Του Κώστα Γιαταγάνα/ info@eurohoops.net
Ο βοηθός προπονητής της ΤΣΣΚΑ, πριν βρεθεί μαζί με τον Δημήτρη Ιτούδη στη Μόσχα, είχε περάσει πολλά χρόνια στο επιτελείο του Παναθηναϊκού, ζώντας τους “πράσινους” σε όλες τις βαθμίδες.
Από τα βράδια περασμένων δεκαετιών, όπου πήγαινε στο κλειστό της Λεωφόρου για να θαυμάσει την ομάδα που μόλις είχε περάσει στα χέρια της οικογένειας Γιαννακόπουλου, ως την προπονητική θητεία στις ακαδημίες και στο επιτελείο της πρώτης ομάδας, κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι.
Στο δεύτερο μέρος της μεγάλης συνέντευξης στο Eurohoops ο Ανδρέας Πιστιόλης εξιστορεί την μακροχρόνια σχέση του με τον Παναθηναϊκό και πώς γνωρίστηκε με τον Δημήτρη Ιτούδη, για να μπει στο επιτελείο του Ζέλικο Ομπράντοβιτς και να μείνει.
Αναφέρεται στις συνθήκες που υπήρχαν στο τριφύλλι επί εποχής Ζοτς, τις συγκρίνει με αυτά που ζει στην ΤΣΣΚΑ, ενώ φυσικά αναφέρεται ενδελεχώς στη συνεργασία που είχε με σπουδαίους παίκτες και του σήμερα, όπως Καλάθη και Σπανούλη, αλλά τα σημάδια που έδειχναν πώς ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους θα ακολουθήσει την προπονητική, με τις σαφείς επιρροές (και) από αυτά που έμαθε από Ομπράντοβιτς και Ιτούδη στο ΟΑΚΑ ως παίκτης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ
-Πριν την Μπάνβιτ, πριν την ΤΣΣΚΑ, όλοι γνωρίσαμε τον Ανδρέα Πιστιόλη στον Παναθηναϊκό. Μπορείτε να μας εξιστορήσετε αυτή τη… μακροχρόνια σχέση και πώς φτάσατε να είστε στο επιτελείο μαζί με Ομπράντοβιτς και Ιτούδη;
“Είμαι γέννημα-θρέμμα του Παναθηναϊκού. Αρχισα να παίζω στα μικρά του Παναθηναϊκού σε ηλικία έξι ετών. Εμενα στο Γκύζη στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, δηλαδή πέντε λεπτά από το γήπεδο του Παναθηναϊκού, το σχολείο μου ήταν πίσω από το γήπεδο στη Λεωφόρο. Είχα μεγαλώσει μέσα στο σύλλογο γενικότερα. Πριν από μένα έπαιζε μπάσκετ ο αδελφός μου στον Παναθηναϊκό, οπότε για τον έναν ή τον άλλον λόγο ήμουν συνέχεια στη Λεωφόρο. Είτε γιατί είχε προπόνηση ο αδελφός μου, είτε γιατί πήγαινα να δω παιχνίδια του Εντγκαρ Τζόουνς, του Αντόνιο Ντέιβις τότε που ήμουν μικρό παιδί και πηγαίναμε να τους δούμε να καρφώνουν στο ζέσταμα.
Αγαπούσα το μπάσκετ πάρα πολύ. Ηξερα ότι ήθελα να ασχοληθώ με το μπάσκετ και περίπου στα 15 μου, αποφάσισα ότι ήθελα να γίνω προπονητής. Ηξερα ότι δεν μπορούσα να γίνω παίκτης, αλλά ήμουν το παιδάκι που έπαιρνα τους συμμαθητές μου στο σχολείο και τους έβαζα να κάνουν συστήματα πριν παίξουμε μονό στην παιδική χαρά ή στο πρωτάθλημα του σχολείου. Είχα πάντα αυτή την τρέλα, μου άρεσε η τακτική και η οργάνωση του μπάσκετ.
