Της Eurohoops Team/ info@eurohoops.net
Κάθε προπονητής έχει τα προσόντα του. Μπορεί να είναι η γνώση του πάνω στο παιχνίδι, η εμπειρία, ή ίσως η αίσθηση που έχει. Θα μπορούσε επίσης να είναι οι σχέσεις του ή η ικανότητά του να επικοινωνεί με τους παίκτες του. Η ικανότητά του να τους παρακινεί ή να λαμβάνει αποφάσεις. Και φυσικά, υπάρχει και ο χαρακτήρας ως αναπόσπαστο μέρος της προσωπικότητάς του. Για τους περισσότερους προπονητές, ο χαρακτήρας είναι πολύ σημαντικός, αλλά ίσως δεν ήταν ποτέ όσο σημαντικός όσο είναι για τον Πίνι Γκέρσον.
Ο Γκερσόν γεννήθηκε στις 13 Νοεμβρίου 1951 στο Τελ Αβίβ. Η παιδική του ηλικία χαρακτηρίστηκε από την απουσία ενός πατέρα που εγκατέλειψε την οικογένεια όταν ο Πίνι ήταν μικρό αγόρι. Η σχέση του Γκέρσον με τη μητέρα του ήταν πάντα πολύ στενή, σε σημείο που μετά την κατάκτηση του Ισραηλινού Κυπέλλου το 1996 με την Χάποελ Ιερουσαλήμ, φώναξε στις τηλεοπτικές κάμερες: «Μητέρα, κατέκτησα το Κύπελλο».
Ο Γκέρσον έπαιξε ποδόσφαιρο με την Χάποελ Τελ Αβίβ και μπάσκετ με τη Μακάμπι Ντάρομ, έναν σύλλογο που σχετίζεται με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ, αλλά η καριέρα του έφτασε στο τέλος της λόγω τραυματισμού. Έχοντας όμως ήδη… κολλήσει το μικρόβιο του μπάσκετ, επέλεξε αυτό το παιχνίδι και ο μόνος τρόπος να μείνει κοντά του ήταν η προπονητική.
Ο δρόμος ήταν μακρύς και αργός, αλλά ο ίδιος δεν βιαζόταν. Ο Γκέρσον ξεκίνησε σε ηλικία 25 ετών με το Μπετάρ Τελ Αβίβ το 1976-77, και μετά από αυτό μετακόμισε στη Χάποελ Χολόν για δύο σεζόν. Στη συνέχεια έκατσε στον πάγκο της Χάποελ Γκαν Σμουέλ μέχρι το 1981. Κατέληξε να έχει κοουτσάρει 12 ισραηλινές ομάδες, ένα ολόκληρο πρωτάθλημα δηλαδή!
Όλη η καριέρα του χαρακτηρίζεται από πήγαινε και έλα. Απολύθηκε και υπέγραψε νέα συμβόλαια όπως κανένας άλλος προπονητής. Όταν ήταν με ένα κλαμπ, θεωρήθηκε «πρόβλημα» λόγω του μεγάλου στόματός του, αλλά όταν δεν ήταν εκεί, το πρόβλημα ήταν ακόμη μεγαλύτερο!
Προπονητής και σόουμαν
Ο Γκέρσον ήταν πάντα ένας σπουδαίος προπονητής, αλλά είχε μια ασυνήθιστη φήμη λόγω του ταμπεραμέντου του και μερικών δηλώσεών του. Ποτέ δεν κρατούσε τον εαυτό του όταν έκανε δηλώσεις. Μερικές φορές περνούσε κόκκινες γραμμές και έπρεπε να υποστεί τις συνέπειες, αλλά πολλές φορές, αυτό που είπε ήταν μόνο μέρος του “Pini show“. Κανείς δεν έμεινε αδιάφορος για τον Πίνι Γκέρσον.
Πριν από έναν αγώνα εναντίον μιας ομάδας ενός άλλου γνωστού ισραηλινού κόουτς, ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον Πίνι για τη μονομαχία μεταξύ των δύο πάγκων. Η απάντηση του Πίνι ήταν μια ερώτηση: “Ποιος είναι ο άλλος;” Μια άλλη φορά, αφού έχασε ένα παιχνίδι στο Κύπελλο Κόρτατς με μια πολύ ταλαντούχα αλλά πολύ νεαρή ομάδα, την Χάποελ Γκαλίλ Ελιόν, είπε για την προσπάθεια της ομάδας του: “Μερικές φορές όταν κοιμάσαι με μωρά, ξυπνάς βρεγμένος.”
Μετά την Γκαλίλ Ελιόν (1981-1983), ακολούθησαν οι Μακάμπι Χάιφα (1983-85), Χάποελ Τελ Αβίβ (1985-86), ξανά Μακάμπι Χάιφα (1986-87), ξανά Μπετάρ (1987-88), ξανά Μακάμπι Χάιφα (1988- 89), Χάποελ Χάιφα (1989-90) και Ιρόνι Ραμάτ Γκαν (1990-92), με τον Γκέρσον να επιστρέφει για άλλη μια φορά στην Γκαλίλ Ελιόν, με την οποία έκανε και ένα μεγάλο θαύμα. Κατέκτησε το πρωτάθλημα κι έσπασε την 26χρονη κυριαρχία της Μακάμπι Τελ Αβίβ!
