Της Eurohoops Team/ info@eurohoops.net
Ο Νίκος Παππάς σε μεγάλη συνέντευξη που έδωσε, μίλησε για όλους και για όλα! Η καριέρα του, ο Παναθηναϊκός, η Εθνική Ομάδα και γιατί… δεν τον συγκινεί πλέον και η στάση ζωής του.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Νίκου Παππά στη Lifo:
Η ζωή του
Γεννήθηκα στην Αθήνα, μεγάλωσα στην Αιδηψό. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, λόγω και των συνθηκών στην επαρχία –μια μικρή κοινωνία χωρίς εγκληματικότητα–, ήμουν όλη μέρα σε ένα γήπεδο. Τελείωνα το σχολείο στις 2, έπαιρνα μια μπάλα κι έφευγα για το γήπεδο. Στην αρχή παίζαμε ποδόσφαιρο και όταν έπεφτε ο ήλιος πηγαίναμε στο μπάσκετ, που είχε φώτα. Έτσι κόλλησα το μικρόβιο του μπάσκετ, ενώ το ποδόσφαιρο ήταν η πρώτη επιλογή.
Τα δεκαπέντε χρόνια που έζησα στην επαρχία με διαμόρφωσαν ως άνθρωπο και ως αθλητή. Η ποιότητα ζωής στην επαρχία είναι τελείως διαφορετική από αυτήν της Αθήνας. Τουλάχιστον από τα Σεπόλια και τους Αμπελόκηπους, όπου μεγάλωσα εγώ. Αν είχα τη δυνατότητα, θα ήθελα και τα δικά μου παιδιά να μεγαλώσουν στην επαρχία. Υπάρχει μια άγνοια κινδύνου, ίσως επειδή δεν υπάρχει κίνδυνος. Τα πράγματα είναι πιο απλά, καθημερινά, η οικογένεια είναι πιο κοντά, οι ρυθμοί διαφορετικοί, πιο αργοί.
Νομίζω ότι οι συνθήκες είναι κατάλληλες για να μεγαλώσεις παιδί σε μια τέτοια κοινωνία. Αν έχει στόχο κυρίως τον αθλητισμό, έχει περισσότερο καθαρό χρόνο σε ένα γήπεδο και περισσότερες δυνατότητες να εξελιχθεί, να βελτιωθεί, να συλλέξει εικόνες και παραστάσεις που θα τον βοηθήσουν αργότερα. Από την άλλη, στην Αθήνα υπάρχει καλύτερη τεχνογνωσία, υπάρχουν προπονητές, άνθρωποι που έχουν περισσότερες γνώσεις και εμπειρία, αλλά θεωρώ ότι οι σωστές και γερές βάσεις μπαίνουν πιο εύκολα στην επαρχία –αν, βέβαια, λειτουργείς όπως λειτουργούσα εγώ.
Από τον Πανελλήνιο στο εξωτερικό και τον Παναθηναϊκό
Το 2005 ήρθα στον Πανελλήνιο με μεταγραφή από την Αταλάντη. Η ομάδα έδειξε ότι ήθελε να επενδύσει πάνω μου, μου έδωσαν σπίτι για να μένω με τους δικούς μου, πλήρωναν για φαγητό και ένα μικρό εισόδημα, για να μπορώ να επιβιώνω στην Αθήνα. Η πρώτη στιγμή που ένιωσα ότι το μπάσκετ δεν είναι απλώς για να περνάει η ώρα μου και να παίζω με τους φίλους μου ήταν όταν πήγα σε ένα χριστουγεννιάτικο τουρνουά στο οποίο συμμετείχαν όλα τα παιδιά της Ελλάδας στην ηλικία μου, οι πιο ταλαντούχοι. Εκεί διακρίθηκα –βγήκα και MVP– και κατάλαβα ότι ίσως έχω ένα ξεχωριστό ταλέντο με το οποίο θα μπορούσα, εξελίσσοντάς το, να πορευτώ στη ζωή μου. Έπεσαν επάνω μου οι μάνατζερ και, μικρό παιδί ακόμα, έπρεπε να πάρω την απόφαση να φύγω από την επαρχία και να έρθω στην Αθήνα. Την πήρα και μπήκα στον Πανελλήνιο.