Είχα αποφασίσει από τα 15 μου ότι αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Μπήκα στη Γυμναστική Ακαδημία, τελείωσα το εφηβικό του Παναθηναϊκού, κατάφερα να μπω στις υποδομές του Παναθηναϊκού τότε και να δουλεύω με μικρά παιδιά και μετά ήρθε η εξέλιξη. Αρχισα να προχωρώ στα τμήματα, να ανεβαίνω με τα παιδάκια και μετά να πάρω τα παιδικοεφηβικά. Μέσω αυτών ήρθε η πρώτη μου επαφή με τον Δημήτρη Ιτούδη τότε που προσπαθούσε να οργανώσει κάτι στις υποδομές του Παναθηναϊκού. Εκεί πέρα γνωριστήκαμε. Κάποια στιγμή χρειάστηκε έναν σκάουτερ, χρειάστηκε να επεκτείνει το τιμ της ομάδας και με ανέβασε το 2005 στην πρώτη ομάδα.
Τότε είχα την πολυτέλεια που δεν είχαν πολλοί προπονητές ότι με ανέβασε ένα χρόνο για να με εκπαιδεύσει, να με μάθει πώς να κάνω τη δουλειά. Δεν ήθελε το άμεσο αποτέλεσμα από μένα. Για ένα χρόνο μου μάθαινε πώς να κάνω τη δουλειά μου τότε σαν σκάουτερ και γενικότερα τη διαφορά του υψηλού επιπέδου δουλειάς και τους υψηλού επιπέδου μπάσκετ.
Από εκεί και πέρα κέρδισα την εμπιστοσύνη του με τη δουλειά μου. Με ανέβασε κάποια στιγμή ως βοηθό προπονητή, κέρδισα και την εμπιστοσύνη του Δημήτρη και του Ζέλικο τότε. Είχαμε πολύ καλή συνεργασία. Δυστυχώς ήρθε η ώρα να φύγουμε κάποια στιγμή. Μέχρι τότε εγώ δεν ήξερα κάτι άλλο πέραν του Παναθηναϊκού στη ζωή μου. Ημουν πραγματικά μεγαλωμένος, γεννημένος μες στον Παναθηναϊκό. Ολα τα πράγματα κάνουν τον κύκλο τους κι ακόμα κι ο Ζέλικο που όλοι θεωρούσαν αδιανόητο ότι θα έρθει κάποια εποχή που δεν θα είναι προπονητής της ομάδας, δυστυχώς ήρθε αυτή η στιγμή για όλους μας.
Αντίστοιχα ήρθε και η δική μου. Προσπάθησα να μείνω στον Παναθηναϊκό τότε. Είχα μείνει περίπου 3-4 μήνες μαζί με τον Αργύρη Πεδουλάκη στη νέα κατάσταση, απλά τότε κατάλαβα ότι αν ήθελα να εξελιχθώ ως προπονητής και να προχωρήσω, έπρεπε να φύγω. Ηταν πολύ δύσκολη απόφαση γιατί δεν ήξερα κάτι εκτός του Παναθηναϊκού κι ίσως αυτό δεν είναι καλό, να είσαι μεγαλωμένος σε έναν σύλλογο που ήταν η τέλεια κατάσταση. Ζούσαμε σε ένα παράλληλο σύμπαν σε σχέση με το υπόλοιπο μπάσκετ στον Παναθηναϊκό.
Να δουλεύουμε με τους καλύτερους παίκτες, με την καλύτερη διοίκηση, με τα περισσότερα χρήματα, με τον καλύτερο προπονητή, τη στιγμή που άλλοι προπονητές άλλαζαν στο εξάμηνο και στο χρόνο, ενώ μεγάλα ονόματα δεν έμεναν πάνω από δύο χρόνια στην ίδια ομάδα κι εσύ να μην το συζητάς ότι δεν θα είσαι και του χρόνου στην ομάδα”.
