Tου Αχιλλέα Μαυροδόντη / info@eurohoops.net
Σαν σήμερα, πριν από 24 χρόνια, ο Ολυμπιακός έγραψε ιστορία, κατακτώντας το πρώτο του ευρωπαϊκό τίτλο στη Ρώμη και φτάνοντας στο Έβερεστ του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Εκείνη η ομάδα του Ντούσαν Ίβκοβιτς πέρασε… αέρα τις αντιπάλους της στην πρωτεύουσα της Ιταλίας, φτάνοντας στην κατάκτηση της Ευρωλίγκας, με τους οπαδούς, τόσο στην «αιώνια πόλη», όσο και στην Ελλάδα, να γιορτάζουν με την ψυχή τους αυτή την επιτυχία της ομάδας τους.
Ο ηγέτης εκείνης της σπουδαίας ομάδας, δεν ήταν άλλος από τον Ντέιβιντ Ρίβερς. Ο Αμερικανός ήταν το πολυβόλο της αρμάδας του Ντούντα και ο παίκτης που πήρε από το χέρι τους Πειραιώτες για να ρους οδηγήσει μέχρι τον τίτλο στην ιταλική πρωτεύουσα. Έτσι λοιπόν, ο αγαπημένος “ποταμός” των ερυθρόλευκων φιλάθλων ήταν ο πλέον κατάλληλος για να γιορτάσει μαζί μας την επέτειο εκείνης της επιτυχίας.
Ο MVP του Final Four γύρισε το χρόνο πίσω και μίλησε στο Eurohoops για τον θρίαμβο του 1997, μεταφέροντάς μας το κλίμα από την εποχή, το μυστικό της ομάδας και τις πιο δυνατές του αναμνήσεις.
Ακόμα, δεν παρέλειψε να αποθεώσει τον κόουτς Ίβκοβιτς και να εκφράσει την αγάπη του για τον κόσμο του Ολυμπιακού, έστειλε το δικό του μήνυμα στους φιλάθλους της ομάδας του Πειραιά και έριξε φως στην υπόθεση του καλοκαιριού του 1997, όταν και, παρότι υπήρξε προφορική συμφωνία για ανανέωση, αυτό δεν έγινε ποτέ.
-Πριν πάμε στο 1997, ας ξεκινήσουμε από το 1995. Πόσο εύκολη απόφαση ήταν να υπογράψετε με την ομάδα τότε;
“Ήταν πολύ εύκολη απόφαση. Ήρθα στην Ευρώπη το 1991 και δούλεψα για να φτάσω από ποιοτική ομάδα σε ακόμα πιο ποιοτική ομάδα. Οπότε το να πάρω την απόφαση να υπογράψω στον Ολυμπιακό και να έρθω στην Ελλάδα ήταν πολύ εύκολη”.
-Ποιες ήταν οι εντυπώσεις σας από το ελληνικό μπάσκετ γενικότερα, όταν πρωτοήρθατε στον Ολυμπιακό;
“Οι πρώτες μου εντυπώσεις είχαν να κάνουν με το πόσο παθιασμένα και σκληρά κοντραριζόντουσαν οι παίκτες. Πίστευα πως είναι πολύ ενδιαφέρον. Το παιχνίδι ήταν πιο σκληρό στην Ελλάδα και παρόμοιο με αυτό στις ΗΠΑ. Οπότε μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον. Ήρθα στην Ελλάδα από την Γαλλία και το στυλ εκεί ήταν πιο… φινετσάτο, οπότε αυτό πρόσεξα από την αρχή”.
-Πώς ήταν το να δουλεύει κανείς με τον κόουτς Ίβκοβιτς;
“Ήταν φανταστικό πραγματικά. Είναι ήσυχος άνθρωπος, αλλά σκληρός και σταθερός στα πιστεύω του. Τον είδα σαν έναν δυνατό ηγέτη που ήξερε τι ήθελε. Απλά ήθελε να καταλαβαίνουν οι παίκτες αυτό που ήθελε και να το εκτελούν. Ήταν ευχαρίστηση το να δουλεύω για αυτόν, παρότι ήταν σκληρός κατά καιρούς για κάποιους. Ήταν όμως πραγματικά πολύ ευχάριστος”.