Όταν είσαι 15 χρονών, σε μια ηλικία αρκετά τρυφερή και ρομαντική, και έρχεσαι από μια επαρχιακή πόλη στην Αθήνα, τα βλέπεις όλα διαφορετικά. Αυξήθηκαν οι απαιτήσεις στο μπάσκετ επειδή έγινε πιο επαγγελματικό, αλλά είχα χρήματα στην τσέπη μου και άρχισα να ανεξαρτητοποιούμαι από τους γονείς μου. Και τα καθημερινά πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά: μπήκαν στη ζωή μου το λεωφορείο, το μετρό και ο ηλεκτρικός.
Έγιναν και πιο άγρια: δύο φορές με απείλησαν με μαχαίρι για να μου κλέψουν το κινητό στα Σεπόλια, όταν γυρνούσα από το σχολείο. Ήταν δύσκολο, γιατί είχα μάθει να γυρνάω σπίτι μου το βράδυ χωρίς κανέναν φόβο και μετά έπρεπε να κοιτάω αριστερά και δεξιά μη μου την πέσει κανείς στον ηλεκτρικό στην Αττική, στον Άγιο Νικόλαο και στη Λιοσίων και με κλέψει. Αναγκάζεσαι να μπεις σε μια άλλη λογική και να πάρεις αποφάσεις που σε ωριμάζουν. Ουσιαστικά, φεύγεις από τους φίλους σου, από την οικογένειά σου – γιατί στην αρχή είχα έρθει μόνος. Από την άλλη, παίρνεις λεφτά νωρίς και μπαίνεις σε έναν δρόμο όπου οι συμμαθητές σου μπαίνουν στα 23 τους, επειδή τα πρώτα τους χρήματα τα βγάζουν μετά το πανεπιστήμιο. Εγώ τα έκανα όλα πολύ νωρίτερα.
Δεκαοχτώ χρονών παίρνω μεταγραφή για την Μπιλμπάο, λόγω των διακρίσεων που είχα με την εθνική ομάδα. Μου έδωσαν ένα συμβόλαιο και τα πρώτα καλά χρήματα που πήρα στο μπάσκετ. Έδωσαν και λεφτά για την οικογένειά μου, για να ορθοποδήσει και να συνεχίσει τη ζωή στην Αθήνα, διότι εδώ το σπίτι μάς το πλήρωνε ο Πανελλήνιος. Τα πράγματα μπήκαν σε τέτοιον ρυθμό, που κατάλαβα από την αρχή ότι το μπάσκετ δεν είναι απλώς η δουλειά μου, είναι και η επιβίωση όλης της οικογένειας.
Το εξωτερικό ήταν πολύ δυνατή εμπειρία για έναν 18χρονο. Άφησα πίσω τη ζωή μου τη στιγμή που γινόμουν άντρας και άρχισα να γεύομαι τα ματαιόδοξα πράγματα όλου αυτού που χτιζόταν γύρω από το μπάσκετ. Είχαμε κάνει τις επιτυχίες με την εθνική ομάδα και δεν πρόλαβα να το χαρώ. Εκεί που άρχισε να μας αναγνωρίζει ο κόσμος, εγώ σηκώθηκα κι έφυγα. Ήταν λίγο σκληρό, αλλά, από την άλλη, ήταν σπουδαία εμπειρία, γιατί ήταν η πρώτη φορά που έμεινα μόνος μου, συντηρούσα τον εαυτό μου, δούλεψα περισσότερο διότι δεν είχα άλλες ασχολίες, ούτε πειρασμούς αριστερά και δεξιά. Μπορεί πράγματι να ήταν δύσκολα, αλλά αυτή την εμπειρία δεν θα την άλλαζα με τίποτα.
