Της Eurohoops team / info@eurohoops.net
Η ΤΣΣΚΑ αποτέλεσε μια από τις πιο πετυχημένες ομάδες της δεκαετίας του 2000 και εκτός του δικού μας, Θοδωρή Παπαλουκά, ένας βασικός παράγοντας των επιτυχιών της δεν ήταν άλλος από τον Τράιαν Λάνγκτον.
Ο Αμερικανός ήταν βασικό στέλεχος της ΤΣΣΚΑ και ο MVP του Final Four της Μαδρίτης το 2008μ ενώ πλέον έχει αλλάξει ρόλο, όντας ο GM των Πέλικανς.
Ο Λάνγκτον, έχοντας πλέον αρκετά χρόνια μακριά από τα ευρωπαϊκά παρκέ, μίλησε στο Eurohoops και θυμήθηκε τα όσα έζησε στη Γηραιά Ήπειρο, ενώ, πέραν των επιτυχιών με την ΤΣΣΚΑ, έκανε ειδικές αναφορές στον Παναθηναϊκό, τον Παπαλουκά, τον Δημήτρη Διαμαντίδη, ενώ στάθηκε στη σειρά του 2008 με αντίπαλο τον Ολυμπιακό.
Για τον Παπαλουκά μάλιστα ανέφερε πως το 2006 είχε προειδοποιήσει τον Μάικ Σιζέφσκι αναφορικά με τις ικανότητές του, όμως φαίνεται πως αυτό δεν ήταν αρκετό, με τον Έλληνα γκαρντ να κάνει και πάλι σπουδαίο ματς απέναντι στις ΗΠΑ με 8 πόντους και 12 ασίστ.
Αναλυτικά τα όσα είπε ο Τράιαν Λάνγκτον στο Eurohoops και τον Αντώνη Στρογγυλάκη:
Για το αν του λείπει το μπάσκετ: ”Πριν μερικές ημέρες, με ρώτησε το ίδιο η γυναικά μου. Της είπα όχι ιδιαίτερα, γιατί πλέον δεν αντέχει το σώμα μου. Ξέρω ότι θα πονούσα. Ο ανταγωνισμός μου λείπει, το να δοκιμάζεις τον εαυτό του, τον να προκαλείς τον εαυτό σου. Να κοιτάξεις τον αντίπαλο και να ξέρεις ότι αν είναι πιο αδύναμο;, να προετοιμαστείς πνευματικά, ειδικά με την ΤΣΣΚΑ. Ήξερες ότι θα κάνει το καλύτερό του παιχνίδι. Αν ο αντίπαλος ήταν καλύτερος, είχες το σήμα της ΤΣΣΚΑ στη φανέλα, οπότε δεν είχε σημασία αν είναι πιο ταλαντούχος. Υπήρχε πάντα στόχος στην πλάτη σου. Υπήρχε συναδελφικότητα στα αποδυτήρια. Μου λείπει να γνωρίζεις άτομα από διαφορετικές χώρες και εθνικότητες. Αυτά μου λείπουν.
