Του Νίκου Βαρλά/ varlas@eurohoops.net
Ο Ολυμπιακός είχε μια ευκαιρία ανάκαμψης μετά την ήττα στο Μόναχο, μια μπασκετική παρτίδα αυξημένης δυσκολίας είναι η αλήθεια απέναντι στην Εφές που ήρθε στο ΣΕΦ με ρεκόρ 1-3 και τον Σέιν Λάρκιν για πρώτη φορά φέτος στο οπλοστάσιό της.
Δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο την δεδομένη ποιότητα της ομάδας του Αταμάν, αλλά και το ισχυρό κίνητρο του αντιπάλου για τη νίκη, σε συνδυασμό με τον ενθουσιασμό και την ψυχολογία που τους έδωσε η επιστροφή του ηγέτη τους και του καλύτερου παίκτη με πολύ μεγάλη απόσταση από τον επόμενο, στην περσινή Ευρωλίγκα που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει πως ο Ολυμπιακός δεν προσπάθησε. Κάτι του έλειπε, όμως. Δεν έβγαλε ποτέ στο παρκέ το κάτι παραπάνω που χρειαζόταν, δεν βρήκε τρόπο να επιβάλλει το δικό του παιχνίδι, ούτε καν ένα ικανοποιητικής διάρκειας ξέσπασμα και έτσι ηττήθηκε δίκαια.
Έτσι, έπεσε σε ρεκόρ 3-3 με 4 από τα 6 παιχνίδια του ως τώρα στο σπίτι του και η αναμέτρηση της επόμενης εβδομάδας στην Αγία Πετρούπολη με την Ζενίτ λαμβάνει χαρακτήρα ματς στο οποίο ο Ολυμπιακός θα μπει με αυξημένη πίεση και ένα μεγαλύτερο «πρέπει» από αυτό που είχε ως τώρα σε όλα τα φετινά ματς του.
Λάθος εκκίνηση
Είναι πολύ σημαντικό όταν ξεκινάνε οι αναμετρήσεις, να δείχνεις με το «καλημέρα» πως είσαι έτοιμος πνευματικά και αγωνιστικά για να κερδίσεις. Αυτό αποκτά μεγαλύτερη σημασία όταν έχεις να αντιμετωπίσεις ομάδες που αντικειμενικά διαθέτουν περισσότερο ταλέντο και ποιότητα από σένα.
Δεν έγινε στο Μόναχο απέναντι στην θεωρητικά υποδεέστερη Μπάγερν (ανεξάρτητα με την πορεία της ως τώρα), δεν έγινε για δεύτερη διαδοχική φορά στον Πειραιά κόντρα στην Εφές. Η αυλαία άνοιξε και η ομάδα του Αταμάν έκανε ό,τι ακριβώς ήθελε και είχε σχεδιάσει στην επίθεση χωρίς… ενόχληση από την άμυνα του Ολυμπιακού.
Οι φιλοξενούμενοι ξεκίνησαν με 8/9 δίποντα και 4/4 τρίποντα. Με συνέπεια η πολύ αποτελεσματική παραγωγικότητα των ερυθρολεύκων στο πρώτο δεκάλεπτο (26 πόντοι) να μην τους προσφέρει τίποτα παραπάνω από ένα μειονέκτημα 3 πόντων (26-29).
Χωρίς καν ο Λάρκιν να έχει μπει στην εξίσωση τα νούμερα του αγώνα στο 12’ μαρτυρούσαν πως ο Ολυμπιακός είτε δεν είχε μπει στο γήπεδο για να «πεθάνει» για κάθε κατοχή, είτε δεν μπορούσε να ακολουθήσει το επιθετικό παιχνίδι του αντιπάλου του.
Προσέξτε: Πλησιάζοντας στο τρίτο λεπτό της δεύτερης περιόδου, η Εφές με το πρώτο καλάθι του Λάρκιν για την φετινή σεζόν, προηγήθηκε με 28-41. Σε αυτό το διάστημα, είχε 12/13 δίποντα (!) και 5/8 τρίποντα με τον Ολυμπιακό να έχει φάει 41 πόντους σε 13 λεπτά και να έχει κάνει μόλις 4 φάουλ!