Δεν μπόρεσα να συνεχίσω την καριέρα μου στην Ισπανία, γιατί ήταν προπονητής ο Κατσικάρης και δεν με έκανε πολύ κέφι. Δεν με πήρε να παίξω. Με τις εθνικές ομάδες πήγα πάρα πολύ καλά και νομίζω πως ήταν κάπως δρομολογημένο και αυτονόητο το να γυρίσω στην Ελλάδα. Τα πήρα, γιατί έδειξε εμπάθεια. Δεν με είδε ποτέ να παίζω από κοντά, ούτε με δοκίμασε, δεν υπήρχε και τίποτα που να δείχνει ότι δεν έκανα για να παίξω εκεί. Θεωρώ ότι ήταν καθαρά προκατάληψη και κάτι τελείως στοχευμένο. Η αλήθεια είναι ότι στενοχωρήθηκα και περίμενα την ευκαιρία μου για να δείξω τι αξίζω. Εκείνη τη χρονιά έπαιξα στον ΠΑΟΚ, πήγα αρκετά καλά, και την επόμενη με πήρε ο Πανιώνιος. Είχαμε μια πολύ καλή χρονιά αγωνιστικά και από κει και πέρα πήγα στον Παναθηναϊκό.
Η φιλοδοξία και το κίνητρο
Όλα τα παιδιά έχουν ένα όνειρο, μια φιλοδοξία. Το πιο δύσκολο είναι όταν κάποια στιγμή πιάνουν την κορυφή που είχαν θέσει για τον εαυτό τους. Αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι. Όταν είσαι εκεί όπου ονειρευόσουν, μετά ψάχνεις να βρεις κίνητρο και το κίνητρο σου λείπει. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πακέτο που έχω φάει. Κι εκεί που στοχεύεις σε κάτι, κοιμάσαι κάθε μέρα με αυτό, το σκέφτεσαι συνέχεια, όταν το καταφέρεις, λες «τι κάνω;». Καταφέρνεις να παίξεις σε επαγγελματικό επίπεδο από πιτσιρικάς, ακούς τους οπαδούς να φωνάζουν το όνομά σου, βγάζεις λεφτά, παίρνεις και κανέναν τίτλο, είναι ωραίο να το βιώνεις, αλλά μετά με τι κοιμάσαι;
Η αλήθεια είναι ότι τα απομυθοποίησα όλα αυτά στη διαδρομή, γιατί δεν είναι τόσο γαλήνια και τόσο ρομαντικά όσο φαίνονται ή όσο τα περιγράφω. Από την άλλη, εγώ ήμουν άτυχος, αλλά παράλληλα ίσως και τυχερός που είχα τους τραυματισμούς μου και αυτό μου έδινε κίνητρο. Αν ιεραρχούσα τα όνειρά μου από την αρχή, θα είχα θέσει πιο ψηλά τον πήχη.
Βλέποντας έναν αθλητή που κάνει πρωταθλητισμό, το πρώτο που σκέφτεσαι είναι «τι ωραία, παίζουν μπασκετάκι, κάνουν το χόμπι τους επάγγελμα, πληρώνονται καλά». Υπάρχει κι αυτό το κομμάτι, αλλά υπάρχουν κι άλλα. Ειδικά στο επίπεδο που είναι ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός συγκεκριμένα, δεν είναι τόσο απλό. Υπάρχει πίεση, υπάρχει άγχος, υπάρχει καταπόνηση, είναι μια πολύ δύσκολη δουλειά, όσο κι αν δεν φαίνεται. Βέβαια, οι παροχές και όλα αυτά που σου προσφέρονται είναι τόσα, που σε κάνουν να ξεπερνάς αυτές τις δυσκολίες. Κι άλλες δέκα ζωές να είχα, αυτό θα έκανα, αλλά δεν είναι δουλειά που γίνεται για ένα χιλιάρικο τον μήνα. Δεν θα την έκανα ούτε με τα τριπλάσια λεφτά που παίρνει η μάνα μου.
Το πώς πληρώνεται κάποιος υπάλληλος εξαρτάται από τα έσοδα που έχει κάθε επιχείρηση. Έτσι είναι διαμορφωμένη η κοινωνία και προφανώς κανένας από τους αθλητές δεν κλέβει ή δεν εκβιάζει για να πάρει τα λεφτά που βγάζει. Τα δίνουν και τα παίρνουν πίσω, το μπάσκετ είναι τόσο δημοφιλές, που φέρνει πίσω ως έσοδα όσα και να ξοδέψει γι’ αυτό ένας επιχειρηματίας. Είναι ιδιαίτερα αμήχανο, πολλές φορές, όταν βλέπεις ανθρώπους που είναι μορφωμένοι, καταξιωμένοι και σπουδαίοι να πληρώνονται με λιγότερα χρήματα. Είναι ανάλογα με το μέτρο σύγκρισης που έχει ο καθένας, άλλος μπορεί να έχει τις γνώσεις, την παιδεία, τη μόρφωση, άλλος μπορεί να έχει το χρήμα.
