Της Eurohoops Team/ info@eurohoops.net
Ο Κροάτης θαυματουργός ψηλός που έκανε θραύση στη μεγάλη ομάδα της Μακάμπι με το back to back, ενώ πέρασε και μια διετία με τη φανέλα του Ολυμπιακό, δε γινόταν να λείπει από τους 101 κορυφαίους της Ευρωλίγκας.
Διαβάστε για την καριέρα του Βούιτσιτς, ο οποίος έπαιζε σαν κυρίαρχος ψηλός, αλλά και σαν ιδιοφυής γκαρντ!
Αναλυτικά τι αναφέρει η Ευρωλίγκα μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της για το Νίκολα Βούιτσιτς:
Νίκολα Βούιτσιτς – Ο άνθρωπος του triple double
Καλοκαίρι του 1995, Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα U16 στην Πορτογαλία. Στον τελικό, η Κροατία νίκησε την Ισπανία, 75-62. Οι πολλοί σκάουτερ που παρακολούθησαν το παιχνίδι σημείωσαν ένα όνομα με μεγάλα κόκκινα γράμματα: τον Νικόλα Βούτσιτς. Ο αριθμός 14 της Κροατίας έπαιξε και τα 40 λεπτά του τελικού, σημείωσε 18 πόντους και άρπαξε 11 ριμπάουντ. Ήταν ένα εντυπωσιακό double double που ταιριάζει με τις επιδόσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια του τουρνουά: 21,4 πόντοι και 11 ριμπάουντ κατά μέσο όρο. Ούτε ο ίδιος ο Βούιτσιτς δεν είχε ανακαλύψει το άλλο ταλέντο του: Τις ασίστ. Τα στατιστικά μας λένε ότι ο μέσος όρος ασίστ του ήταν μόλις 0,6 σε αυτό το τουρνουά, αλλά αυτή ήταν μόνο η αρχή της καριέρας του. Ήταν 17 ετών, γεννημένος στις 14 Ιουνίου 1978, στο Βργκότρατς, κοντά στο Σπλιτ, στην Κροατία. Στον τελικό της Πορτογαλίας, είχε 2/7 τρίποντα, όχι πολύ υψηλό ποσοστό, αλλά όταν ένας ψηλός 2,11 μέτρων σουτάρει τόσα πολλά τρίποντα, κάτι τραβάει την προσοχή σου αμέσως.
Τη σεζόν 1995/1996, ο Βούιτστς έπαιζε ήδη για την πρώτη ομάδα της ΚΚ Σπλιτ, η οποία τότε ονομαζόταν Croatia Osiguranje. Πήρε τη φανέλα νούμερο 7, πιθανώς όχι τυχαία, καθώς πριν από αυτόν είχε φορεθεί από τον Τόνι Κούκοτς, τον καλύτερο παίκτη του συλλόγου ποτέ και έπειτα αστέρι του ΝΒΑ με τους Σικάγο Μπουλς του Μάικλ Τζόρνταν και Σκότι Πίπεν. Στην πρώτη του σεζόν, ακόμα νεότερος, ο Βούιτσιτς είχε κατά μέσο όρο 6,6 πόντους και 2,4 ριμπάουντ. Την επόμενη σεζόν βελτιώθηκε σε 6,8 πόντους και 3,2 ριμπάουντ, και στις 22 Μαρτίου κέρδισε το πρώτο του τρόπαιο, το Κροατικό Κύπελλο, νικώντας την Τσιμπόνα 72-67. Οι Γιόζιπ Βράνκοβιτς, Νταμίρ Τβρντιτς και Νίκολα Πρκάτσιν ήταν οι καλύτεροι παίκτες για τους νικητές, αλλά το μεγαλύτερο ταλέντο ήταν ο Νίκολα Βούιτσιτς. Έμεινε στο Σπλιτ για τέσσερα ακόμη χρόνια, έπαιξε στην Ευρωλίγκα το 1996-97 και 1997-98, στο Κύπελλο Σαπόρτα το 1999-2000 (14,1 πόντοι και 6,9 ριμπάουντ) και στη Σουπρολίγκα το 2000-01 (15,6 πόντοι, 6,7 ριμπάουντ) . Στο Ευρωμπάσκετ του 1999 στη Γαλλία, ο Βούιτσιτς έκανε το ντεμπούτο του με την εθνική ομάδα της Κροατίας (8,8 πόντους και 2,8 ριμπάουντ) παίζοντας παράλληλα με το είδωλό του, Τόνι Κούκοτς.
Παίκτης της Μακάμπι, πρωταθλητής Γαλλίας
Το καλοκαίρι του 2001, σε ηλικία 23 ετών, ο Βούιτσιτς αποδέχτηκε μια προσφορά από τη Μακάμπι Τελ Αβίβ, όπου έπρεπε να αντικαταστήσει τον Νέιτ Χάφμαν. Αλλά ο Αμερικανός ψηλός αποφάσισε να μείνει μια ακόμη σεζόν και έτσι η Μακάμπι αποφάσισε να στείλει τον Βούιτσιτς με δανεισμό στην Βιλερμπάν στη Γαλλία. Το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό για όλους: Η Βιλερμπάν κέρδισε το Γαλλικό Πρωτάθλημα για πρώτη φορά σε 21 χρόνια. Στους προημιτελικούς, η Βιλερμπάν απέκλεισε τη Σολέ με 2-0. Στον ημιτελικό, σταμάτησε τη Λε Μαν με 2-1 και έπειτα έκανε break και τον τελικό, εναντίον της Ορτέζ, 2-0. Οι καλύτεροι παίκτες για τους πρωταθλητές ήταν οι Γιαν Μπονατό, Κάιλ Χιλ, Ρέτζι Φρίμαν, Νίκολα Ραντούλοβιτς και ο νεαρός ρούκι Βούιτσιτς. Ο Μπόγκνταν Τάνιεβιτς, ο μάγος του Μαυροβουνίου που είχε ανακαλύψει πολλά νεαρά ταλέντα – Νάντο Τζεντίλε, Ντέγιαν Μποντιρόγκα και Γκρεγκόρ Φούτσκα, μεταξύ άλλων – εμπιστεύτηκε επίσης τον Βούιτσιτς σε αυτήν την ομάδα της Βιλερμπάν και τα πράγματα είχαν επιτυχία και για τους δύο.
Ο Βούιτσιτς επέστρεψε στη Μακάμπι την επόμενη σεζόν, και θα έπαιζε εκεί για έξι σεζόν, με τα καλύτερα χρόνια του να συμπίπτουν με μια χρυσή εποχή για τον ισραηλινό σύλλογο. Η πρώτη τους σεζόν δεν πήγε τόσο καλά, καθώς η Μακάμπι τερμάτισε δεύτερη στο Top 16 το 2002-03, με ρεκόρ 4-2, μετά την Μπενετόν Τρεβίζο, που είχε κερδίσει και τα έξι παιχνίδια, συμπεριλαμβανομένων δύο εναντίον της Μακάμπι (93-80 στο Τρεβίζο παρά τους 28 πόντους του Βούιτσιτς και 84-83 στο Τελ Αβίβ). Ο Βούιτσιτς, ωστόσο, είχε μια εντυπωσιακή σεζόν στην Ευρωλίγκα με 17,6 πόντους και 7,1 ριμπάουντ ανά παιχνίδι.
