Του Γιάννη Ράμμα/ irammas@eurohoops.net
Στην ταινία “Downsizing” (2017) ο Ματ Ντέιμον επιλέγει να γίνει μικροσκοπικός με στόχο μία καλύτερη ζωή. Στο μπάσκετ οι προπονητές έχουν επιλέξει τα τελευταία χρόνια να κοντύνουν τους ψηλούς τους με στόχο ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Οι σέντερ κατεβαίνουν σε εκατοστά, οι φόργουορντ ανεβαίνουν θέσεις κι όλοι είναι κερδισμένοι.
Ο Μάικ Μπατίστ των 2,04μ. έπαιζε ως σμολ φόργουορντ στα πρώτα του χρόνια. Έτσι είχε συστηθεί στην πρώτη του χρονιά στη Σαρλερουά το 2001, η οποία ήταν κι πρώτη του στην Ευρωλίγκα. Αλλά δεν ήταν παρά μόνο όταν πρωτοφόρεσε τη φανέλα του Παναθηναϊκού το 2003 που έφερε την επανάσταση στους undersized σέντερ. Ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς ξέρει όσο λίγοι πώς να παίρνει το καλύτερο από κάθε του παίκτη και στην περίπτωσή του ήξερε πως για να γίνει αυτό θα έπρεπε να τον ανεβάσει ψηλότερα από το “3”.
Οι αθλητικοί ψηλοί αυτού του είδους δεν έγιναν αμέσως μόδα, αφού ούτε περίσσευαν στην αγορά, ούτε πολλοί προπονητές ήταν διατεθειμένοι να αποχωριστούν το πλάνο με τους παλαιάς κοπής σέντερ και χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια να πειστούν όλοι πως αποτελούν το μέλλον του αθλήματος.
Πώς μία ιδέα που εφαρμόστηκε δοκιμαστικά στο παρελθόν έχει καθιερωθεί πλέον ως δεδομένο στο σύγχρονο μπάσκετ και στην Ευρωλίγκα; Είναι απλό! Όσο το άθλημα πηγαίνει στην αθλητικότητα, την έκρηξη και την δύναμη, ο ορισμός του mismatch δεν έχει σημασία μόνο υψομετρικά, αλλά βρίσκει πολύ αποτελεσματική εφαρμογή και στο κομμάτι της ταχύτητας!
Αν ένας παίκτης είναι πολύ πιο γρήγορος από τον αντίπαλό του, μπορεί να τον νικήσει στις προσωπικές μονομαχίες. Αρκεί να ξέρει πώς θα εκμεταλλευτεί το πλεονέκτημα στη ταχύτητα και πώς θα κρύψει το μειονέκτημα του ύψους, κυρίως κοντά στο καλάθι.
Η άμυνα των αλλαγών στα σκριν κατέστησε σούπερ χρήσιμους τους undersized σέντερ. Με τα γρήγορα πόδια, τις ταχύτατες μετακινήσεις και την κάλυψη του χώρου κόβουν την δημιουργία και το “1vs1” παιχνίδι των πιο χαρισματικών αντίπαλων γκαρντ κι έτσι ελέγχουν πολύ καλύτερα την άμυνα κι αφήνουν λιγότερες εναλλακτικές στην αντίπαλη επίθεση.
Κάτω από το καλάθι, το όπλο των undersized σέντερ που διαθέτουν ταχύτητα κι έκρηξη είναι οι τοποθετήσεις. Να βγαίνουν μπροστά από τους ψηλότερους αντιπάλους τους και να απαγορεύουν την εύκολη γωνία πάσας και την άνεση στις κινήσεις των πίβοτ-σέντερ.
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι σίγουρα Κάιλ Χάινς, που κάνει κάτι ακόμη. Που δεν αναφέρεται ως κανόνας στο “πρωτόκολλο” των underzised σέντερ. Μπορεί μετά το αμυντικό ριμπάουντ να βάλει ο ίδιος την μπάλα στο παρκέ κι είτε να φτάσει ως το καλάθι, είτε να δημιουργήσει ένα έτοιμο καλάθι για συμπαίκτη του. Δηλαδή “σέντερ τσέπης” που μπορεί να λειτουργήσει σαν πόιντ γκαρντ στο transition! Όσο χάνει στο ύψος, τόσα και… περισσότερα κερδίζει με το wingspan του, την φοβερή ταχύτητα που έχει, την έκρηξη και την τρομερή δύναμη στο κορμί του.
Αυτός είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση, μακράν ο πιο πετυχημένος με την μεγαλύτερη διάρκεια κι εκείνος που αποδεικνύει πως ένας παίκτης ύψους 1,98μ. μπορεί να κυριαρχεί για χρόνια στη θέση “5” και μάλιστα στο υψηλότερο επίπεδο!
Το Eurohoops παρουσιάζει τις 5+1 πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις:
ΜΑΪΚ ΜΠΑΤΙΣΤ
2,04 | 21 Νοεμβρίου 1977 | ΗΠΑ
Έπαιξε 12 χρονιές στην Ευρωλίγκα, πρώτα με τη Σαρλερουά (2000-01) κι εν συνεχεία με τον Παναθηναϊκό (2003-12, 2013-14), συν ένα σύντομο πέρασμα από τη Φενέρμπαχτσε (2012-13). Οι ομαδικές κι ατομικές διακρίσεις μιλούν από μόνες τους για την επιτυχία του ως πρωτότυπο μοντέλο των undersized σέντερ. Πανηγύρισε τρεις φορές την κατάκτηση του τροπαίου (2007, 2009, 2011), ενώ ήταν και μέλος της All-EuroLeague First Team το 2011 και της All-EuroLeague Second Team το 2012. Είναι στο Top 10 των All-Time σκόρερ (10ος με 2.496 πόντους σύνολο και 10,5 ανά παιχνίδι) και ριμπάουντερ (9ος με 1.117 σύνολο και 4,7 ανά παιχνίδι).
ΣΤΕΦΑΝ ΛΑΣΜΕ
2,03 | 17 Δεκεμβρίου 1982 | Γκαμπόν
Η επιστροφή στον Παναθηναϊκό τον βρήκε να φτάνει στις έξι χρονιές στην Ευρωλίγκα (Παρτιζάν 2008-09, Μακάμπι Τελ Αβίβ 2009-10, Παναθηναϊκός 2012-14 και 2018-σήμερα, Αναντολού Εφές 2014-15), στην οποία μετρά 8,5 πόντους, 5 ριμπάουντ, 0,7 κλέψιμο και 1,3 κοψίματα ανά παιχνίδι σε 127 συμμετοχές. Βελτιώνει διαρκώς τη θέση του στην All-Time λίστα των ριμπάουντερ (49ος με 634), ενώ είναι έκτος σε κοψίματα με 166. Είναι ένας από τους εφτά βραβευμένους ως “Best Defender” (2013), ενώ μία χρονιά μετά ήταν και μέλος της All-EuroLeague Second Team.