Πολλές φορές νιώθω άβολα και αμήχανα. Γιατί έχουμε καταφέρει το δύσκολο, να παίρνουμε αρκετά χρήματα, και όχι απλώς να μην τα αξιοποιούμε σωστά αλλά να μην καλλιεργούμε το εύκολο, που είναι ο ίδιος μας ο εαυτός, πνευματικά και με άλλον τρόπο. Μην ξεχνάς όμως ότι ο επαγγελματίας μπασκετμπολίστας έχει ημερομηνία λήξης. Τα λεφτά που παίρνεις πρέπει να τα διαιρέσεις διά 40, τα υπόλοιπα 40 χρόνια που έχεις να ζήσεις μετά τη λήξη της καριέρας σου.
Η στάση ζωής
Είμαι πάρα πολύ περήφανος για τους φίλους που έχω επιλέξει να έχω γύρω μου. Είναι παιδιά καλλιεργημένα, μορφωμένα, που ακόμη κι ένας καφές μαζί τους θεωρώ ότι μου προσφέρει πολύ περισσότερα από το να κάτσω μια ώρα να κάνω βάρη, σουτ, ή οτιδήποτε άλλο, τουλάχιστον στα 30 μου. Θεωρώ ότι είμαι ένας ανήσυχος τύπος που τον ενδιαφέρουν κι άλλα πράγματα και κάθε μέρα προσπαθώ να βελτιώνομαι. Δεν θέλω να το παίξω ούτε κουλτουριάρης ούτε εναλλακτικός, αλλά είναι πολύ ωραίο να μαθαίνεις.
Το μπάσκετ το εξαντλήσαμε, ό,τι μάθαμε, μάθαμε. Προφανώς, μου παρέχει πράγματα που είναι ευλογία το ότι τα ‘χω, αλλά, εντάξει, μέχρι εκεί. Αυτό τελειώνει στα 35. Πρέπει να βγεις έξω, σε μια κοινωνία που είναι δύσκολη. Τι θα κάνεις; Συναντώ παιδιά τα οποία δεν μπορούν να σταθούν στην παραμικρή συζήτηση. Είναι αξιολύπητο και επικίνδυνο το ότι δεν γνωρίζουν τι γίνεται στις γειτονιές του κέντρου, παρ’ όλα αυτά έχουν τόσα εκατομμύρια στα χέρια τους. Δεν γνωρίζουν πού πληρώνεις τη ΔΕΗ και πού πηγαίνεις το αμάξι όταν παθαίνει λάστιχο.
Τα social media έχουν εισχωρήσει τόσο βαθιά στη ζωή μας, που πλέον είναι ένας παράγοντας ο οποίος παίζει σημαντικό ρόλο σε όλα. Ήδη υπάρχει στα συμβόλαιά μας και είναι κριτήριο για τη γνώμη που μπορεί να σχηματίσει ο καθένας για οποιονδήποτε. Είναι μια εικόνα του εαυτού σου. Αυτό που μου αρέσει είναι που μπορείς να περάσεις τα μηνύματά σου, μπορείς να πεις αυτό που νιώθεις και σκέφτεσαι ανά πάσα στιγμή, και μάλιστα, ανάλογα με τη δημοτικότητα που έχει ο καθένας, μπορεί αυτό που θα γράψω εγώ να το δουν περισσότεροι από αυτούς που θα δουν ό,τι γράφει ο εκάστοτε δημοσιογράφος σε κάποιο site. Η φωνή μας έχει πλέον περισσότερη δύναμη από κάποια sites που για τόσα χρόνια ήταν μασονία και κατεστημένο, ή εφημερίδες ή οτιδήποτε. Ωραίο είναι κι αυτό, μου αρέσει.