Δις πρωταθλητής Ευρωλίγκας
Η αναμενόμενη στιγμή ήρθε στο Final Four του 2004, που έγινε στο Τελ Αβίβ, όπου η Μακάμπι είχε προχωρήσει χάρη στο θαυματουργό τρίποντο του Ντέρικ Σαρπ εναντίον της Ζαλγκίρις στο τελευταίο παιχνίδι του Top 16. Η Μακάμπι είχε το μεγαλύτερο πρόβλημα στους ημιτελικούς εναντίον της ΤΣΣΚΑ Μόσχας, αλλά κέρδισε ακόμα 93-85 καθώς ο Βούιτσιτς είχε 14 πόντους, 7 ριμπάουντ, 2 ασίστ και 2 κλεψίματα. Στον τελικό εναντίον της Σκίπερ Μπολόνια, η κίτρινη ομάδα έφτασε σε μια αξέχαστη, με πολλαπλά ρεκόρ νίκη (118-74) για να σηκώσει το τρόπαιο. Ο Βούιτσιτς χρειάστηκε για μόλις 9 πόντους και πρόσθεσε 1 ριμπάουντ, πολύ κάτω από τη σεζόν του κατά μέσο όρο με 16,8 πόντους, 6,9 ριμπάουντ και 3 ασίστ. Ωστόσο, υπήρξε σημαντικός συνεισφέρων στον πρώτο του τίτλο Ευρωλίγκας, έχοντας επιλεγεί στην ομάδα της All-EuroLeague για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.
Την επόμενη σεζόν, η Μακάμπι ήταν η πρώτη ομάδα που έκανε back to back ως πρωταθλήτρια της Ευρωλίγκας από το threepeat της Γιουγκοπλάστικα Σπλιτ από το 1989 έως το 1991. Στο Final Four που έγινε στη Μόσχα, η Μακάμπι νίκησε τον Παναθηναϊκό στο ημιτελικό 91-82 με τον Ντέρικ Σαρπ ως τον πρώτο σκόρερ με 20 πόντους ενώ ο Βούιτσιτς είχε 11 πόντους και 5 ριμπάουντ. Στον τελικό, η Μακάμπι νίκησε την Τάου Κεράμικα 90-78. Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους ήταν ο ήρωας με 22 πόντους και ο Βούιτσιτς συνέβαλε 13 πόντους συν 7 ριμπάουντ.
Χάρη στην εμπειρία του, αλλά κυρίως το ταλέντο του, ο Βούιτσιτς άρχισε να προσθέτει ασίστ – και πολλές από αυτές – στο ρεπερτόριό του. Στις 3 Νοεμβρίου 2005, μπήκε στα βιβλία ιστορίας με το να γίνει ο πρώτος παίκτης που έκανε triple double στην Ευρωλίγκα. Ήταν εναντίον της Πρόκομ στη νίκη με 95-68 για τη Μακάμπι, και σε 32 λεπτά ο Βούιτσιτς σημείωσε 11 πόντους, πήρε 12 ριμπάουντ και έδωσε 11 ασίστ! Στο τέλος αυτής της σεζόν, η Μακάμπι πλησίασε να ολοκληρώσει το δικό της threepeat. Στο Final Four της Πράγας, η Μακάμπι νίκησε την Ταού Κεράμικα στον ημιτελικό με 85-70 με έναν υπέροχο Ματσέο Μπαστόν (20 πόντοι, 7 ριμπάουντ) και τον Άντονι Πάρκερ (19 πόντους). Ο Βούιτσιτς απείλησε με άλλο ένα triple double με 18 πόντους, 8 ριμπάουντ και 7 ασίστ. Ωστόσο, στο παιχνίδι τίτλου, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας ήταν η καλύτερη ομάδα, κερδίζοντας 73-69, καθώς ο Βούιτσιτς δεν έκανε την καλύτερη εμφάνιση (4 πόντοι, 5 ριμπάουντ και 1 ασίστ).