-Ενώ πριν τους τελικούς οι προπονητές θέλουν τους παίκτες συγκεντρωμένους, ο κόουτς Ίβκοβιτς σας πήγε… βόλτα στη Ρώμη. Πώς σας φάνηκε αυτή η κίνηση;
“Ήμουν συγκεντρωμένος στο τι πρέπει να κάνω. Πήγαμε βόλτα και ήταν μια πολύ όμορφη κίνηση από τον κόουτς Ίβκοβιτς για να μας βοηθήσει να ηρεμίσουμε. Η ιστορία που είδαμε σε αυτή την υπέροχη πόλη ήταν απλά μια προετοιμασία για την ιστορία που θα γράφαμε εκεί. Εγώ πάντως, σε κάθε στιγμή αυτής της βόλτας, ζούσα στο κεφάλι μου ξανά και ξανά αυτά που ήθελα να ζήσω μετά το παιχνίδι”.
-Πριν το Final Four έπρεπε να περάσετε το εμπόδιο του Παναθηναϊκού, ο οποίος είναι ο μεγάλος αντίπαλος του Ολυμπιακού, αλλά και ο πρωταθλητής Ευρώπης της προηγούμενης σεζόν (σ.σ. 1996). Πόσο σημαντικό ήταν για εσάς ότι αφήσατε εκτός του αιώνιο αντίπαλο;
“Πρέπει να κοιτάξεις εκείνη τη σεζόν γενικότερα. Δεν κάναμε το καλύτερο ξεκίνημα και είχαμε πολλά σκαμπανευάσματα. Όμως από την πρώτη μέρα της προετοιμασίας, ή ακόμα και πριν από αυτή, το μυαλό μου είχε ήδη κατασταλάξει στο τι ήθελα να κάνω και τι πρέπει να κάνω για να έχω τα επιθυμητά αποτελέσματα στο τέλος της σεζόν. Οπότε το να βλέπω απέναντί μας τον Παναθηναϊκό εκείνη την περίοδο δεν ήταν τόσο μεγάλο συναισθηματικά για εμένα. Δεν είπα δηλαδή «Ώ έχουμε τον μεγάλο μας αντίπαλο απέναντί μας και πρέπει να τον κερδίσουμε». Ήταν απλά ένα κομμάτι του δρόμου που είχα στο μυαλό μου για να φτάσω στο τέλος και ήταν το να κερδίσουμε όλους τους τίτλους. Οπότε δεν ήταν πολύ ιδιαίτερο συναισθηματικά το ότι τους αντιμετώπισα. Τους σεβόμουν, καθώς επρόκειτο για μια σπουδαία ομάδα, αλλά αυτό ήταν το σκεπτικό μου”.
-Τι είχατε στο μυαλό σας. φτάνοντας στο Final Four;
“Σαν παίκτης, όλη μου τη ζωή ζούσα με τον φόβο του να μην είμαι έτοιμος. Για αυτό τα καλοκαίρια έκανα ό,τι έκανα, ώστε να μπορώ να πατήσω παρκέ και να αισθάνομαι έτοιμος και προετοιμασμένος. Θα σας μεταφέρω μια μικρή σύνοψη του τρόπου σκέψης μου πριν την χρονιά. Στο τέλος της ημέρας, όταν φτάσαμε στο Final Four, για εμένα ήταν μια κατάσταση που έλεγα «οκ, η δουλειά έγινε, φτάσαμε». Πάντα ήξερα πως αν φτάναμε εκεί, θα ήταν εύκολο να παίξουμε αυτά τα παιχνίδια και αυτό ήταν το σκεπτικό μου από το δευτερόλεπτο που προσγειωθήκαμε στη Ρώμη. Είχα απόλυτη βεβαιότητα και καμία απολύτως αμφιβολία, ότι θα κερδίζαμε τις ομάδες που είχαμε μπροστά μας. Το θέμα ήταν απλά να βγω και να εκτελέσω αυτά που ήδη ήξερα και προετοιμαζόμουν όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Ήταν σαν ένας καμβάς. Θα μπορούσε να πει κανείς πως ήμουν στη… ζώνη μου”.
-Ποια είναι η πιο δυνατή ανάμνηση από εκείνη τη μέρα;
“Η πιο δυνατή ανάμνηση είναι τα δάκρυα χαράς. Μετά τον τίτλο, γιορτάσαμε στο παρκέ και οι οπαδοί ήρθαν μαζί μας και τρελάθηκαν. Ήταν η πρώτη Ευρωλίγκα και την περίμεναν τόσα χρόνια. Το να βλέπεις τη χαρά στα πρόσωπα των οπαδών και τα δάκρυά τους είναι κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Γυρίσαμε νωρίς το πρωί στην Αθήνα και το αεροδρόμιο ήταν γεμάτο. Ο κόσμος γιόρταζε στους δρόμους όλη νύχτα με πυροτεχνήματα και πυρσούς. Η αγαλλίαση των οπαδών είναι κάτι που θυμάμαι ακόμα και σήμερα. Τους εκτιμώ βαθιά, τους αγαπώ και δεν θα ξεχάσω ποτέ όλα όσα ζήσαμε”.