-Μετά την αποχώρηση από τον Παναθηναϊκό ακολουθήσατε τον Δημήτρη Ιτούδη…
“Οταν ο Δημήτρης αποφάσισε κι αυτός ότι θα άρχιζε την καριέρα του ως πρώτος προπονητής, για μένα ήταν χωρίς δεύτερη σκέψη όταν μου ζήτησε να πάμε μαζί, ότι αυτό θα έκανα. Η εμπειρία ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Αν έχει την ευκαιρία ένας Ελληνας προπονητής να πάει να δουλέψει στο εξωτερικό, νομίζω δεν πρέπει να το συζητήσει. Πέρα από τις συνθήκες δουλειάς και τι ευκαιρία θα σου δοθεί, σου αλλάζει την οπτική γωνία του πώς δουλεύεις, πώς δουλεύει ο κόσμος γενικότερα. Για μένα ήταν μεγάλη εμπειρία η χρονιά μου στην Μπάνβιτ.
Στην ΤΣΣΚΑ μας δόθηκε η ευκαιρία να είμαστε πάλι μαζί με τον Δημήτρη. Η ΤΣΣΚΑ ήταν μια γνώριμη κατάσταση, γιατί έχουμε μάθει να δουλεύουμε στο υψηλότερο επίπεδο, με τους καλύτερους παίκτες. Εμείς ξέραμε να το κάνουμε. Εχουμε μεγαλώσει σε αυτό, να δουλεύουμε σε αυτές τις συνθήκες, με αυτές τις απαιτήσεις, ότι θα πρέπει να κερδίζεις κάθε παιχνίδι, πρέπει να κερδίζεις κάθε τίτλο. Εμείς το είχαμε μάθει αυτό, είχαμε μεγαλώσει με αυτό, οπότε ίσως να ήταν εύκολο κομμάτι. Ομως το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο νομίζω ήταν η Μπάνβιτ. Εκεί μάθαμε πάρα πολλά και για μας, γιατί μπήκαμε ο καθένας σε νέο ρόλο και γιατί δουλέψαμε σε ένα άλλο επίπεδο και μας γέμισε εμπειρίες, πράγματα που δεν τα είχαμε βιώσει πριν”.
-Μπορούμε να προβούμε σε κάποια σύγκριση της κατάστασης που ζήσατε στον Παναθηναϊκό, με αυτήν που ζείτε στην ΤΣΣΚΑ;
“Είναι καταστάσεις με αρκετές ομοιότητες. Εχεις να χειριστείς πολύ καλούς παίκτες, οι οποίοι από τη μία στο πινακάκι σου λύνουν πολλά προβλήματα, αλλά έχει και πολλές δυσκολίες. Οι μεγάλοι παίκτες έχουν και πολύ δυνατούς χαρακτήρες και πρέπει να μάθεις να το χειρίζεσαι. Δεν είναι εύκολο. Ολοι νομίζουν ότι το να έχεις μεγάλους παίκτες είναι εύκολο. Μου λύνουν τα χέρια και οι παίκτες τα κάνουν μόνοι τους κλπ… Οχι… Αλλάζεις προβλήματα. Μπορείς να μην έχεις πρόβλημα ποιος θα σου βάλει το σουτ, αλλά ποιος θα το πάρει αυτό το σουτ που μπορούν να το βάλουν πέντε παίκτες.
Ποιος θα παίξει, ποιος δεν θα παίξει, πώς θα χειριστείς τον παίκτη, τι ρόλο θα του δώσεις. Είναι πολλές δυσκολίες κι αρχίζεις να σκέφτεσαι πάρα πολλές λεπτομέρειες που μπορεί άλλοι να μην χρειαστεί να το κάνουν σε ομάδες με ξεκάθαρους ρόλους, που ξέρουν ότι αυτός είναι ο καλύτερος παίκτης και οι άλλοι απλά πρέπει να του κάνουν σκριν για να του δώσουν την μπάλα.
