Tου Κώστα Ιωακειμίδη/ info@eurohoops.net
Τον Μάιο που μας πέρασε ο Δημήτρης Ιτούδης οδήγησε την ΤΣΣΚΑ Μόσχας σε ένα χρυσό ντάμπλ με την κατάκτηση της Ευρωλίγκας και της VTB λίγκας. Τώρα προσπαθεί να φτιάξει την ομάδα που θα χτίσει την δική της αυτοκρατορία. Ο Ντμίτρι Γκέρσικοβ της γνωστής ιστοσελίδας Sports.ru αναλύει τον Έλληνα προπονητή της ΤΣΣΚΑ, προσπαθώντας να καταλάβει σε τι διαφέρει από τους προκατόχους του
Ας μου επιτρέψετε να πάω τον χρόνο λίγο πίσω. Πριν από ένα χρόνο, η Λευκορώσικη “Τσμόκι”, όπου εργαζόμουν ως εκπρόσωπος Τύπου, υποδεχόταν την ΤΣΣΚΑ στο χωρητικότητας 15.000 “Μινσκ-Αρένα”. Στο μισοάδειο γήπεδο, το φαβορί πέρασε ένα εύκολο απόγευμα δίνοντας την ευκαιρία για ξεκούραση σε κάποιους βασικούς παίκτες. Κάτι βέβαια που καθόλου δεν στεναχώρησε τους γηπεδούχους, που λόγω του ανοιχτού ροτέισον είχαν την ευκαιρία να δουν από κοντά τον συμπατριώτη τους Αντόν Αστάπκοβιτς.
Κάνοντας τα πρώτα του μπασκετικά βήματα στην Λευκορωσία, ο γεννηθείς στο Μινσκ σμόλ φοργουόρντ μετακόμισε στην Ρωσία, όπου έγινε ο ηγέτης της ομάδας νέων της ΤΣΣΚΑ και στη συνέχεια χτύπησε και την πόρτα της βασικής ομάδας. Το παιχνίδι στο Μινσκ για τον Αντόν ήταν το πρώτο στα πάτρια εδάφη σε επίπεδο ανδρών – και ήταν αποτυχημένο. Σε πέντε λεπτά έκανε πάρα πολλά λάθη με αποτέλεσμα να κάτσει στον πάγκο ως το τέλος του αγώνα.
Στην συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε το ερώτημα για τον Αστάπκοβιτς και το παρκάρισμα του στον πάγκο ήταν από τα πρώτα που τέθηκαν και έκανε τον Ιτούδη να εκραγεί. Πως δήθεν ως προπονητής έπρεπε να σκεφτεί την νίκη και όχι το μοίρασμα του χρόνου. Και επίσης, πάντα σύμφωνα με τον Έλληνα προπονητή, είναι προτιμότερο να επικεντρωνόμαστε σε εκείνους που ξεχώρισαν με την παραγωγικότητα τους και όχι να στεκόμαστε στα λάθη κάποιων παιδιών, φέρνοντας τους σε ακόμα πιο δύσκολη θέση.
Η έκρηξη του Έλληνα προπονητή προκάλεσε την έκπληξη των Λευκορώσων δημοσιογράφων που το απέδωσαν σε κάποια παραξενιά του νικητή, που ως γνωστόν δεν κρίνεται. Ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη δε, προκάλεσε η επόμενη πράξη του Ιτούδη, μετά από όλες τις υποχρεωτικές διαδικασίες των ΜΜΕ.
Έχοντας μάθει από τον επίσης Λευκορωσο εκπρόσωπο Τύπου της ΤΣΣΚΑ Νίκολαι Τσίνκεβιτς, από που πήγαζε το μεγάλο ενδιαφέρον για τον Άντον, ο κόουτς όχι απλώς ήρθε να ζητήσει συγγνώμη από τον δημοσιογράφο που έθεσε το θέμα, αλλά τον κάλεσε στα αποδυτήρια της ΤΣΣΚΑ, όπου έκανε διεξοδική ανάλυση για τον νεαρό αθλητή.