Στην σειρά των Τελικών, η Γκαλίλ Ελιόν νίκησε τη Χάποελ Τελ Αβίβ με 3-1 και αυτή ήταν η μεγάλη στιγμή του Γκέρσον, μέσα από την οποία μπήκε για πάντα στην ελίτ του ισραηλινού μπάσκετ.
Όταν ο Γκέρσον προπονούσε ταπεινές ομάδες, συχνά επέκρινε τη Μακάμπι και τους κατηγόρησε για οτιδήποτε, ακόμη και για τον χρηματισμό διαιτητών! Έτσι, το τελευταίο πράγμα που περίμενε, σίγουρα, ήταν ότι μια μέρα θα προπονούσε τη Μακάμπι, όμως αυτό συνέβη το 1998.
Η σεζόν 1998-99, η Μακάμπι ξεκίνησε άσχημα, ο Γκέρσον ήταν ελεύθερος και τα μονοπάτια τους συναντήθηκαν για πρώτη φορά.
Το πρώτο πράγμα που είπε ο Γκέρσον ήταν ότι είχε παίξει για τη Μακάμπι Νταρόμ, οπότε τα χρώματα της Μακάμπι Τελ Αβίβ να ήταν πάντα δικά του. Είχε καλά αποτελέσματα και έφερε τη Μακάμπι στο Final Four της Θεσσαλονίκης, έχοντας βοηθό του τον Ντέιβιντ Μπλατ.
Στον ημιτελικό, η Μακάμπι νίκησε την Μπαρτσελόνα με 65-51, όμως στον τελικό έπεσε πάνω στον Παναθηναϊκό του Ζέλικο Ομπράντοβιτς και ηττήθηκε με 67-73. Κατά ειρωνικό τρόπο, ένας από τους κομβικούς παίκτες του Παναθηναϊκού στον τελικό ήταν ο εκ Τελ Αβίβ ορμώμενος και αγαπημένος των οπαδών, Όντεν Κάτας, ο οποίος σημείωσε 17 πόντους.
Το ρόστερ της Μακάμπι ήταν σπουδαίο, καθώς συμπεριλάμβανε τους Άριελ ΜακΝτόναλντ, Ντέρικ Σαρπ, Ναντάβ Χένεφελντ, Γκουρ Σέλεφ, Ντορόν Σέφερ, Ντορόν Τζάμσι και Νέιτ Χάφμαν, ο οποίος ηγήθηκε της ομάδας με 18,2 πόντους και 9,4 ριμπάουντ.
Θρίαμβος στο Παρίσι
Το 2000-01, το έτος των «δύο Ευρωλιγκών», η Μακάμπι επέλεξε τη Σουπρολίγκα που διοργάνωσε η FIBA. Η ομάδα πέρασε από την φάση των ομίλων με ρεκόρ 15-3 και στους 8 νίκησε στην Σλασκ με 2-0. Στους προημιτελικούς, η Μακάμπι σκούπισε τη Σκαβολίνι Πέζαρο με 2-0 για να φτάσει στο Final Four στο Παρίσι.
Στον ημιτελικός εναντίον της ΤΣΣΚΑ Μόσχας η Μακάμπι επικράτησε 86-80, με τους ΜακΝτόναλντ και Χάφμαν να σκοράρουν από 17 πόντους, ενώ στον τελικό αντίπαλός της ήταν ο Παναθηναϊκός.
Εκεί η Μακάμπι πήρε μεγάλη εκδίκηση από την προηγούμενη χρονιά καθώς νίκησε με 81-67. Ο Χάφμαν είχε 21 πόντους και 9 ριμπάουντ, με τον ΜακΝτόναλντ να προσθέτει 21 πόντους με 9 ασίστ. Οι 27 πόντοι του Ντέγιαν Μποντίρογκα από την άλλη δεν ήταν αρκετοί για τον Παναθηναϊκό.
Μετά από αυτή τη μεγάλη επιτυχία, ο Γκέρσον έκανε ένα διάλειμμα από την προπονητική, αλλά το καλοκαίρι του 2003 επέστρεψε, επειδή το Final Four του 2004 θα γινόταν στο Τελ Αβίβ. Η κατάκτηση του τίτλου στο Final Four αποδείχθηκε εύκολη. Στον ημιτελικό, η Μακάμπι επικράτησε της ΤΣΣΚΑ με 93-85 και στον τελικό ΔΙΕΛΥΣΕ την Σκίπερ Μπολόνια με 118-74.
Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους είχε 18 πόντους και 5 ασίστ, ο Άντονι Πάρκερ 21 πόντους και ο Ταλ Μπουρστέιν 17, σε μια βραδιά που η Μακάμπι έσπασε πολλά ρεκόρ!