Τη σεζόν 2006-07, ο Βούιτσιτς κατέγραψε ένα άλλο triple double, αυτό κατά τη διάρκεια της νίκης 110-87 εναντίον της Ολίμπια Λιουμπλιάνας. Τελείωσε με 27 πόντους, 10 ριμπάουντ και 10 ασίστ – και όλα αυτά σε μόλις 26 λεπτά! Ο Βούιτσιτς ήταν ένας ολοκληρωμένος παίκτης, με μεγάλη συνεισφορά τόσο σε επίθεση όσο και σε άμυνα. Για έναν ψηλό, είχε ένα εξαιρετικό μακρινό σουτ, τριών πόντων. Το μεγάλο του πλεονέκτημα ήταν η τεχνική του και τα μακριά του χέρια. Είχε επίσης την έκτη αίσθηση για να πάρει καλή θέση και να πιάσει την μπάλα αφού ένας συμπαίκτης έχασε ένα σουτ. Τα σουτ του είχαν τέλειο συγχρονισμό. Στο τέλος των σεζόν 2005, 2006 και 2007, συμπεριλήφθηκε στην Πρώτη Ομάδα της Ευρωλίγκας.
Ο Νέβεν Σπάχια, προπονητής της Κροατίας στο Ευρωμπάσκετ του 2005 στο Βελιγράδι, όπου η Κροατία άξιζε πολύ καλύτερη από την έβδομη θέση (έχοντας χάσει από την Ισπανία 101-85 στους προημιτελικούς μετά από παράταση), ήταν επίσης προπονητής του Βούιτσιτς στη Μακάμπι για τη σεζόν 2006-07. Αυτό μου είπε για τον Νίκολα:
“Για τα χαρακτηριστικά του και τον χαρακτήρα του, ήταν ένας από τους καλύτερους παίκτες που προπόνησα ποτέ στην καριέρα μου. Ήταν ένας πόιντ γκαρντ που έπαιζε στο “πέντε”, ο εγκέφαλος ενός προπονητή στο γήπεδο. Τα πόδια του ήταν λίγο αργά, ειδικά στην αρχή της καριέρας του, αλλά με σκληρή δουλειά από τους προπονητές του, το βελτίωσε και αυτό. Οι άλλες του ιδιότητες κάλυψαν αυτήν την έλλειψη ταχύτητας στα πόδια του. Προσωπικά, με βοήθησε πολύ όταν έφτασα στη Μακάμπι επειδή συνέπεσε με την ώρα όπου πολλά βασικά ονόματα στην ομάδα – όπως ο προπονητής Πίνι Γκέρσον, ή παίκτες όπως Πάρκερ, Μπαστόν και ο Γιασικεβίτσιους – μόλις είχαν φύγει”.
Αποχώρηση και επιστροφή στο Τελ Αβίβ
Ο Σπάχια επιβεβαιώνει τι μπορούσε να δει και να νιώσει οποιοσδήποτε έβλεπε ένα παιχνίδι Μακάμπι με τον Βούιτσιτς: είναι ένα είδωλο στο Ισραήλ. Ο επαγγελματισμός του, σε συνδυασμό με τις εξαιρετικές του ιδιότητες τόσο ως παίκτης όσο και ως άτομο, τον έκανε έναν από τους πιο αγαπημένους παίκτες των οπαδών των Μακάμπι. Ο Βούιτσιτς μιλούσε τέλεια εβραϊκά, κάτι που δεν μπορούσαν να κάνουν πολλοί ξένοι που έπαιζαν στη Μακάμπι, και αυτό δημιούργησε ακόμη περισσότερο σεβασμό.
Τον Μάιο του 2008, όταν η Ευρωλίγκα γιόρτασε 50 χρόνια ευρωπαϊκών αγώνων στο Final Four στη Μαδρίτη, η Μακάμπι έπαιξε ήταν στον τελικό, αλλά όπως και δύο χρόνια νωρίτερα, η ΤΣΣΚΑ ήταν καλύτερη, 91-77. Ήταν η πιο αόρατη απόδοση του Βούιτσιτς σε έναν τελικό: 2 πόντοι και 5 ριμπάουντ.