Η ομάδα είχε σοβαρό αμυντικό πρόβλημα στην αντιμετώπιση του πικ εν ρολ της Εφές, κυρίως του Μίσιτς, αλλά και των Σιμόν και Μπομπουά. Η Τουρκική ομάδα εκτελούσε τα επιθετικά της Plays με πολύ μεγάλη ευκολία, δημιουργούσε εύκολα ρήγματα και σούταρε σχεδόν κατά κανόνα με την άμυνα του Ολυμπιακού ένα χρόνο πίσω.
Το μεγάλο πρόβλημα ήταν πως όχι μόνο οι παίκτες του Μπαρτζώκα δεν μπορούσαν να αναχαιτίσουν τις επιθέσεις του αντιπάλου τους, αλλά δεν τους… ενοχλούσαν και καθόλου. Ούτε «μπασκετικό ξύλο», ούτε κάποια φάουλ για να «σπάσουν» τον ρυθμό τους και να προσπαθήσουν να τους χαλάσουν το μυαλό.
Ανέβηκε στην άμυνα, έπεσε στην επίθεση
Κάπου εκεί διαφοροποιήθηκε το μοτίβο και η ροή της μάχης. Ο Ολυμπιακός άρχισε επιτέλους να βάζει περισσότερη ένταση στην άμυνά του, με περισσότερες επαφές και κάπως καλύτερες αποστάσεις. Συν το ότι στο πρώτο κομμάτι της συμμετοχής του Λάρκιν, ενώ πριν όλοι οι υπόλοιποι τα έκαναν όλα τέλεια στην επίθεση, χρειάστηκε κάποιος χρόνος για να προσαρμοστεί στην αναμέτρηση ο Αμερικανός και η ομάδα στο δικό του παιχνίδι μετά από… μήνες και μήνες!
Τα εξωπραγματικά ποσοστά της Εφές μέχρι το 12-13’ φυσιολογικά έπεσαν, στο τελευταίο 7λεπτο οι φιλοξενούμενοι έβαλαν μόλις ένα δίποντο και σε όλο το δεύτερο δεκάλεπτο έκαναν μόλις δύο ασίστ. Η συνέπεια; Από τους 29 πόντους της πρώτης περιόδου, πέτυχαν μόλις 15 στην επόμενη.
Έλα, όμως, που ο Ολυμπιακός αντί να εκμεταλλευτεί το αμυντικό του μομέντουμ σε αυτό το σημείο του παιχνιδιού, έβαλε ακόμα λιγότερους πόντους, συγκεκριμένα 12! Με αποτέλεσμα το 38-44 του ημιχρόνου. Αποδείχτηκε σε αυτό το κομμάτι της αναμέτρησης πως η Εφές μπορούσε να έχει τον έλεγχο και το πλεονέκτημα τόσο σε up tempo παιχνίδι, όσο και σε πιο χαμηλό Pace με λιγότερο σκορ και περισσότερες Physical καταστάσεις.
Παρότι ο Ολυμπιακός σούταρε με 62% από το τρίποντο μέχρι την ανάπαυλα, δεν είχε κανένα πραγματικά μπροστάρη στο παιχνίδι του, κανένα παίκτη με πάνω από 7 πόντους και είχε ευστοχήσει μόλις σε 6 δίποντα…
Ήθελε ένα ημίχρονο, κράτησε τρία λεπτά…
Το μοναδικό διάστημα στο ματς που ο Ολυμπιακός φάνηκε ότι μπορεί να τα καταφέρει, είναι η εκκίνηση του δευτέρου ημιχρόνου. Με 3-4 καλές άμυνες, δύο τρανσίζιον κατοχές προϊόν κλεψιμάτων (ΜακΚίσικ) και ένα τρίποντο του Βεζένκοφ, οι κόκκινοι έτρεξαν ένα σερί 9-0 και πέρασαν μπροστά με 47-44.
Κι εκεί που λες, επιτέλους, χτίζει μομέντουμ ο Ολυμπιακός, η Εφές απάντησε άμεσα με μεγάλη ευκολία είναι αλήθεια. Απάντησε με ένα επί μέρους σκορ 3-14, προηγήθηκε εκ νέου με 50-58 και συνέχιζε να νιώθει άνετα στο παρκέ, ξεπερνώντας με συνοπτικές διαδικασίες την αντεπίθεση που προσπάθησε να σκαρώσουν οι γηπεδούχοι.