Είναι δύσκολο να πούμε ποιος ήταν πιο δημοφιλής εκείνη την εποχή, οι παίκτες ή ο Πίνι. Στην συνέντευξη Τύπου μετά τον τελικό ο Γκέρσον άρχισε να μιλά για το παιχνίδι, αλλά γρήγορα έγινε διάλογος μεταξύ του και του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Αριέλ Σαρόν, ο οποίος τον κάλεσε για να τον συγχαρεί.
Αν κάποιος πίστευε ότι η Μακάμπι είχε κερδίσει μόνο επειδή έπαιζε εντός έδρας, την επόμενη σεζόν ο Γκερσόν και οι παίκτες του κατέστησαν σαφές ότι δεν συνέβη. Η Μακάμπι πέρασε από τους ομίλους με ρεκόρ 10-4, και στο Top 16 ήταν ακόμα καλύτερη: 6-0 εναντίον των Φενέρ, Σιένα και Τσιμπόνα. Έπειτα, σάρωσε στη σειρά των πλέι οφ με τον Πέζαρο, επικρατώντας με 2-0 και προκρίθηκε στο Final Four της Μόσχας.
Ο ημιτελικός ήταν μια άλλη μονομαχία μεταξύ του Παναθηναϊκού και της Μακάμπι, με τον Γκέρσον να τίθεται αντιμέτωπος με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς ξανά. Η Μακάμπι υπερίσχυσε με 91-82 για να συναντήσει την Ταού Κεράμικα (νυν Μπασκόνια) στο παιχνίδι τίτλου. Η ισπανική ομάδα είχε συγκλόνισε όλους στον ημιτελικό, νικώντας την ΤΣΣΚΑ, η οποία είχε ένα ρεκόρ 19-1 μέχρι τότε, με 78-85 στην πόλη της.
Στις 8 Μαΐου 2005, η Μακάμπι επιβεβαίωσε την κυριαρχία της με νίκη 90-78, κάνοντας το πρώτο back-to-back της Ευρωλίγκας σε 14 χρόνια. Ο Γιασικεβίτσιους έλαμψε με 22 πόντους και 5 ασίστ. Ο Μπάστον σημείωσε 18 πόντους, Βούτσιτς 13 και Πάρκερ 12. Στο τέλος της σεζόν, η Ευρωλίγκα έδωσε το βραβείο του Προπονητή της χρονιάς στον Γκέρσον.
Το 2006, η Μακάμπι έφτασε στον τελικό για τρίτη συνεχόμενη σεζόν, αυτή τη φορά στην Πράγα, αλλά η ΤΣΣΚΑ του Έτορε Μεσίνα τελικά κατάφερε να πάρει τον τίτλο με νίκη 73-69.
Βοηθός προπονητή στο τέλος
Μετά από εκείνα τα ένδοξα χρόνια στη Μακάμπι, ο Γκέρσον μετακόμισε στον Ολυμπιακό το 2006. Το πρώτο πράγμα που είπε όταν έφτασε στην Αθήνα ήταν ότι η αθλητική του καριέρα ξεκίνησε με τον να παίζει ποδόσφαιρο ντυμένο με κόκκινο χρώμα, το ίδιο χρώμα με τον Ολυμπιακό.
Το 2007, αποδέχθηκε την προσφορά της βουλγαρικής ομοσπονδίας να προπονήσει την εθνική της ομάδα, μια απόφαση με συναισθηματικό υπόβαθρο, καθώς οι πρόγονοί του είχαν έρθει στο Ισραήλ από τη Βουλγαρία. Κατάφερε να οδηγήσει στο Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας το 2009.
Επέστρεψε στη Μακάμπι το 2008 και έμεινε εκεί μέχρι το 2010. Τα δύο επόμενα χρόνια βρέθηκε στον πάγκο της Χάποελ Χολόν, αλλά το 2014 επέστρεψε στο Μακάμπι του, ως βοηθός! Ήταν βοηθός του Γκάι Γκούντες, ο οποίος ήταν βοηθός του Μπλατ όσο ήταν εκείνος πρώτος προπονητής στη Μακάμπι. Ο Γκούντες είχε πολύ λιγότερη εμπειρία από την Πίνι, ωστόσο, ο ίδιος δεν είχε πρόβλημα με τον δευτερεύοντα ρόλο του.
Όταν σταμάτησε από τους πάγκους, έγινε σχολιαστής της τηλεόρασης. Φυσικά, με το δικό του στιλ, χωρίς να συγκρατείται και χωρίς διπλωματίες, κάτι που ήταν πολύ δημοφιλές στους θεατές.
Ο Πίνι ήταν πάντα ένας από αυτούς τους ανθρώπους που λένε ό,τι έχουν στο μυαλό τους. Οι εχθροί του προσθέτουν επίσης σε αυτό “… και μερικές φορές χωρίς να το σκέφτεται”, αλλά ο Πίνι έχει το δικό του στυλ και το χρησιμοποιεί καθημερινά.
Οι περισσότεροι τον σέβονται για τα επιτεύγματά του, αλλά μερικοί όχι, εξαιτίας των όσων έχει πει. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν είναι επιτυχημένος προπονητής, με μεγάλη προσωπικότητα και μοναδικό στιλ.