Επισήμανε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του Άντον, τις δυνατότητες του, τις προοπτικές του και σαν κερασάκι εξήγησε λεπτομερώς το σκεπτικό να αφήσει το νεαρό στον πάγκο. Πόνταρε στο γεγονός ότι ο Αντόν θα παίξει καλά μπροστά στους συμπατριώτες του, κάτι που δεν λειτούργησε αφού ο νεαρός σάστισε. Και σαν προπονητής δεν ήθελε να τον πιέσει περισσότερο και να του δημιουργήσει κόμπλεξ. Τελικά, ο δημοσιογράφος αποχώρησε από το “Μινσκ-Αρένα” όχι μόνο με μια βαθιά αίσθηση ηθικής ικανοποίησης, αλλά και με τα κομμάτια του παζλ, που του έλειπαν, ώστε να κατανοήσει την κατάσταση.
Προς τι όλα αυτά; Μα γιατί η ιστορία αυτή είναι υποδειγματική από όλες τις απόψεις, αν αναφερόμαστε στον προπονητή της ΤΣΣΚΑ. Τον παρακολουθώ στενά από τότε που ο Έλληνας ήταν το δεξί χέρι του Ζέλικο Ομπράντοβιτς στον ΠΑΟ. Άλλωστε ο Δήμητηρς παρουσιαζόταν ως ο αρχιτέκτονας στις νίκες στην σκακιέρα της τακτικής και ως ο αναλυτής που προετοίμαζε “θανάσιμες” παγίδες στους αντιπάλους των «πράσινων». Με την πρόσληψη του στην Μπάνβιτ ως πρώτου προπονητή η πίστη στις ικανότητες του ολοένα αυξανόταν.
Μετατρέποντας ένα ταπεινό, με βάση τα ονόματα, σύνολο, σε μια αξιόμαχη ομάδα, που κατάφερε να πάρει την πρωτιά στην κανονική περίοδο σε ένα από τα πιο δύσκολα πρωταθλήματα της Ευρώπης, έδειξε πως δικαιωματικά ανήκει στο τοπ επίπεδο. Ειδικά στη Μπαντιρμά, όχι και τον καλύτερο προορισμό για τα αστέρια του Ευρωπαϊκού μπάσκετ. Έτσι, όταν το 2014 συνέθετα με συναδέλφους μου μια μικρή λίστα με ονόματα των πιθανών διαδόχων του Ετόρε Μεσίνα στο τιμόνι της ΤΣΣΚΑ, ήμουν σχεδόν ο μόνος στο ρωσικό διαδίκτυο που παρουσίαζα τον Ιτούδη ως ένα από τα φαβορί της μάχης για τον πάγκο των Μοσχοβιτών.
Τα μεγάλα μυστικά του
Γιατί; Πρώτον, ο Έλληνας κόουτς ακολουθεί ένα σύστημα. Έχει έναν σαφή προσανατολισμό για το πώς πρέπει να ενεργεί στο γήπεδο η ομάδα και πως να εκμεταλλεύεται τα ατού της. Ωστόσο, δεν περιορίζει τους πρωταγωνιστές του παιχνιδιού, όπως ο Μεσίνα, σε κάποιους στενούς ρόλους με κανόνες, αλλά προτιμά να παίρνει περισσότερα από τους παίκτες του και ας είναι και από άλλη θέση στο γήπεδο, όπως τον Βορόντσεβιτς. Έχοντας περιορισμένες λύσεις στους ψηλούς ο Ιτούδης πόνταρε σε χαμηλή πεντάδα, όπου ο Ρώσος φόργουόρντ έδινε βάθος όχι μόνο από τις θέσεις 4 και 3, αλλά ακόμα και από αυτή του σέντερ.
Όπως ο Εκπε Ούντο στην τωρινή Φενερ, ο πληθωρικός Βοροντσέβιτς ήταν απαραίτητος για την ΤΣΣΚΑ. Και αυτή την πληθωρικότητα ο Ελληνας κόουτς την είχε αναγάγει στο απόλυτο. Με την ευκαιρία, η συστηματικότητα φαίνεται καθαρά ακόμα και τώρα στο παιχνίδι των πρωταθλητών Ευρώπης και μπορεί να να αναλυθεί διεξοδικά, όπως το παιχνίδι του Ασταπκοβιτς, και μάλιστα με μια πρόχειρη ματιά.