Εκεί, εμφανίστηκαν πάλι μεγάλα προβλήματα στην αμυντική αντιμετώπιση του πικ εν ρολ της Εφές, λάθη σε επιθετικές καταστάσεις μισού γηπέδου με τον Ολυμπιακό να είναι υπερβολικά στατικός και χωρίς καθόλου κίνηση μακριά από τη μπάλα. Αυτά τα σφάλματα και η δυσλειτουργία στην επίθεση, όχι μόνο δεν επέτρεψαν στην ομάδα να αυξήσει την παραγωγικότητα στο σκορ, αλλά έδωσαν και κάποιους συνεχόμενους εύκολους πόντους στον αντίπαλο, στο ανοιχτό γήπεδο.
Με αυτά και με αυτά το τρίτο δεκάλεπτο εξέπνευσε και ο Ολυμπιακός μπήκε στο ακροτελεύτιο δεκάλεπτο με το ίδιο ακριβώς μειονέκτημα που είχε κληροδοτήσει από το ημίχρονο, -6 πόντους.
Δεν βρέθηκε ποτέ το σχήμα – Game Changer
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας ξεκίνησε ποντάροντας σε σχήμα με Τζένκινς, Σπανούλη, Χάρισον, Πρίντεζη και Χασάν. Κάποια στιγμή εμπιστεύτηκε τον ΜακΚίσικ, στο τελευταίο τετράλεπτο με την Εφές να έχει χτίσει ήδη σοβαρό πλεονέκτημα νίκης επιστράτευσε ξανά και τον Σλούκα, αλλά η αλήθεια είναι πως ο προπονητής του Ολυμπιακού ποτέ δεν βρήκε σε αυτή την βραδιά το σχήμα που θα άλλαζε το ρου της αναμέτρησης. Δεν βρέθηκε, δηλαδή, η πεντάδα που θα μπορούσε να επιδείξει ισορροπία και αρμονία μεταξύ άμυνας και επίθεσης.
Ο Τζένκινς δεν κατάφερε στο κρίσιμο σημείο να αναχαιτίσει το «πυρηνικό όπλο» που λέγεται Λάρκιν και δύο τρίποντα με την υπογραφή του Αμερικανού έφεραν την διαφορά σε διψήφια επίπεδα (63-73) και δυσκόλεψαν υπερβολικά την αποστολή ανατροπής του Ολυμπιακού.
Η ομάδα προσπάθησε, πάλεψε, έφτασε μέχρι το -3, αλλά ένα χαμένο αμυντικό ριμπάουντ και εύστοχες βολές από την Εφές, κλείδωσαν το παιχνίδι και έφεραν την δεύτερη διαδοχική ήττα της ομάδας και τρίτη συνολικά στη φετινή λίγκα.
Γιατί έχασε
Ο Ολυμπιακός δεν είχε κακούς δείκτες. Τελείωσε με 56% στο δίποντο, 52% στο τρίποντο, είχε +4 ασίστ συγκριτικά με την Εφές (19-15), τα ίδια λάθη (13), τρία περισσότερα μπλοκ. Αυτό που σίγουρα τον πλήγωσε είναι τα +7 επιθετικά ριμπάουντ του αντιπάλου, που προσέφεραν έξτρα κατοχές και πόντους.
Γιατί ηττήθηκε, λοιπόν, ο Ολυμπιακός; Γιατί δεν μπόρεσε τελικά να υπερκαλύψει και να ξεπεράσει με κάποιο τρόπο το πλεόνασμα ποιότητας που διέθετε έναντί του ο αντίπαλος. Με εξαίρεση το δεύτερο δεκάλεπτο που είχε σοβαρά αποτελέσματα στην άμυνα, αλλά ακόμα πιο σοβαρά προβλήματα στην επίθεση, δεν βρήκε ποτέ τον τρόπο να αλλάξει το μομέντουμ και τα δεδομένα της μάχης από την άμυνα και ακριβώς το ίδιο συνέβη και στην επίθεσή του.
Δεν υπήρξε ένας παίκτης να ανάψει την… σπίθα, να κάνει το κάτι παραπάνω στην επίθεση και να λειτουργήσει ως ωθητική δύναμη. Να δώσει το σύνθημα για ένα ξέσπασμα που θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να κάνει την διαφορά.
Ούτε από την άμυνα, ούτε από την επίθεση άλλαξε σε διάρκεια χρόνου μέσα στο ματς τον ρυθμό και επιπροσθέτως, στη τελευταία περίοδο που όλα μετράνε διπλά, είδε και τον Λάρκιν να βρίσκει ρυθμό και να τον «σκοτώνει».
Ο Αμερικανός έβαλε μεγάλα σουτ και όταν χρειάστηκε ένας εναντίον ενός παιχνίδι μετά τις αλλαγές του Ολυμπιακού στα σκριν, για να βρεθεί πάνω του ο Χασάν Μάρτιν, ο πολυτάλαντος Σέιν πάλι βρήκε τον τρόπο κι ας είχε 8 μήνες να παίξει επίσημο ματς.
Ήταν κι αυτός ένας μεγάλης σημαντικότητας λόγος. Η Εφές έχασε από την Φενέρ, την Ζενίτ, την Ζαλγκίρις. Σε κανένα από αυτά τα παιχνίδια δεν υπήρχε στο ρόστερ της ο Λάρκιν. Στο ΣΕΦ, όταν η μπάλα «έκαιγε» και ο Μίσιτς που έμεινε στο παρκέ 38 λεπτά είχε κουραστεί, εμφανίστηκε ο περσινός (άτυπος λόγω Covid) MVP για να τελειώσει τη δουλειά.
Το τελευταίο πολύ βασικό στην εξέλιξη του αγώνα, που πρέπει να τονιστεί, είναι πως το δίδυμο ψηλών Ντάνστον – Σίνγκλετον έκανε εκπληκτική δουλειά στην άμυνα. Είχαν συγχρονισμό, αποφασιστικότητα, απαγόρεψαν στον Ολυμπιακό και να δημιουργήσει ρήγματα με τα γκαρντ του, αλλά και να βρει σκόρ ή δημιουργία μέσα στο ζωγραφιστό και ουσιαστικά οι δυο τους αλλοίωσαν σε πολύ σημαντικό βαθμό την επιθετική λειτουργία των ερυθρόλευκων και όσα ήθελαν να κάνουν στην επίθεση.
Ήταν απροσπέλαστοι και μετά από άμυνες αλλαγών και στο πως κάλυπταν τους χώρους και στην άμυνά τους στο χαμηλό ποστ όποτε χρειάστηκε. Κάτι που… αναντίστοιχα, δεν κατάφεραν να κάνουν οι ψηλοί του Ολυμπιακού.
Οι περισσότεροι όταν ακούν την λέξη ποιότητα στο μπάσκετ, σκέφτονται απευθείας την επίθεση. Υπάρχει και η ποιότητα στην άμυνα, που πολλές φορές κάνει την διαφορά και κερδίζει παιχνίδια. Αυτό ισχύει στη προκειμένη περίπτωση για τους δύο Αμερικανούς της Εφές που πραγματικά επηρέασαν πάρα πολύ την έκβαση της αναμέτρησης με την αμυντική τους συμπεριφορά και προσήλωση.
Μια επιλογή, να συνεχίσει
Οι δύο διαδοχικές νίκες την διπλή εβδομάδα απέναντι σε Μιλάνο και Μακάμπι «έγραψαν» και ακόμα μετράνε στην οικονομία της βαθμολογίας. Πλέον, όμως, μοιάζουν κάπως μακρινές με τον Ολυμπιακό να έχει υποστεί δύο διαδοχικές ήττες, να έχει αλλοιώσει αρκετά την αγωνιστική εικόνα που επέδειξε στις νίκες του και να δείχνει πως ακόμα χρειάζεται πραγματικά πολλή δουλειά.