Οι απαιτήσεις είναι ότι πρέπει να κερδίζεις. Στη μία ήττα πρέπει να δεις τι φταίει, ότι δεν είναι λογικό να χάσεις. Γενικότερα είναι οι απαιτήσεις και η πίεση που έχεις και πολλά πράγματα που πρέπει να χειριστείς και ο κόσμος είναι δύσκολο να δει. Τις μικροκαταστάσεις, την τριβή με τους παίκτες που πρέπει να χειριστεί ένας προπονητής σε αυτό το επίπεδο. Κατά τα άλλα, ο Παναθηναϊκός, ο Ολυμπιακός, η Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ, η ΤΣΣΚΑ έχουν αυτό το κοινό: Την πίεση του αποτελέσματος και την πίεση να χειριστείς κάθε κατάσταση. Το παραμικρό λάθος, το παραμικρό στραβοπάτημα φαίνεται πολύ τρανταχτά και σαν προπονητής πρέπει να έχεις μεγάλη δύναμη ως προσωπικότητα να τα αντέξεις όλα αυτά και να τα χειριστείς”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΖΕΛΙΚΟ ΟΜΠΡΑΝΤΟΒΙΤΣ
-Πώς ήταν η συνεργασία με τον κόουτς Ομπράντοβιτς; Είναι τόσο τελειομανής όσο δείχνει;
“Σίγουρα είναι απαιτητικός, τελειομανής, αλλά και λογικός άνθρωπος. Δεν είναι παράλογος και ένας άνθρωπος που παίζει πολύ με την ψυχολογία και των συνεργατών και των παικτών του. Θα σε βοηθήσει όταν χρειάζεται να σε βοηθήσει, όταν χαλαρώσεις θα σε πιέσει, όταν χρειάζεσαι να σε σηκώσει, θα σε σηκώσει. Αυτό είναι το καλύτερο που κάνει ο Ζέλικο.
Ολοι κοιτάνε τις ασκήσεις επί χάρτου, το σύστημα που παίζεις, αλλά δεν καταλαβαίνουν ότι η τακτική είναι κάτι που πολλοί μπορούν να το κάνουν, αλλά το πώς θα το παίξουν οι παίκτες, πώς θα δώσουν την ψυχή τους οι παίκτες το να το εκτελέσουν, πώς θα καταλάβουν την ουσία αυτού που τους λες… Τους λες να κάνουν ένα σκριν εκεί, αλλά πρέπει να καταλάβουν γιατί θέλεις να το κάνεις εκεί. Ο Ζέλικο είναι από τους καλύτερους σε αυτό. Θα σου δώσει να καταλάβεις τι πρέπει να κάνεις, γιατί πρέπει να το κάνεις και πώς πρέπει να το κάνεις.
Αυτές οι μικρές λεπτομέρειες είναι κάτι πολύ δύσκολο να γίνουν για τους προπονητές και στο φινάλε κάνει τη διαφορά του καλού προπονητή και του μεγάλου προπονητή. Αυτές οι μικρές λεπτομέρειες που ο Ζέλικο τις κάνει καλύτερα ίσως από όλους”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΑΡΟΥΝΑΣ ΓΙΑΣΙΚΕΒΙΤΣΙΟΥΣ
-Είχατε τον Σάρας Γιασικεβίτσιους παίκτη. Ολοι γνωρίζουν την αξία του ως παίκτης, περιμένατε να εξελιχθεί έτσι όπως εξελίσσεται ως προπονητής; Είναι ο επόμενος μεγάλος των πάγκων;
“Είναι ένας άνθρωπος που καταλάβαινε ό,τι έκανε μες στο γήπεδο, γιατί το έκανε και γιατί έπρεπε να γίνει με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Ο Σάρας δεν ήταν μόνο ένας παίκτης με μεγάλο ταλέντο και ένστικτο. Ηταν ένας παίκτης που καταλάβαινε την τακτική και την ουσία του μπάσκετ. Κι αυτό είναι πάντα κάτι που ένας παίκτης μπορεί να το μεταφέρει από την καριέρα του σε μια προπονητική καριέρα. Αυτό το βλέπαμε όλοι όσοι συνεργαζόμασταν μαζί του. Εκανε ερωτήσεις που ήταν πολύ μπασκετικές, σου έδινε feedback, συμβουλές ότι ίσως αυτό θα μπορούσαμε να το κάνουμε με άλλον τρόπο, το οποίο ήταν πάντα πολύ μπασκετικό κι έπρεπε να το ακούσεις”.
-Περιμένατε να γίνει προπονητής;
“Τον ίδιο αν τον ρωτούσες τότε, σου έλεγε “όχι δεν θα γίνω προπονητής, γιατί θα πρέπει να χειρίζομαι εγώ παίκτες σαν κι εμένα”. Αλλά όταν ήρθε η ώρα και ο ίδιος είχε καταλάβει ότι αυτό ήταν κάτι στο οποίο θα ήταν καλός και θα μπορούσε να το κάνει και θα έπρεπε να το κάνει. Δε με εκπλήσσει η πορεία του ως προπονητής. Είναι ένας άνθρωπος με πολύ ισχυρή προσωπικότητα και πολύ μεγάλη κατανόηση για το μπάσκετ, δύο προσόντα πολύ σημαντικά για έναν προπονητή”.
-Θεωρείτε ότι έχει επηρεαστεί προπονητικά από τη συνύπαρξη με Ομπράντοβιτς-Ιτούδη;
“Ναι, σαφώς. Και τον ίδιο αν ρωτήσεις θυμάται ακόμα λεπτομέρειες στην προπόνηση που είχαν γίνει και του είχαν κάνει εντύπωση τότε. Ο Σάρας γενικότερα έχει συνεργαστεί με πολλούς προπονητές και υψηλού επιπέδου προπονητές, αλλά νομίζω ότι αν ρωτήσεις και τον ίδιο θα σου πει ότι αυτές ίσως ήταν οι μεγαλύτερες επιρροές που είχε προπονητικά, αλλά επειδή έχει συνεργαστεί και με άλλους, έχει πάρει κι άλλα στοιχεία, ενώ έχει πάρει και το δικό του στοιχείο στην καριέρα του ως προπονητής κι έχει το αποτέλεσμα που έχει ως τώρα”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΝΙΚ ΚΑΛΑΘΗΣ
-Τον Καλάθη τον είχατε στα χέρια σας από την πρώτη στιγμή που ήρθε από τις ΗΠΑ. Πώς βλέπετε την εξέλιξή του από έναν ταλαντούχο γκαρντ σε ηγέτη του Παναθηναϊκού;
“Ο Νικ ήταν ένας παίκτης με φοβερά προσόντα. Δεν βγαίνει κάθε μέρα ένα πόιντ γκαρντ, με τέτοια ταχύτητα, με τέτοιο χειρισμό μπάλας και τέτοιο ύψος στο μπάσκετ και ιδίως στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Είχε μεγάλα προσόντα, αλλά και μεγάλες αδυναμίες, όμως όταν ήρθε, γνωρίζαμε κατευθείαν ότι είχαμε έναν παίκτη με μεγάλη πειθαρχία στο πώς θα δουλέψει, πόσο θα δουλέψει. Ηξερες από την αρχή ότι είχες έναν παίκτη που δουλεύει σκληρά κι ένας παίκτης που αγαπάει το μπάσκετ. Υπάρχουν παίκτες που τους αρέσει το μπάσκετ, υπάρχουν παίκτες που απλά παίζουν μπάσκετ γιατί είναι 2,15μ. και πολύ απλά δεν είχαν τι άλλο να κάνουν και υπάρχουν παίκτες που το λατρεύουν που το κάνουν. Ο Καλάθης είναι ένας εξ αυτών.