Παραδείγματος χάριν, σε ανάλογη περίσταση, ένα σεβαστό προπονητικό μέγεθος για τα δεδομένα της Ευρωλίγκας, ο Ντούσκο Βουγιόσεβιτς, κυριολεκτικά έχασε την μπάλα. Φτάνοντας στη Μόσχα ο Σέρβος κοούτς, προσπάθησε να αλλάξει τα πάντα στο οικοδόμημα της ΤΣΣΚΑ αναζητώντας νέους ηγέτες που θα υπηρετούσαν το μπάσκετ που είχε στο μυαλό του.
Ωστόσο, μια σειρά από οδυνηρές ήττες βύθισαν τον νυν προπονητή της Λιμόζ σε πανικό. Και άρχισε να δοκιμάζει διάφορα πράγματα όπως το αργό τέμπο, το οποίο ποτέ δεν εφάρμοσε στην Παρτιζάν, ύστερα την τυφλή πίστη στους σουτέρ και στο τρανζίσιον – αν και λόγω της έλλειψης χημείας η κυκλοφορία της μπάλας βρισκόταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο. Μόλις η πίεση από τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις του κοινού αυξήθηκε, ο Ντούλε έχασε τελειωτικά το στοίχημα με αποτέλεσμα να αποτελέσει παρελθόν από τον πάγκο της αρκούδας. Το σύστημα του Ιτούδη ήταν φτιαγμένο από πολύ πιο ανθεκτικά υλικά.
Δεύτερον, ο Δημήτρης είναι σχολαστικός με την καλή έννοια του όρου. Αυτό ισχύει όχι μόνο στην μελέτη του αντιπάλου και στο σχέδιο αντιμετώπισης του, αλλά και στη κατανομή των ρόλων μεταξύ των παικτών του. Για παράδειγμα, πέρυσι, ακόμη και όταν η ΤΣΣΚΑ χτυπήθηκε από τραυματισμούς, ο Ιτούδης βρήκε την απαιτούμενη διαύγεια για να μοιράσει επιτυχώς τους ρόλους για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το ταλέντο στην διαχείριση
Είδαμε και πάλι τον Άαρον Τζάκσον σε ρόλο σκόρερ (πτυχή του ταλέντου του, σχεδόν ξεχασμένη από το την εποχή που αγωνιζόταν στην Μπιλμπάο), τον Νίκολς να μαθαίνει να κυκλοφορεί σωστά την μπάλα, και όχι μόνο να την κρατάει στα χέρια του, επιβραδύνοντας την λειτουργία στα φτερά (για αυτό κίνησε και το ενδιαφέρον του ΠΑΟ), και τον Ιβάν Λάζαρεβ σταδιακά να προσαρμόζεται στον ρόλο ενός παίκτη με ενεργή συμμετοχή στο ροτείσον ενός τοπ επιπέδου συλλόγου.
Είναι αδύνατον να ταιριάξει τόσο αρμονικά κάποιους παίκτες ρόλων χωρίς να έχεις τις απαιτούμενες γνώσεις. Το να πετύχεις δε, τα μάξιμουμ αποτελέσματα κάτω από την τεράστια πίεση στη Μόσχα – αποτελεί είναι μικρό κατόρθωμα. Και ο Ιτούδης το έκανε κάθε μέρα. Παράδειγμα αποτελεί ο αγώνας ενάντια στην Μπαρτσελόνα. Στο μάτς αυτό απέναντι στην παρέα του Ναβάρο, ο Ιτούδης παρέταξε παιδιά που μόνο στην προπόνηση είχαν φανταστεί τους εαυτούς τους ηγέτες σε μια τόσο σημαντική αναμέτρηση. Οι λέξεις που επαναλαμβάνονταν κάθε μέρα κατά τη διάρκεια της προπόνησης; “Πιστεύω σε σας! Έχετε τις ικανότητες για να είστε οι ηγέτες της ΤΣΣΚΑ”. Εφεραν το ιδανικό αποτέλεσμα στην κατάλληλη στιγμή.
Και για αυτήν την τόσο εμπεριστατωμένη προσωπική δουλειά του προπονητή – τόσο στον αγωνιστικό τομέα, όσο και στον ψυχολογικό – μπορεί να σας πει κάθε παίκτης της ΤΣΣΚΑ.
Τρίτον, ο Ιτούδης ξέρει να αναλύει τα λάθη. Μετά την πρώτη του σεζόν στο τιμόνι της ΤΣΣΚΑ κατάλαβε πόσο ευάλωτος είναι ο κορμός του σε πολλά και διάφορα σημεία. Η έλλειψη επιθετικότητας και σωματικής δύναμης στα χαμηλά σχήματα, η εξάρτηση από τον Βοροντσέβιτς, η αυταρχικότητα και η ελευθερία του Τεόντοσιτς, όπως και η περιορισμένη λειτουργικότητα του πάγκου. Ο Δημήτρης δούλεψε μεθοδικά στις αδυναμίες αυτές – τόσο στις προπονήσεις, όσο και με την σωστή στελέχωση.
Τα αποτελέσματα, άλλα και η ποιότητα του παιχνιδιού, τον δικαίωσαν. Ναι, υπήρξαν και λάθη, όπως, ας πούμε, στην ιστορία με τον Φρίλαντ. Αλλά και πάλι, στο μπάσκετ κανείς δεν είναι εξασφαλισμένος από τις αναποδιές (θυμηθείτε την ιστορία του Πάτρικ Γιανγκ άλλα και του Νόλαν Σμίθ στην Γαλατασαράι), αφού ο Έλληνας κόουτς σε χρόνο ρεκόρ κατάφερε να ελαχιστοποιήσει την ζημιά από τις απώλειες.
Άλλο ένα παράδειγμα, είναι η πρόσφατη εμφάνιση του Τζεφ Αιρς, ο οποίος βρέθηκε και μπήκε μέσα στο σύστημα της αρκούδας μέσα σε διάστημα λίγων ημερών. Η μετάβαση σε σχήμα με τρία γκάρντ, όπου ο Μίλος μετατράπηκε σε σούτινγκ γκάρντ. Η μετατροπή αυτή όχι μόνο μείωσε το τυχοδιωκτικό μπάσκετ του Σέρβου με την παρουσία ενός καθαρόαιμου πλέι μέικερ δίπλα του, αλλά και έθεσε στην υπηρεσία της ομάδας του στρατού το μακρινό σουτ του διατηρώντας τις υψηλές ταχύτητες στην μετάβαση από την άμυνα στην επίθεση.
Τέλος, ο Ιτούδης έμαθε να χρησιμοποιεί την πίεση προς όφελός του. Στην πρώτη του σεζόν μόνο οι μουγκοί δεν τον βασάνιζαν με ερωτήσεις σχετικά με την διαχείριση του ρόστερ. Δεχόταν επίσης κριτική για το – εκτός λογικής για πολλούς- ροτείσον. Σε πολλούς μάλιστα ξίνιζε ο υπερβάλλον ζήλος στις αντιδράσεις του στον πάγκο, που θύμιζε Ομπράντοβιτς, σε συνδυασμό με το νότιο ταμπεραμέντο. Ωστόσο, ποτέ κανείς δεν άκουσε από αυτόν κάποιο αλαζονικό “fuck yourself” ή κάτι παρόμοιο.
Ο Ιτούδης χάραξε την διαχωριστική γραμμή μεταξύ του ιδίου και όλων των άλλων, μόνο σε επαγγελματικό επίπεδο. Σαν να έλεγε εγώ είμαι ο προπονητής, έτσι βλέπω τα πράγματα, και μόνο εγώ είμαι υπεύθυνος για τέτοιες αποφάσεις. Φυσικά, αν έχανε η ΤΣΣΚΑ στο Βερολίνο – ίσως όλη αυτή η συζήτηση να ήταν ανούσια. Ωστόσο, ο Δημήτρης παρέμεινε πιστός στον εαυτό του, και τελικά ήρθε το τζάκποτ. Έτσι κέρδισε το σεβασμό στο εσωτερικό της χώρας αλλά και στην Ευρώπη, αφού έμεινε πιστός στις απόψεις, διατηρώντας τα όρια του αμοιβαίου σεβασμού με τους παίκτες, τους οπαδούς και τους δημοσιογράφους.