Η καθημερινή δουλειά και η προετοιμασία ήταν απολαυστικά, όταν ήμουν πιο νέος. Αλλά όσο μεγάλωνα, τόσο πιο δύσκολο γινόταν, επομένως δεν μου λείπει. Η δουλειά στο παρκέ ήταν εύκολη, τα άλλα όχι”
Για το αν ήταν σοκαριστικό για εκείνον οι διπλές προπονήσεις στην Ευρώπη: ”Το μεγαλύτερο πρόβλημα για μένα ήταν όταν υπήρχε κενό μεταξύ το τέλος της σεζόν και την έναρξη των playoffs. Όταν ήμουν στην Μπενετόν, μετά το Final Four , περίπου 7 ημέρες πριν τον πρώτο γύρο, παίξαμε φιλικό. Και θυμάμαι να αναρωτιέμαι ότι είναι Μάιος, πώς γίνεται να έχουμε φιλικό;”
Για το τι έμαθε από το μπάσκετ και τον βοηθάει μέχρι σήμερα: ”Η προετοιμασία είναι ένα από τα πλέον σημαντικά. Πρέπει να προετοιμάζεσαι για μία μακρά σεζόν σαν ΝΒΑer. Να προσέχεις το σώμα σου. Να καταλάβεις ότι αν δεν είσαι εργατικός και επιμελής, αυτό θα γυρίσει μπούμερανγκ. Νομίζουμε ότι επειδή πολλοί παίκτες είναι τρομερά ταλαντούχοι, ξέρουν και την προετοιμασία και τις προκλήσεις. Κάποιοι από αυτοί είναι 22, 23, 24, επαγγελματίες και ταλαντούχοι. Αλλά πρέπει να καταλάβουμε ότι μπορώ να τους βοηθήσω με την σοφία που έχω αποκτήσει. Κάποια τα βρήκα μόνος στα 28, 29 μου. Αν μπορώ να πω μερικά πράγματα στους νεότερους, πολύ θα το ήθελα”
Για την εμπειρία του σαν παίκτης κολεγίου στην Team USA το 1998: ”Πολλοί παίκτες ωρίμασαν σε αυτή την ομάδα. Η πρώτη μου πραγματική ευρωπαϊκή εμπειρία ήρθε το 1995 και μετά το 1998. Δεν έπαιξα πολύ. Αλλά το να μπορώ να δω μερικούς από τους κορυφαίους παίκτες στην Ευρώπη και να καταλάβω γιατί ήταν μεγάλοι παίκτες, ήταν φοβερό. Μερικοί μπορούσα να παίξουν στο ΝΒΑ. Και φυσικά τους παίκτες της Γιουγκοσλαβίας.
Ήταν ομάδα… τέρας. Δεν ήξερα ποιος ήταν ο Μποντίρογκα, αλλά είπα ότι μπορεί να παίξει άνετα. Αυτό άνοιξε τα μάτια μου και είδα την δύναμη της Ευρώπης. Η λιθουανική ομάδα ήταν επίσης πολύ καλή. Ο Γιασικεβίτσιους, ο Καρνισόβας. Άνοιξα τα μάτια μου, είχα ήδη πάρει εμπειρίες, αλλά πήγε σε άλλο επίπεδο. Βοήθησε στην μετάβασή μου όταν πήγα στην Ιταλία το 2002. Ήξερα ότι με αυτούς θα παίζω αντίπαλος. Ήξερα ότι πρέπει να τους σεβαστώ, γιατί δεν θα ήταν εύκολο”
Για την συνεργασία με την Μπενετόν το 2002: ”Να είμαι ειλικρινής, δεν μίλησα με τον Μεσίνα, αλλά με τον Γκεραρντίνι. Ήμουν στο summer camp των Χιτ. Μου έστειλε ένα συμβόλαιο και είχε 48 ώρες να αποφασίσω. Αν δεν προλάβαινα, θα κοιτούσαν άλλον παίκτη. Κρατάει τον λόγο του, κάτι που σέβομαι. Μου πήρε 36 ώρες να δεχτώ. Πήγα ξέροντας ότι δεν θα είναι εύκολο, ότι θα έπρεπε να παλεύω συνέχεια. Δεν ήξερα πολλά, μόνο ότι ήταν μια πολύ καλή ομάδα. Ο ατζέντης μού είπε ότι ο Μεσινα έχασε στο Final Four, κέρδισε τους ιταλικούς τελικούς και μετά πήγε στην Μπενετόν. Δεν ήξερα την δυναμική και την αντιπαλότητα των Μπενετόν, Βίρτους, Αρμάνι. Έμαθα αμέσως. Φτάσαμε μέχρι το Final Four και αντιμετωπίσαμε στον τελικό τη Μπαρτσελόνα. Τους είχαμε παίξει δύο φορές μέσα στη σεζόν. Στην έδρα μας κερδίσαμε εύκολα και χάσαμε εκτός. Οπότε πίστευα πως είμαστε καλύτεροι. Ήξερα πως θα είναι δύσκολο ματς και ήξερα ότι ο Μποντίρογκα είχε κερδίσει αρκετά τρόπαια. Ο Σαρούνας ήταν προφανώς σπουδαίος παίκτης και είχαν μέγεθος. Έπρεπε να βάλουμε σουτ για να τους κερδίσουμε. Κάναμε ένα από τα χειρότερα παιχνίδια μας επιθετικά, ενώ ο Μποντίρογκα έβαλε μεγάλα σουτ. Ήταν σπουδαία ομάδα και κοιτώντας τα ονόματά της πλέον, δεν θεωρώ τόσο μεγάλη αποτυχία την ήττα”.