Οταν ήρθε βέβαια στον Παναθηναϊκό, ήρθε από τις ΗΠΑ, από κολλέγιο, που πάντα αυτή είναι η πιο δύσκολη χρονιά για έναν Αμερικανό παίκτη, η πρώτη επαφή του με το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Να κάνει την αλλαγή της νοοτροπίας και να γυρίσει το διακόπτη από τον αμερικανικό τρόπο σκέψης και τη ζωή στις ΗΠΑ… Είναι κι αυτό πολύ σημαντικό, η διαφορά που υπάρχει στη ζωή στην Αμερική σε σχέση με τη ζωή στην Ευρώπη. Τότε ήρθε σε μία ομάδα που οι συμπαίκτες του ήταν τα καλύτερα γκαρντ της Ευρώπης. Είχε τον Σπανούλη, είχε τον Διαμαντίδη, είχε τον Γιασικεβίτσιους, είχε μεγαθήρια του ευρωπαϊκού μπάσκετ μπροστά του.
Η πρώτη χρονιά ίσως να ήταν η πιο δύσκολη γι’ αυτόν, αλλά από την αρχή είδαμε ότι πρόκειται για έναν παίκτη που δουλεύει πολύ και ο οποίος είναι αφιερωμένος σε αυτό το πράγμα. Δεν είχε μυαλό για κάτι άλλο, παρά για να παίξει μπάσκετ κι αυτός ήταν ο στόχος του. Στη συνέχεια αυτό τον βοήθησε πολύ, το ότι ήρθε σε μια ομάδα με συγκεκριμένο σύστημα, με καλό προπονητή, με καλούς συμπαίκτες από τους οποίους μπορούσε να πάρει πολλά στοιχεία για το παιχνίδι του. Αρχισε κατευθείαν να δουλεύει στις αδυναμίες του και τι έπρεπε να βελτιώσει στο παιχνίδι του και νομίζω ότι τώρα αυτό που βλέπουμε είναι η φυσική εξέλιξη ενός ανθρώπου ο οποίος έχει ταλέντο κι έχει δουλέψει πολύ.
Το ηγετικό κομμάτι της προσωπικότητας ήρθε με το χρόνο. Οταν ήρθε ένα παιδί 20 ετών με την κατάσταση που σου περιέγραψα, δεν μπορεί να δείξει ηγετικά προσόντα γιατί δεν υπάρχει χώρος για να δείξει κάτι τέτοιο. Αλλά είδε πώς γίνεται. Είδε τι κάνουν οι ηγέτες, είδε τι πρέπει να κάνει ένας μεγάλος παίκτης, το οποίο μετά, όταν ήρθε η ώρα να το κάνει, ήξερε τι έπρεπε να κάνει και το έκανε. Το αποτέλεσμα το βλέπουμε, το πώς συμπεριφέρεται και ποια είναι η θέση του στον Παναθηναϊκό”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΠΑΝΟΥΛΗΣ
-Συνεργαστήκατε και με τον Βασίλη Σπανούλη. Η δική του πορεία θεωρείτε ότι είναι φυσική συνέχεια αυτών που είχε δείξει από την πρώτη κιόλας θητεία στον Παναθηναϊκό (2005/2006);
“Και ο Βασίλης ανήκει σε αυτήν την κατηγορία που λατρεύει αυτό που κάνει. Ενας άνθρωπος, ο οποίος δεν χαρίζει κάστανα… Ολα πρέπει να του τα αποδεικνύεις. Αν ο συμπαίκτης του πρέπει να παίξει ένα λεπτό παραπάνω από αυτόν, θα πρέπει να του αποδείξει στην προπόνηση ότι είναι καλύτερος από αυτόν. Είναι πολύ δυνατή προσωπικότητα και είναι από τους παίκτες που χρησιμοποιώ ως παραδείγματα. Είναι μέτρο σύγκρισης για πολλούς παίκτες, για να κρίνεις αν ένας παίκτης έχει την προσωπικότητα για να παίξει μεγάλο μπάσκετ ή όχι…