Αφού κέρδισε δύο τίτλους της Ευρωλίγκας και έχασε δύο τελικούς, κερδίζοντας πέντε ισραηλινά πρωταθλήματα και τέσσερα ισραηλινά κύπελλα, ο Βούιτσιτς έφυγε από το Ισραήλ και εντάχθηκε στον Ολυμπιακό. Στην πρώτη του σεζόν, 2008-09, οι “ερυθρόλευκοι” έφτασαν στο Final Four του Βερολίνου και έχασαν από τον αιώνιο αντίπαλο Παναθηναϊκό στον ημιτελικό με ένα μόνο σουτ. Την επόμενη σεζόν, ο Ολυμπιακός κέρδισε το Ελληνικό Κύπελλο και έφτασε ξανά στο Final Four στο Παρίσι, αλλά αυτή τη φορά η Μπαρτσελόνα κέρδισε τον τίτλο του 2010 έναντι των “ερυθρόλευκων” στο τελευταίο παιχνίδι της σεζόν. Ο Βούιτσιτς δεν ήταν πλέον βασικός, έπαιξε περίπου 14 λεπτά και οι μέσοι όροι του έπεσαν σε 7,4 πόντους, 2,7 ριμπάουντ και 1,7 ασίστ. Ωστόσο, σε ηλικία 32 ετών, υπέγραψε για την Εφές, την ομάδα όπου θα έπαιζε τα τελευταία του παιχνίδια στην Ευρωλίγκα με 6,5 πόντους, 3,2 ριμπάουντ και 2,1 ασίστ.
Παρά το ότι έπαιζε μόλις 10 πλήρεις σεζόν στη νέα Ευρωλίγκα, το συνολικό index με 3.047 του Βούιτσιτς ήταν το υψηλότερο σύνολο καριέρας εδώ και πολλά χρόνια. Τα career highs του στη διοργάνωση είναι 46 PIR κατά της Ολίμπια Λιουμπλιάνας, 33 πόντοι εναντίον της Ρόμα το 2007, 15 ριμπάουντ εναντίον της Κρκα Νόβο Μέστο και οι 11 ασίστ εναντίον της Πρόκομ το 2005. Φυσικά, δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε την ομάδα All-Decade της Ευρωλίγκας χωρίς τον Νίκολα Βούιτσιτς. Θα τον θυμόμαστε επίσης ως τον καλύτερο ψηλό πασέρ της γενιάς του, και ίσως όχι μόνο, με 524 ασίστ στην καριέρα του. Είναι ο μοναδικός ψηλός στην Ευρωλίγκα αυτόν τον αιώνα με μέσο όρο πάνω από 2,5 ασίστ ανά παιχνίδι.
Στα 33 του, ο Βούιτσιτς επέστρεψε στο σπίτι του στο Σπλιτ, αλλά δεν ήθελε να σταματήσει να παίζει ακόμα. Επισήμως, ήταν ο αθλητικός διευθυντής του συλλόγου, αλλά η ομάδα χρειάστηκε τους πόντους και τα ριμπάουντ του, οπότε βοήθησε τους νέους να επιβιώσουν στην Αδριατική Λίγκα με αξιοπρεπούς αριθμούς: 17 πόντους και 6 ριμπάουντ και αργότερα 11,9 πόντους και 4,7 ριμπάουντ στην σεζόν 2012-13 . Ήταν 35 ετών. Βλέποντας ότι το Σπλιτ δεν ήταν αυτό που ήταν και ότι είχε προσπαθήσει να το αλλάξει αυτό, ο Βούιτσιτς αποφάσισε να επιστρέψει εκεί όπου τον αγαπούσαν περισσότερο, στο Τελ Αβίβ, όπου είναι τώρα ο γενικός διευθυντής της Μακάμπι, αλλά και πολλά άλλα. Η εξουσία, η εμπειρία, ο χαρακτήρας και το όραμά του κάνουν τον Νίκολα Βούιτσιτς έναν άνθρωπο που αγαπιέται από όλους στο Τελ Αβίβ.