Για τη νέα συνεργασία του με το Μεσίνα το 2005 στην ΤΣΣΚΑ: “Είχα χάσει ματς τίτλου και με την ΤΣΣΚΑ είχα ακόμα μια ευκαιρία. Η Μακάμπι ήταν σπουδαία ομάδα και είχε φτάσει στον τελικό επικρατώντας με +40 της Μπασκόνια. Εμείς δυσκολευτήκαμε με την Μπαρτσελόνα στον ημιτελικό και στον τελικό είχαμε 13.000 κίτρινες φανέλες στην εξέδρα.
Η σεζόν ήταν δύσκολη, με τον Μεσίνα να διαδέχεται τον Ντούντα, μετά από 3 σερί Final Four. Ξεκινήσαμε άσχημα, ενώ η πίεση να ξεπεράσουμε τα προηγούμενα και να κατακτήσουμε τον τίτλο ήταν μεγάλη. Δεν παίξαμε καλά στην κανονική διάρκεια, αλλά βελτιωθήκαμε στο τοπ16. Κερδίσαμε μερικές σπουδαίες ομάδες και αυτό μας έδωσε αυτοπεποίθηση. Με την Μπαρτσελόνα κάναμε την ανατροπή στον ημιτελικό, παρότι ήμασταν πίσω με πολλούς πόντους και αυτό μας βοήθησε μετά το καλό ξεκίνημα της Μακάμπι στον τελικό.
Είχαμε ομάδα με εμπειρία. Ο Βάντεπουλ ήταν μεγαλύτερος, ο Χόλντεν, εγώ, ο Παπαλουκάς. Παίξαμε το καλύτερο μπάσκετ στην πιο κατάλληλη στιγμή. Τα συναισθήματα στο τέλος του τελικού ήταν τρομερά. Ήταν μεγάλη ανακούφιση, μετά από ένα σπουδαίο επίτευγμα. Είναι ένα συναίσθημα που δεν θα ξεχάσω ποτέ”.
Για το 2007 και το Final Four της Αθήνας: “Η Μακάμπι και η Γιουγκοπλάστικα είχαν κάνει μόνο το repeat και θέλαμε να κάνουμε το ίδιο. Στην Αθήνα παίξαμε στον τελικό με τον Παναθηναϊκό. Ξέραμε ότι είναι πολύ καλή ομάδα και ότι θα παίζανε στην έδρα τους. Είχαμε από νωρίς πρόβλημα με τα φάουλ. Εγώ είχα πρόβλημα, ο Σμόντις είχε πρόβλημα. Ο Παπαλουκάς έκανε σπουδαίο παιχνίδι και πιστεύω πως αν δεν είχαμε το θέμα με τα φάουλ δεν θα μπορούσαν να μας κερδίσουν. Στο δεύτερο δεκάλεπτο θυμάμαι δεν μπορούσαν να σκοράρουν και πήγαν στη γραμμή των βολών. Πήραν όλους τους πόντους τους από βολές και ήταν πολλές οι βολές. Κοιτώντας πίσω, αυτό πονάει, γιατί θεωρώ πως μπορούσαμε να παίξουμε πιο έξυπνα. Μπορούσαμε να μην έχουμε πρόβλημα με τα φάουλ. Αυτό ήταν το θέμα. Μπορούσαμε να κερδίσουμε αυτό το ματς και να πάρουμε τη δεύτερη σερί Ευρωλίγκα μας. Θα μπορούσα να πω πως το Βερολίνο (2009) ήταν σκληρό, όμως ξεκίνησαν πολύ καλά το πρώτο ημίχρονο. Έβαλαν πολλά τρίποντα και στην ανάπαυλα ήταν μπροστά με 20. Είχαμε την ευκαιρία να κερδίσουμε με το σουτ του Σισκάουσκας στο τέλος, όμως ήμασταν πίσω με 20. Αυτό ήταν διαφορετικό παιχνίδι.
Αυτό στην Αθήνα ήταν κλειστό ματς και με τα φάουλ και εμένα και τον Σμόντις στον πάγκο για πολλά λεπτά. Παρότι κάναμε την αντεπίθεσή μας, είχαμε μειονέκτημα, λόγω των φάουλ. Αυτή ήταν και η πιο οδυνηρή ήττα μου από τις τρεις σε τελικούς Ευρωλίγκας.
Πάντα εκείνο το καλοκαίρι είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου την ήττα από τον Παναθηναϊκό. Ήμουν απογοητευμένος, αλλά ήξερα ότι την επόμενη χρονιά θα είμαστε καλοί”.
Για τη σειρά με τον Ολυμπιακό το 2008: “Μετά την ήττα από τον Ολυμπιακό στο Game 1 ένοιωσα ακριβώς το ίδιο. Ο Γκριρ έβαλε ένα σουτ απέναντι στον Ζήση και χάσαμε το ματς. Κοιτούσαμε τον πίνακα του σκορ και λέγαμε “πώς έγινε αυτό;”. Ήταν τρελό και συνειδητοποιήσαμε πως έπρεπε να παίξουμε εκτός έδρας το επόμενο ματς. Έλεγα στους συμπαίκτες μου “Ας προσεγγίσουμε αυτά τα δύο ματς που απομένουν σαν παιχνίδια του Final Four”. Ήμασταν πίσω με 15 στο Game 2 και στο τέλος του δεκαλέπτου, όταν σούταραν βολές, με ρώτησε ένας παίκτης του Ολυμπιακού αν είμαι καλά. “Ω ναι, είμαι καλά. Πιστεύεις ότι τελείωσε; Δες αυτό” του απάντησα και τότε ξεκίνησε η αντεπίθεση.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό το ματς. Στο γήπεδο γινόταν χαμός. Ήταν τρελό. Νομίζω πως όλοι στην Ευρωλίγκα ήθελαν να χάσουμε αυτό το ματς”.
Για το Final Four του 2008: “Είναι το όνειρο κάθε παιδιού! Να είσαι MVP των Τελικών, να κάνεις ένα μεγάλο σουτ, να είσαι ο καλύτερος παίκτης ενός Τελικού, ενός Final Four, ενός πρωταθλήματος, ενός Παγκόσμιου πρωταθλήματος. Ήταν ένα όνειρο μου. Ήθελα απλώς να επικεντρωθώ στην προσπάθεια να βγω έξω και να βοηθήσω την ομάδα μου στον τελικό εναντίον της Μακάμπι. Βγήκα και έκανα μερικά βολές νωρίς. Έπρεπε να συγκεντρωθώ. Στην πραγματικότητα δεν ένιωθα καλά το προηγούμενο βράδυ, νομίζω ότι είχα κατέβει λίγο άρρωστος, αλλά το πρωί του τελικού ένιωσα υπέροχα. Ο Χόλντεν με έψαχνε και μου έδωσε μερικά υπέροχα σουτ και ρυθμό. Ήμουν βρήκα γρήγορα τα σουτ μου και ήθελα να ξεκινήσω καλά για την ομάδα μου. Προφανώς, το μεγαλύτερο πράγμα είναι να κατακτάς τον τίτλο, αλλά το να αναδειχθώ MVP, μετά από ένα ματς που είχα τόσο μεγάλο αντίκτυπο στο παιχνίδι, ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Προφανώς δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Έχω μερικά τρόπαια στην τροπαιοθήκη μου, αλλά το σπουδαιότερο στη μέση είναι το βραβείο του MVP στο Final Four. Προφανώς ήταν το αποκορύφωμα της καριέρας μου”.