-Σε κάθε μια από τις φωτογραφίες των πανηγυρισμών είστε στους ώμους ενός φιλάθλου που δεν τον γνωρίζει κανείς. Πείτε μας για αυτό το περιστατικό…
“Ο κύριος που με πήρε στους ώμους δεν έχω ιδέα ποιος είναι και τι έκανε. Το έκανε πάνω στη χαρά του και ποτέ δεν είδα το πρόσωπό του, μέχρι να κατέβω. Αλλά αυτό ήταν αυθόρμητο τη στιγμή του πανηγυρισμού. Είναι χαρακτηριστικό του πόσο σημαντικοί ήταν οι φίλαθλοι σε όλη την επιτυχία. Είναι μια αποτύπωση του πόσο μεγάλη θέση έχουν οι φίλοι του Ολυμπιακού στην καρδιά μου και πόσο μου έδιναν κίνητρο να τους φέρω κάτι που περίμεναν χρόνια. Οπότε ήταν μια όμορφη στιγμή και την θυμάμαι σαν να ήταν χτες. Τελικά συνάντησα αυτόν τον κύριο πολλά χρόνια μετά, σε μια από τις επισκέψεις μου στην Αθήνα. Ήταν μια εικονική στιγμή και μια απίθανη φωτογραφία”.
“Μόνο τις αναμνήσεις μου. Έχω και την φανέλα μου, αλλά δεν μου κάνει πλέον (γέλια). Πραγματικά όμως έχω τρομερές και ευχάριστες αναμνήσεις που δεν θα σβηστούν ποτέ!”
-Ποιο ήταν το μυστικό της επιτυχίας για εκείνη την ομάδα;
“Η σκληράδα. Όλοι οι συμπαίκτες μου, ακόμα και οι νεαροί… Το μήνυμα που έστελναν όλοι ήταν σκληράδα. Ο Γιώργος Σιγάλας, ένας από τους αρχηγούς μας, ήταν χαρακτηριστικό παράδειγμα σκληρής άμυνας. Πάντα πίστευα πως η άμυνα θα σου δώσει τίτλους. Το να έχεις την ικανότητα να σταματάς τόσο ταλαντούχους αντιπάλους είναι τρομερό πλεονέκτημα, οπότε εκείνη την ομάδα θα την χαρακτήριζα σαν μια σκληρή ομάδα. Παλεύαμε σε κάθε ματς. Δεν σκοράραμε πάντα 100 πόντους, αλλά πάντα παλεύαμε στην άμυνα και αυτό μας έδινε πλεονέκτημα. Αυτό πιστεύω για αυτή την ομάδα. Όταν έβλεπα λοιπόν το Σιγάλα να τα δίνει όλα στην άμυνα σε κάθε προπόνηση, πίστευα πως έχω κάτι σπουδαίο σε αυτή την ομάδα. Αυτό ήμασταν”.
-Κρατάτε επαφές με τους συμπαίκτες σου από εκείνη την ομάδα;
“Όχι όσο θα ήθελα. Μιλάω όταν έχω την ευκαιρία με τον Παναγιώτη Φασούλα, όταν μπορώ μιλάω λίγο με τον Μίλαν Τόμιτς και αραιά και που ανταλλάσουμε μερικά μηνύματα με τον Σιγάλα, αλλά δεν μιλάω με αυτά τα παιδιά όσο πολύ θα ήθελα”.
-Παρακολουθείτε την ομάδα καθόλου πλέον;
“Όχι όσο παλαιότερα. Όταν μπορώ βλέπω στο ίντερνετ τι κάνει η ομάδα. Τους υποστηρίζω πάντα όμως. Βέβαια δεν μου άρεσε που ο Ολυμπιακός έπαιζε μόνο Ευρωλίγκα και αποχώρησε από το ελληνικό πρωτάθλημα. Πιστεύω πως αυτό είναι κάτι που θα μπορούσε να αποφευχθεί, όμως, όπως και να έχει, υποστηρίζω την ομάδα και με κάθε ευκαιρία παρακολουθώ την ομάδα. Η τελευταία φορά που είδα τον Ολυμπιακό ήταν στο ματς κόντρα στη Βιλερμπάν”.
