Του Γιώργου Αδαμόπουλου / info@eurohoops.net
Υπάρχουν φορές που μία κατάσταση, ενώ δείχνει να είναι ευνοϊκή μπορεί να μπερδέψει το μυαλό. Για τον Σάνι Μπετσίροβιτς αυτό ήταν, αρχικά, το «φορτίο» του επωνύμου του πατέρα του.
Δεν ήταν υποχρεωμένος μεν να ασχοληθεί με το μπάσκετ, όπως ο προπονητής Μέμι Μπετσίροβιτς. Ωστόσο, το άθλημα είχε κυρίαρχο ρόλο στο σπίτι της οικογένειας, στο Μάριμπορ, όπου ο Σάνι γεννήθηκε στις 19 Μαΐου 1981. Όσο η μπάλα δεν ξεκολλούσε από το χέρι του, όμως, μέλημά του δεν ήταν απλώς να μάθει να την βάζει στο καλάθι.
Τα μαθήματα του Μέμι
Παρατηρώντας τον Μέμι, μαθαίνοντας για τη ρουτίνα και τη συμπεριφορά του, δεν διδάχθηκε μόνο την πειθαρχία. Ο πατέρας του δεν του έδειξε απλώς τα μυστικά του μπάσκετ, αλλά και όσα χρειάζεται να κάνει, να δέχεται και – όσο μπορεί – να ελέγχει, ώστε να προσαρμόζεται σε κάθε κατάσταση που αντιμετωπίζει.
Ο Σάνι το ακολούθησε σε όλη την καριέρα του στα παρκέ. Κατόρθωσε να βρίσκει τα πατήματά του σε κάθε ομάδα που βρισκόταν, είτε του ζητούσαν να ηγηθεί είτε να ενσαρκώσει ρόλους πιο συμπληρωματικούς. Δεν έσκυβε το κεφάλι, αλλά δεν αξίωνε και, τρόπον τινά, κανένα «Όσκαρ Β΄ ρόλου». Του αρκούσε να κάνει χαρούμενο τον εκάστοτε προπονητή του, να νικά και να μπορεί, όπως τόνιζε επανειλημμένα, να κοιμάται ήσυχος το βράδυ, γνωρίζοντας πως έριξε στον αγώνα ή την προπόνηση τον καλύτερο εαυτό του.
Οι νέοι ρόλοι – προκλήσεις
Όταν το 2015 έβγαλε για τα καλά τη φανέλα και αποχώρησε από την ενεργό δράση, αυτό επιθυμούσε εξαρχής να απαιτεί και ως βοηθός προπονητή, με πρώτη απόπειρα στο ΟΑΚΑ και τον Παναθηναϊκό, στο πλάι του Σάσα Τζόρτζεβιτς, τη σεζόν 2015-16. Το «τριφύλλι» έμελλε να γίνει συνήθης προορισμός. Ενδεχομένως, πια, όχι τόσο απρόσμενα. Ο Μπετσίροβιτς αγωνίστηκε στον Παναθηναϊκό τη διετία 2006-2008, πετυχαίνοντας τον μεγάλο στόχο του, με την κατάκτηση της Ευρωλίγκα το 2007, στο φάιναλ φορ της Αθήνας και το ίδιο καλοκαίρι δεν «υπέκυψε» στο ενδιαφέρον των Ντένβερ Νάγκετς, οι οποίοι το 2003 τον είχαν επιλέξει στο Νο46 του ντραφτ του ΝΒΑ.
Ο 42χρονος Σλοβένος έφτασε την Παρασκευή (10/3) στην Αθήνα, ώστε να συζητήσει με τους «πράσινους» για την πιθανή τρίτη συνεργασία τους και αναμένεται να γίνει ο νέος τεχνικός διευθυντής της ΚΑΕ, ρόλο που μέχρι πρότινος κατείχε ο Αργύρης Πεδουλάκης. Εφόσον συμφωνήσει οριστικά, θα λαμβάνει όλες τις αποφάσεις του αγωνιστικού τμήματος, με γνώμη στις μετεγγραφές και άμεση σύνδεση τόσο με τη διοίκηση όσο και τον νέο προπονητή.
Θα είναι εκείνος που θα έχει το ελεύθερο να επικοινωνεί με κάθε υποψήφιο μεταγραφικό στόχο. Καθώς στην Αθήνα έχουν εκτιμήσει και τη τρέχουσα θητεία του στον ίδιο ρόλο στη νεοσύστατη Τσεντεβίτα Ολίμπια, στην πατρίδα του. Σε ένα πέρασμα που δεν φέρεται απλώς να «έριξε στο τραπέζι» κάθε πτυχή της φιλοσοφίας και του διοικητικού ταλέντου του, αλλά έδειξε να αποκτά άριστη γνώση και σχέση με την πρώην γιουγκοσλαβική μπασκετική αγορά.