Ο Σπανούλης έκανε αντίστοιχα σε αυτή την κατάσταση αυτό, ή δεν το έκανε… Είναι το μέτρο σύγκρισης για πολλούς παίκτες ο Σπανούλης. Νομίζω ότι και στον Παναθηναϊκό βοηθήθηκε πάρα πολύ, ήταν κομβικό να έρθει σε μία κατάσταση με έναν καλό προπονητή και σε έναν μεγάλο σύλλογο να εξελίξει το παιχνίδι του. Προσπάθησε να πάει στο ΝΒΑ, δεν του βγήκε… Νομίζω περισσότερο λόγω του ότι δεν πήγε στο κατάλληλο περιβάλλον γι’ αυτόν, δεν είναι ότι δεν είχε τα προσόντα. Νομίζω είχε τα προσόντα, απλά στο ΝΒΑ πρέπει να είσαι και τυχερός, να βρεθείς σε μία κατάσταση κατάλληλη… Το να πάρεις για παράδειγμα τον Σπανούλη και να τον βάλεις στη γωνία για να σουτάρει τρίποντα όταν και αν πάρει την μπάλα, χάνεις το ταλέντο του και δεν είναι το εργαλείο γι’ αυτή τη δουλειά.
Παρ’ όλα αυτά επέστρεψε στην Ευρώπη, έχει αποδείξει με την πορεία του ποια είναι η ποιότητά του και το τι παίκτης είναι και για μένα το πιο σημαντικό στο κομμάτι αυτό είναι η προσωπικότητά του. Δούλευε πάντα πάρα πολύ σκληρά, πάντα ήθελε την ευθύνη, ποτέ δεν ήταν άνθρωπος που θα φοβόταν να πάρει την ευθύνη ή να πάρει το σουτ. Δεν κρυβόταν και ήταν ο παίκτης που ήθελε να έχει την μπάλα στα χέρια του και όλοι ξέρουμε τι αποτέλεσμα έχει στο ευρωπαϊκό μπάσκετ αυτό για τον Βασίλη”.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΑΣΣΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
-Πρόσφατα ο Παναθηναϊκός και το ελληνικό μπάσκετ θρήνησαν τον χαμό του Τάσσου Στεφάνου, που γνωρίζατε πολλά χρόνια. Μπορείς να μας πείτε δυο λόγια για τον κύριο Τάσσο;
“Είναι μία από τις προσωπικότητες που είναι συνυφασμένες με τον Παναθηναϊκό. Είχα την τύχη να τον γνωρίζω από πολύ μικρή ηλικία τον κύριο Τάσσο. Ενας άνθρωπος ο οποίος αγαπούσε τον Παναθηναϊκό όσο λίγοι κι είχε κάνει το κατόρθωμα να είναι τόσα χρόνια στον Παναθηναϊκό, τόσα χρόνια σε αυτό το χώρο και να μην μισείται. Ακόμα και οι αντίπαλοί του, που είναι πολύ σημαντικό, ακόμα και στον Ολυμπιακό υπήρχε εκτίμηση στο πρόσωπό του.
Ηταν ένας άνθρωπος ο οποίος με την ειλικρίνειά του, με την προσωπικότητά του κέρδιζε την αγάπη του κόσμου και όποιου συναναστρεφόταν μαζί του. Δυστυχώς είναι μεγάλη απώλεια για τον Παναθηναϊκό όταν χάνει ανθρώπους οι οποίοι σπάνια έρχονται στην ιστορία του συλλόγου και θα συνυφαστούν με αυτόν τον τρόπο με τον ίδιο το σύλλογο”.