Η δημιουργικότητα και η απειλή από το «1» παραμένει ερωτηματικό σε αναμετρήσεις που ο Σλούκας δεν μπορεί να κάνει την διαφορά δημιουργικά και εκτελεστικά κι αυτά τα ματς δεν θα είναι λίγα, από την στιγμή που ο Ολυμπιακός δεν δείχνει να διαθέτει κάποιον παίκτη που σταθερά θα μπορεί να «τραβάει κουπί» στην επίθεση για να ανοίγει τους χώρους και να μην επιτρέπει στις άμυνες να προσηλώνονται κυρίως στην αντιμετώπιση του πικ εν ρολ του Κώστα.
Παιχνίδι με το παιχνίδι, εγείρονται ερωτηματικά και στον άλλο γρίφο που είχαμε θέσει πριν το τζάμπολ της σεζόν, την αποτελεσματικότητα που μπορεί να έχει ο Ολυμπιακός και στις δύο πλευρές του παρκέ από το «5».
Τα ποσοστά των Έλις και Μάρτιν στην επίθεση παραμένουν πάρα πολύ υψηλά. Για δεύτερο συνεχόμενο ματς, όμως, δεν μπόρεσαν να προσφέρουν το κάτι παραπάνω ως επιθετική υπόσταση από το ποστ (ο πιο βασικός λόγος, δεν είχε διάρκεια το επιθετικό πικ εν ρολ παιχνίδι της ομάδας) ούτε να κάνουν την διαφορά από την άμυνα.
Χασάν Μάρτιν: Ο πιο εύστοχος σε ΟΛΗ την Ευρωλίγκα (videos)
Ο δε Έλις σε 14 λεπτά συμμετοχής δεν πήρε ούτε ένα ριμπάουντ, ενώ και πάλι έδειξε μια επιρρέπεια στο εύκολο φάουλ. Κάτι που σίγουρα έχει να κάνει με τις αλλαγές στην άμυνα, αφού καλείται να αναχαιτίσει πολύ πιο γρήγορους και βραχύσωμους παίκτες, συν το ότι πηδάει πολύ εύκολα στις προσποιήσεις και μοιραία βγαίνει εκτός ισορροπίας.
Τα σχεδόν 6 λεπτά του Λίβιο στο παρκέ και οι καλές του άμυνες (δύο τάπες σε πικ εν ρολ άμυνες και μια σε βοήθεια) αποτέλεσαν ένα ενθαρρυντικό δείγμα για μια αναγκαία έξτρα διάσταση στην άμυνα του Ολυμπιακού. Όμως, τον έχουμε δει πολύ λίγο στο παρκέ και το δείγμα δεν είναι σαφές, συν δεν έχουμε δει στη πράξη τι μπορεί να προσφέρει στην επίθεση.
Ο Ολυμπιακός θα μπει στη νέα εβδομάδα με προβληματισμό, με μια ακόμα ήττα στη πλάτη του, με κάπως «μαγκωμένη» ψυχολογία, όμως, η μοναδική επιλογή που διαθέτει, είναι να συνεχίσει να δουλεύει και να προσπαθεί να βελτιώνεται.
Σύμφωνοι, η έλλειψη υποχρεώσεων στην Ελλάδα του προσφέρει πολύ περισσότερες προπονήσεις και χρόνο για να προετοιμάζεται. Στη πράξη, όμως, έχει μπει στο παρκέ στις τελευταίες δύο αναμετρήσεις με πολύ λάθος τρόπο και κανείς δεν μπορεί να στηρίξει σοβαρά επιχειρήματα στο ότι με ένα ματς την εβδομάδα παίκτες όπως ο Σλούκας, ο Χάρισον, ο ΜακΚίσικ, οι ψηλοί και όχι μόνο δύνανται να βρουν πραγματικά καλό ρυθμό.
Σε αυτό πρέπει να προστεθεί ο αντικειμενικός προβληματισμός ότι παιδιά όπως ο Χαραλαμπόπουλος, ο Λαρεντζάκης, ο Κόνιαρης που αυτή την φορά μπήκε στην δωδεκάδα, βλέπουν τα παιχνίδια και τους μήνες να περνούν από τον πάγκο χωρίς ουσιαστικές και σταθερές ευκαιρίες να παίξουν, να βρουν ρυθμό, να δούμε τι μπορούν να προσφέρουν και τι όχι στο φετινό οικοδόμημα.