», αποκάλυψε ο σκηνοθέτης σε μια κουβέντα που είχε με τον Τζέισον Ράιτμαν στο θέατρο Γουόλτερ Ριντ. «Δεν έχουν μπει στην ταινία τελικά αλλά ήταν ξεκαρδιστικές. Σηκωνόταν όρθιος και έλεγε: Λοιπόν! Τώρα έρχεται ο Στιβ, ετοιμαστείτε! Θα φρόντιζε να γελοιοποιήσει τόσο πολύ τον εαυτό του για να κάνει τους υπόλοιπους να νιώσουν άνετα». Και συμπληρώνει: «Ήταν μια από τις λίγες φορές που ήξερα ακριβώς τι θα κάνω με το που διάβασα το σενάριο».

Related Post