Της Eurohoops Team/ info@eurohoops.net
Ήταν 7 Αυγούστου του 1971 στο Κράνι της Σλοβενίας, όταν και γεννήθηκε ένας παίκτης που, με την φανέλα της Ιταλίας, θα έγραφε ιστορία στα Ευρωπαϊκά παρκέ. Ο λόγος για τον Γκρέγκορ Φούτσκα.
Ο Πανύψηλος All-arround παίκτης, ξεκίνησε την καριέρα του στην Ολίμπια Λιουμπλιάνας, παίρνοντας τα πρώτα του λεπτά με τους άντρες στο παρκέ την σεζόν 1988-89, με το σουλούπι του να μην είναι ακριβώς το… ενδεδειγμένο εκείνη την εποχή. Με ύψος 2.15 και βάρος μόλις 80(!) κιλά, ο Φούτσκα έμοιαζε πως θα τον πάρει ο… άνεμος, όμως αυτό δεν εμπόδισε τον Μπόγκνταν Τάνιεβιτς να πιστέψει σε εκείνον.
Ο έμπειρος κόουτς βρισκόταν στον πάγκο της Τριέστε εκείνη την εποχή, όντας μόλις 90 χιλιόμετρα από την Λιουμπλιάνα, κάτι που του επέτρεπε να παρακολουθεί στενά τον Φούτσκα. Ο Τάνιεβιτς τον ήθελε στην Τριέστε και μάλιστα, αφού ανακάλυψε πως έχει ιταλικές ρίζες, ξεκίνησε διαδικασίες για να του βγάλει διαβατήριο. Αυτό δεν άρεσε στην ομοσπονδία της Σλοβενίας, αλλά ούτε και στην Ολίμπια, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα ο Φούτσκα να μείνει έναν χρόνο εκτός παρκέ. Η απογείωση όμως δεν άργησε να έρθει.
Αγωνίστηκε με την Εθνική ομάδα Κ18 της Ιταλίας στο Πανευρωπαϊκό της Ολλανδίας, έχοντας 11 πόντους ανά αγώνα, ενώ στην συνέχεια έκανε το ντεμπούτο του με την Τριέστε, έχοντας 8,7 πόντους την πρώτη του χρονιά. Λόγω του μικρού του όγκου, ο Τάνιεβιτς δούλεψε πολύ πάνω στο σουτ του Φούτσκα, με τον ίδιο να βρίσκει πλέον την ισορροπία του ανάμεσα στο 3 και το 4 και να κάνει την διαφορά, την ώρα που ήδη ήταν εξαιρετικός με πρόσωπο στο καλάθι και στη δημιουργία.
Το 1991 η Τριέστε έκανε δικό της και τον Ντέγιαν Μποντίρογκα, όμως, όπως και ο Φούτσκα, έτσι και ο Σέρβος δεν αγωνίστηκε την πρώτη του σεζόν, λόγω γραφειοκρατίας. Οι δύο τους στην συνέχεια ταίριαξαν εξαιρετικά, με τον Τάνιεβιτς να τους παίρνει μαζί του το 1994 στην Ολίμπια Μιλάνο. Μαζί έφτασαν τρεις φορές σε τελικό Κυπέλου Κόρατς, δεν μπόρεσαν ποτέ να το κατακτήσουν, τίτλο που και οι τρεις ήθελαν πολύ. Η πρώτη ήταν με την Τριέστε το 1994 και οι άλλοι δύο με την Μιλάνο.
Από εκεί και πέρα ο Φούτσκα και ο Μποντίρογκα αναμετρήθηκαν αρκετές φορές με τις Εθνικές, Σημαντικότερο παιχνίδι που αγωνίστηκαν ως αντίπαλοι ήταν ο τελικός του Ευρωμπάσκετ του 1997, όπου στον τελικό η Γιουγκοσλαβία του Μποντίρογκα επικράτησε της Ιταλίας του Φούτσκα. Σημαντική αναμέτρηση στην οποία βρέθηκαν και πάλι ο ένας απέναντι στον άλλον ήταν ο ημιτελικός του 1999 στο Ευρωμπάσκετ, εκεί όπου η Ιταλία πήρε την εκδίκησή της και πέρασε στον τελικό, κατακτώντας εν τέλει το τρόπαιο. Ο Φούτσκα ήταν ο MVP της διοργάνωσης, ενώ ο Μποντίρογκα βρέθηκε στην καλύτερη πεντάδα, μαζί με τους Μάιερς, Μενεγκίν και Ερέρος. Προπονητής της Ιταλίας ήταν ο Τάνιεβιτς, με τον πολύπειρο κόουτς και το… πουλέν του να φτάνουν στην κορυφή της Ευρώπης!
Παρόλα αυτά, η φιλία ανάμεσα στους δύο έμεινε αναλλοίωτη, και στο μέλλον θα βρισκόντουσαν και πάλι στην ίδια μπασκετική στέγη.
Ο Φούτσκα από το 1997 αγωνιζόταν στην Φορτιτούντο Μπολόνια, με τον ίδιο το 2002 να αποχωρεί για πρώτη φορά από την Ιταλία και να μετακομίζει στην Μπαρτσελόνα. Εκεί, με τον Μποντίρογκα ξανά συμπαίκτη, έφτασε μέχρι την κατάκτηση της Ευρωλίγκας (21 πόντοι στον ημιτελικό με 9 ριμπάουντ και 17 πόντοι στον τελικό με 6 ριμπάουντ), φτάνοντας έτσι στο απόγειο της καριέρας του.
Έμεινε συνολικά 4 χρόνια στην Βαρκελώνη, με τον ίδιο να μετακομίζει στην Χιρόνα το 2006, στην οποία προπονητής ήταν ο Σβέτισλαβ Πέσιτς, με τον οποίο ο Φούτσκα είχε κατακτήσει το 2003 την Ευρωλίγκα. Εκεί ο Φούτσκα κατέκτησε το FIBA EuroCup, έχοντας συμπαίκτες τους Σαν Εμετέριο, Μαρκ Γκασόλ, Άριελ ΜακΝτόναλντ, Βίκτορ Σάδα και Ντάριλ Μίντλετον. Πλέον όμως είχε έρθει η ώρα της επιστροφής στην Ιταλία.
Αγωνίστηκε στην Ρόμα, την Φορτιτούντο και την Πιστόια εκεί όπου ολοκλήρωσε την μεγάλη του καριέρα το 2011, σε ηλικία 39 ετών. Πλέον ο ίδιος μένει στην Μπολόνια, με τον ίδιο να έχει εκεί μια ακαδημία μπάσκετ.
Εκτός από τον Τάνιεβιτς, δεν υπάρχει καλύτερο άτομο να μιλήσει για τον Γκέγκορ Φούτσκα από τον ίδιο τον Ντέγιαν Μποντίρογκα: “Ένας σπουδαίος φίλος, ένας καλός άνθρωπος και ένας υπέροχος παίκτης. Με βοήθησε πολύ τους πρώτους μήνες μου στην Τεργέστη. Ήταν χαρά μου να παίζω μαζί και να περάσω λίγο χρόνο μαζί του έξω από το γήπεδο. Δεν ήταν τυπικός παίκτης. Ήταν πραγματικά έξυπνος και η ευελιξία του, του επέτρεψε να παίξει στο 3 στο 4 και στο 5. Τα καλύτερα όπλα του ήταν τα μεγάλα του χέρια. Ήταν ένας από τους παίκτες που έκαναν τη διαφορά. Είμαστε ακόμα σε επαφή σήμερα. Η φιλία μας είναι για πάντα. ”