-Το 2015 Βρεθήκατε στην προπόνηση του Ολυμπιακού και συνομιλήσατε με τους παίκτες. Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;
“Εκείνη την περίοδο η ομάδα είχε αλλάξει αρκετά και υπήρχαν 7 ή 8 νέοι παίκτες. Τους μίλησα για την πρόκληση που έχουν μπροστά τους, γιατί ο Ολυμπιακός έχει μια μεγάλη παράδοση και αυτή η παράδοση χτίστηκε από τις μεγάλες επιτυχίες. Οπότε μίλησα για όσα πίστευα πως πρέπει να κάνουν για να τιμήσουν την παράδοση της ομάδας και έπρεπε να δουλέψουν, να βρεθούν μεταξύ τους και να κατανοήσουν την ταυτότητα της ομάδας. Ήταν κάτι δύσκολο για μια ομάδα με τόσους νέους παίκτες, το να περιμένει κανείς από αυτή να κερδίζει και πάλι τίτλους. Μίλησε από καρδιάς για το τι είναι αυτή η πρόκληση και το τι πρέπει να κάνουν και εκτιμώ το ότι μου δόθηκε αυτή η ευκαιρία να μοιραστώ τις σκέψεις μου μαζί τους. Δεν ήξερα βέβαια πως με κατέγραφαν (γέλια)”.
-Ζούμε περίεργες στιγμές αυτό τον καιρό με την πανδημία. Ποιο είναι λοιπόν το μήνυμά σας για τους οπαδούς, οι οποίοι ακόμα σας αγαπούν τόσο πολύ;
“Το πρώτο μου μήνυμα είναι ότι θα ήθελαν να καταλάβουν το πόσο σημαντικό είναι για εμένα το να είμαι μέρος της ιστορίας του Ολυμπιακού. Δεν θα τους ξεχάσω πραγματικά ποτέ. Οι Έλληνες γενικότερα είναι στο μυαλό μου πάντα, λόγω των σχέσεων που χτίσαμε. Με την πανδημία να υπάρχει, ανησυχώ πολύ για τους φίλους μου στην Ελλάδα και θα ήθελα να σκέφτονται ο ένας τον άλλον. Τον κάθε έναν ξεχωριστά, ακόμα και αυτούς που απλά προσπερνούν στο δρόμο και τα μαγαζιά. Να είναι προσεκτικοί. Γιατί να ρισκάρουμε; Μπορούμε να κάνουμε απλά πράγματα για να προστατεύσουμε τους άλλους και τους εαυτούς μας. Μόνο έτσι θα θεραπευτούμε από την πανδημία. Εύχομαι τα καλύτερα στους φίλαθλους του Ολυμπιακού, αλλά και στους αντιπάλους μου. Δεν μπορούμε να πάρουμε ούτε μια ανάσα δεδομένη, οπότε θέλω να είναι όλοι όσο πιο προσεκτικοί γίνεται. Αγαπώ την Ελλάδα, αγαπώ την Αθήνα και μου λείπει το ότι δεν μπορώ να έρθω εκεί, δα δω τα ματς. Έχω μεγάλη σύνδεση στην καρδιά μου με την Ελλάδα και αγαπώ όλους τους φιλάθλους, αλλά οι ερυθρόλευκοι έχουν μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Με κάθε ευκαιρία που έχω για να μοιραστώ τις εμπειρίες μου είναι χαρά μου. Θα ήθελα τόσο πολύ να είμαι εκεί για να γιορτάσω την 24η επέτειο από τον πρώτο τίτλο Ευρωλίγκας, όμως δεν γίνεται. Ίσως να το κάνουμε την επόμενη σεζόν”.
-Τέλος θα θέλαμε να μας απαντήσετε στο μεγάλο ερώτημα γύρω από εσάς και τον Ολυμπιακό. Τι συνέβη το καλοκαίρι του 1997 και δεν ανανεώσατε;
“Ήταν μια συμφωνία που τελείωσε περίεργα και παραμένει ακόμα και σήμερα ένα μυστήριο για εμένα το τι έγινε. Υπήρχε μια προφορική συμφωνία να συνεχίσουμε μαζί, υπήρχε χημεία και δέσιμο, αγαπούσα με την ομάδα και τους προπονητές και ανυπομονούσα να παίξω με τους Μπουλς και τον Μάικλ Τζόρνταν που τον σέβομαι απεριόριστα στο φιλικό την επόμενη σεζόν. Αυτή η κατάρρευση της συμφωνίας παραμένει ακόμα και σήμερα ένα μυστήριο για εμένα πάντως”.