Πολλές φορές μού ζήτησαν να δώσω λεφτά για κάποιον καλό σκοπό, πολλές φορές μού ζήτησαν να κάνω πράγματα. Δεν το έκανα, γιατί δεν το αισθάνθηκα. Όταν κάτι μου άρεσε ως ιδέα και ήθελα να το κάνω, το έκανα. Δεν είμαι ο Ρομπέν των Δασών. Είναι και ο τρόπος που προβάλλεται όλη η ιστορία, δηλαδή μπορεί να θεωρήσουν σπουδαία πράξη που έδωσε ο άλλος τη φανέλα του για καλό σκοπό και έχει από πίσω του 50 εκατομμύρια. Ρε φίλε, μην το προβάλλεις, μην κοροϊδεύεις τον κόσμο.
Εγώ λειτουργώ πραγματικά αυθόρμητα και ειλικρινά. Αυτό που βλέπεις είναι αυθεντικό, δεν θα προσποιηθώ. Τώρα, αν το παιδάκι, με βάση και τις αρχές που έχει, με θεωρεί πρότυπο, είναι δικό του θέμα. Αλλά, αν πούμε ότι υπάρχει κάποιο πρότυπο που με το ζόρι έχει περάσει η κοινωνία, εγώ δεν νομίζω ότι είμαι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα. Γιατί πρότυπο στην πιάτσα τη δική μας μπορεί να θεωρείται ένας παίκτης που πηγαίνει στην προπόνηση, δεν μιλάει, δεν λαλάει, κατεβάζει το κεφάλι, λέει «ναι», δουλεύει σκληρά. Γιατί αυτό έχουν περάσει.
Δηλαδή προσπαθούμε να περάσουμε ως πρότυπο έναν παίκτη που του λέει ο προπονητής «πετάει ο γάιδαρος;» και απαντάει «πετάει» απλώς για να τον θεωρήσουν καλό παιδί. Διαφωνείς με κάτι που σου φαίνεται άδικο, με κάτι που σου φαίνεται μέχρι ανήθικο και χυδαίο, αλλά, επειδή το είπε ο προπονητής, θα πρέπει να συμφωνήσεις; Και ποιος είναι ο προπονητής; Ένας τύπος που γνωρίζει από τακτική του μπάσκετ, δηλαδή «κλάιν μάιν». Δεν θα περάσω αυτό το πρότυπο στον γιο μου αύριο μεθαύριο.
Η Εθνική Ομάδα
Η αγωνιστική διαδικασία στην Εθνική μού αρέσει. Θα ήθελα να παίξω ξανά με τα παιδιά, να μαζευτούμε στα αποδυτήρια, να ζήσω τη διαδικασία στα ξενοδοχεία, στα ταξίδια. Αλλά, δυστυχώς, δεν είναι όλα τόσο απλά και ρόδινα. Σε βάζουν σε μια διαδικασία να τρέχεις σε χορηγούς της πλάκας, να υποκρίνεσαι. Να σου έρχονται ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας και να κάνεις χειραψίες με κάτι αρχιεπισκόπους και τέτοια. Να σε πηγαίνουν στην εκκλησία να κοινωνείς οκτώ η ώρα το πρωί με το ζόρι.
Αυτές τις αστειότητες δεν τις μπορώ. Και από τη στιγμή που δεν τις μπορώ, δεν θα τις κάνω. Προτιμώ να απέχω. Μερικές φορές δεν με καλούν οι ίδιοι, γιατί θεωρούν ότι δεν κάνω. Εντάξει, το έζησα μια φορά, θεωρώ ότι πήγα αρκετά καλά. Δεν με συγκινεί, δεν είμαι πολύ φαν της όλης ιστορίας και σίγουρα δεν μπορεί να πάει κάποιος στην εθνική ομάδα αν δεν το πολυκάνει κέφι, όπως εγώ.
Η μουσική του B.D. Foxmoοr μου άρεσε από μικρό παιδί. Πρώτη φορά είχαν έρθει στην Αιδηψό να τραγουδήσουν για να μαζέψει λεφτά η Γ’ Λυκείου να πάει πενταήμερη. Είχα πάει ως μαθητής του δημοτικού. Μετά πήγαινα σε συναυλίες, τους άκουγα από τότε. Κάποια στιγμή μού έστειλε μήνυμα ο Μιχάλης να κάνουμε μια κουβέντα. Είπα «ασφαλώς», γιατί ό,τι πρότυπο έχεις έξω από το μπάσκετ είναι ακόμη πιο ξεχωριστό, επειδή, όταν μπεις στο μπάσκετ, τα απομυθοποιείς λίγο. Κάναμε την κουβέντα και ξαφνικά μου κάνει «έχω γράψει ένα τραγούδι για σένα, αν δεν έχεις θέμα», του λέω «τι θέμα να ‘χω;». Και ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό για μένα, πιο ξεχωριστό από ένα ακόμη κύπελλο ή ένα ακόμη συμβόλαιο. Είναι κάτι που μένει για πάντα. Από ένα συγκρότημα που είναι μέσα στην καρδιά μου.
Γενικά, είμαι της άποψης ότι δεν χρωστάω σε κανέναν, και δεν το λέω εγωιστικά. Δεν χρωστάω σε κανέναν, γιατί ακόμα κι εκείνοι που με βοήθησαν δεν το έκαναν από απόλυτη ανιδιοτέλεια, όπως ούτε εγώ, με όσους βοήθησα. Ούτε εγώ ήμουν τόσο ρομαντικός, έχω βοηθήσει για να βοηθηθώ ή για να κερδίσω κάτι μέσα μου.
Το μπάσκετ δεν είναι τόσο αξιοκρατικό άθλημα. Δεν μπορεί να ασχοληθεί οποιοσδήποτε. Πρέπει να έχεις στο DNA σου πράγματα που θα σε εξελίξουν. Είναι ελάχιστες οι εξαιρέσεις που το κατάφεραν διαφορετικά. Δεν θα έλεγα ψέματα σε ένα παιδάκι που φαίνεται ότι δεν θα ψηλώσει ή δεν το έχει «κάνε κάτι να πετύχεις», θα ήμουν υποκριτής, αλλά, βέβαια, δεν θα του έκοβα τα φτερά. Ένα παιδί που έχει τις προοπτικές, όμως, σίγουρα θα το συμβούλευα να αφοσιωθεί σε αυτό, αν πραγματικά το αγαπάει. Γιατί, αν δεν το αγαπάς, δύσκολα μπορείς να τα καταφέρεις. Και νομίζω ότι και κοινωνικά να το δεις, δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα παιδιά που έκαναν καριέρα και τελικά πέτυχαν προέρχονταν από οικογένειες που είναι μεσοαστικές και κάτω, είχαν πραγματική ανάγκη, είχαν κίνητρο και δίψα. Πολλές φορές, για να πετύχεις κάτι και να φτάσεις κάπου ψηλά, πρέπει να έχεις στερηθεί πράγματα, για να έχεις το κατάλληλο κίνητρο. Να έχεις όνειρα.
Μου αρέσει να ξυπνάω, να παραγγέλνω καφέ, να τον πίνω παρέα με τον σκύλο μου, να πηγαίνω στην προπόνηση. Μου αρέσουν τα ταξίδια, να ταξιδεύω στην Ελλάδα. Να βλέπω κάτι που δεν έχω ξαναδεί, όπως στην Αμερική. Θέλω να κάνω ένα ταξίδι στη Λατινική Αμερική όταν τελειώσει όλο αυτό. Μου αρέσει να οδηγώ το βράδυ, να παίρνω το αμάξι και να κάνω βόλτες αργά, να βάζω μουσική και να πηγαίνω. Να παίζω τάβλι τώρα που έχω γίνει καλός. Αν είναι μεγάλη η πτήση, διαβάζω κανένα βιβλίο ρομαντικό-φιλοσοφικό, για να κλέβω καμιά ατάκα να λέω στις συνεντεύξεις.
Θυμάμαι, μου έλεγε ο Στάθης, ο πατέρας μου, «για μια αξιοπρέπεια κι έναν εγωισμό ζούμε». Και, πάνω-κάτω, τα καταφέραμε, χωρίς να έχουμε πουληθεί.