Αναφερόμενοι στους οπαδούς και στον Τύπο, να πούμε ότι ο Ιτούδης έδινε μεγάλη προσοχή στην σχέση μαζί τους από την εποχή που ήταν στον Παναθηναϊκό. Βέβαια στην Αθήνα εκδίδονται 13 αθλητικές εφημερίδες και εκπέμπουν 6 αθλητικά κανάλια, και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας. Και είτε μαθαίνεις να συνυπάρχεις και να συνεργάζεσαι μαζί τους ή πέφτεις θύμα τους. Στην Ελλάδα ο Δημήτρης ήταν πάντα πολύ ενεργός και στην επικοινωνία του με το κοινό (επαγγελματικού και μη) συνέβαλε τα μέγιστα στην καλύτερη κατανόηση του παιχνιδιού.
Όταν δεν χάνεις τον εαυτό σου, κερδίζεις τα πάντα!
Έδωσε κάποια σεμινάρια, εξηγώντας τις ιδιαιτερότητες της τακτικής ή αναλύοντας κάποιες αμφισβητούμενες διαιτητικές αποφάσεις. Πήγαινε αντί του Ομπράντοβιτς στη συνέντευξη Τύπου, εξηγώντας τη στρατηγική των «πράσινων». Έδινε συνέντευξης αναλύοντας το σκεπτικό για διάφορες αποφάσεις σχετικά με το ροτείσον … Πρέπει να πούμε ότι στο πρώτο του έτος επί ρωσικού εδάφους ο Ιτούδης δεν ήταν το ίδιο δραστήριος. Τώρα, όμως, ο Δημήτρης κινείται προς την κατεύθυνση της πράσινης θητείας του. Μπορώ να το πω αυτό και ως δημοσιογράφος, ο οποίος συνεργάστηκε μαζί του από την απέναντι πλευρά, ως εκπρόσωπους Τύπου. Επιπλέον, υπάρχουν φήμες ότι σύντομα ο κόουτς μπορεί κάνει το χατίρι σε όσους ενδιαφέρονται για τις λεπτομέρειες του μπάσκετ – και να λάβουν μέρος σε δραστηριότητες που αποσκοπούν στην καλύτερη κατανόηση του παιχνιδιού.
Τέλος, φίλοι μου, πρέπει να αναγνωρίσουμε το γεγονός επί Ιτούδη, η ΤΣΣΚΑ έπαιξε όμορφο μπάσκετ. Ακόμα και ο Ντε Κολό, ούτε στην Βαλένθια, αλλά ούτε στο ΝΒΑ μας έδειξε στοιχεία MVP της πάσης. Τον λαμπερό τους τελευταίους μήνες Κουρμπάνοφ, που η ΤΣΣΚΑ ήθελε να ξεφορτωθεί. Οι τάπες του Κάιλ Χάινς έχουν γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του σόου ταιμ στο USC, αν και στην αρχή ο σένετρ – Χόμπιτ είχε υποτιμηθεί. Και τώρα, ακόμη και μπροστά στην Ρεάλ που θεωρείται θιασώτης του επιθετικού μπάσκετ, η Μόσχα έχει να αντιπαραθέσει πολλά. Με τον Μεσίνα κάτι τέτοιο δεν υπήρχε ούτε στα χρυσά του χρόνια.
Στην πραγματικότητα, ακόμα και σήμερα η ΤΣΣΚΑ παραμένει ο πιο επιτυχημένος σύλλογος στο κορυφαίο επίπεδο, κάτι που επιβεβαιώνει την ορθότητα της πορείας που χάραξε ο Ιτούδης. Η πορεία αυτή εγκυμονεί κινδύνους, αλλά ο προπονητής πιστεύει στο σύστημα, και το σύστημα πιστεύει σε αυτόν. Και όσο θα διατηρείται αυτή λεπτή ισορροπία, ο Έλληνας προπονητής θα παραμείνει η αδιαμφισβήτητη κεφαλή της ομάδας του στρατού.