Ο «Sani Boy», όπως ήταν το παρωνύμιο σε όλη τη γεμάτη πολλούς σταθμούς καριέρα του ως παίκτης (αγωνίστηκε σε Μπίστριτσα, Μάριμπορ, Πιβοβάρνα, Ολίμπια Λιουμπλιάνα, Βίρτους και Φορτιτούντο Μπολόνια, ΚΡΚΑ, Βαρέζε, Ρόμα, Μιλάνο, Τουρκ Τέλεκομ, ΤΣΣΚΑ Μόσχας, Μπενετόν Τρεβίζο, Σάσαρι, Πετροχίμι και Φουλάντ στο Ιράν, Φορλί), θήτευσε σχεδόν για τρία χρόνια ως τεχνικός διευθυντής στην Τσεντεβίτα Ολίμπια, με την οποία η συνεργασία αναμένεται να λήξει το ερχόμενο καλοκαίρι.
Ο επερχόμενος ερχομός του στον Παναθηναϊκό είναι η νέα μεγάλη πρόκληση της «πλούσιας» καριέρας του, η οποία είχε τις δυσκολίες της εντός κι εκτός παρκέ. Όπως τονίζει και επιμένει ο ίδιος, «το δυσκολότερο πράγμα είναι να σταματήσεις έναν άνθρωπο που όσο κι αν αποτυγχάνει, δεν σταματά να συνεχίζει… Δεν έχει σημασία πόσες φορές θα πέσεις, αν έχεις την επιθυμία να φτάσεις σε κάθε στόχο που θέτεις».
Πάντοτε ξεκάθαρος…
Για τον ίδιο, και οι ρόλοι και οι προτεραιότητες ήταν πάντοτε ξεκάθαροι. Αυτό θα επιδιώξει και εφόσον συνεργαστεί και πάλι με τον Παναθηναϊκό, Το 2016 αποχώρησε όταν διαπίστωσε ότι ο χρόνος με την οικογένειά του, την τότε 11χρονη κόρη του Σαμίγια και τον οκτώ ετών γιο του, Κιάμ, ήταν σημαντικότερος. Άφησε για τα καλά πίσω του την προπονητική και αφοσιώθηκε και στον εαυτό του όταν κατάλαβε πως μετά την αποχώρησή του «φλέρταρε» με την παχυσαρκία…
Ξεκάθαρος υπήρξε και το καλοκαίρι του 2010, όταν αγωνίστηκε στο Μουντομπάσκετ της Τουρκίας με τη Σλοβενία και κόουτς τον πατέρα του. Όπως είχε παραδεχθεί στην ιστοσελίδα της FIBA, «στην αρχή ήταν άβολα. Ήμουν νευρικός και δεν έπαιζα καλά. Όμως, όταν οι υπόλοιποι παίκτες δεν μας είδαν ως πατέρα και γιο αλλά ως προπονητή και αθλητή, όλα πήγαν καλά. Έκτοτε μάθαμε να διαχωρίζουμε το προσωπικό από το επαγγελματικό κομμάτι» και πέρασαν μαζί και ατελείωτες ώρες μιλώντας για μπάσκετ και ψαρεύοντας.
Ο Σάνι Μπετσίροβιτς έχει διδαχθεί να λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Αυτή θα είναι μία επιπλέον πρόκληση σε μία ομάδα που αδιαμφισβήτητα αποτελεί ένα μεγάλο brand, ωστόσο τη δεδομένη στιγμή «ψάχνεται». Άλλωστε, έχοντας περάσει από τα ίδια αποδυτήρια σε πιο ένδοξες στιγμές του συλλόγου, δεν είχε κρυφτεί πίσω από το δάχτυλό του το 2015, ως ασίσταντ κόουτς του Τζόρτζεβιτς, και είχε επισημάνει στην ιστοσελίδα «Mozzart Sport» ότι «τα δύο χρόνια στην Αθήνα με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς ήμασταν σαν τους… Rolling Stones! Όπου πηγαίναμε τα γήπεδα ήταν γεμάτα και ο κόσμος αποθέωνε τον Ζέλικο».
Καταλήγοντας, τότε, με νόημα, πως «ο κόσμος στην ομάδα έκανε συγκρίσεις με το παρελθόν και τη “χρυσή” εποχή, χωρίς να έχει υπομονή και πλάνο. Δεν ξέρω πόσοι προπονητές και παίκτες έχουν αλλάξει έκτοτε. Πιστεύω ότι αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ο Παναθηναϊκός παραμένει μεγάλο κλαμπ, αλλά κάπου χάθηκε στο δρόμο για το πού θα ήθελε να είναι. Χρειάζεται υπομονή με νέους ανθρώπους, παίκτες και προπονητές». Ο ίδιος ετοιμάζεται για τη νέα ευκαιρία και τον νέο ρόλο του.
Photo credits: Eurokinissi
Διαβάστε ακόμη: