Tης Eurohoops team/ info@eurohoops.net
Ο διεθνής φόργουορντ σέντερ παραχώρησε συνέντευξη στο debut.gr μιλώντας για τον πρώην προπονητή του στον Ολυμπιακό τον οποίο χαρακτήρισε το χειρότερο που είχε ποτέ!
Διαβάστε μερικά από τα καίρια κομμάτια της συνέντευξης:
«Πέρυσι θεωρώ ότι ήταν μια πάρα πολύ κακή χρονιά για τον Ολυμπιακό. Να ξεκινήσουμε πρώτα με το θέμα του προπονητή. Όλοι, όταν άκουσαν το όνομα Μπλατ θεώρησαν ότι έρχεται άλλος ένας μεγάλος προπονητή μετά τον κόουτς Σφαιρόπουλο. Η ομάδα ξεκίνησε καλά. Έπαιζε σχετικά καλά. Αυτό ήταν το πιο σημαντικό. Όμως έβλεπες ότι δεν γινόντουσαν κάποια πράγματα σωστά. Άλλαξε τελείως η ομάδα.
Εκεί που βασιζόταν στο ελληνικό στοιχείο και με πέντε-έξι πολύ καλούς ξένους παίκτες, πήγαινε κάθε φορά final 4, πήγες τώρα να αλλάξεις τη φιλοσοφία της ομάδας. Έτσι πρέπει να είσαι έτοιμος και για αποτυχία. Φυσικά, η αποτυχία ήρθε, όπως ερχόταν και στα χρόνια που ο Ολυμπιακός βασιζόταν παραπάνω σε ξένους παίκτες. Καλώς ή κακώς οι ξένοι είναι πάρα πολύ καλοί παίκτες. Όμως, δεν θα πονέσουν το ίδιο την ομάδα όπως την πονάει ο Βασίλης, ο Γιώργος και όλοι οι Έλληνες παίκτες. Είναι και το θέμα της ηλικίας βέβαια. Εγώ δεν βλέπω να έχει μεγαλώσει ο Βασίλης αγωνιστικά, δεν βλέπω να έχει μεγαλώσει ο Γιώργος.
Δηλαδή τα παιδιά είναι ακόμη οι καλύτεροι παίκτες του Ολυμπιακού. Οπότε, γιατί να βάζεις το θέμα της ηλικίας αφού βλέπεις ότι στο γήπεδο είναι οι καλύτεροι σου παίκτες; Αυτό δεν θα το καταλάβω ποτέ. Με τον Μπλατ δεν θα ήθελα ποτέ να ξανασυνεργαστώ. Σίγουρα για μένα είναι ο χειρότερος προπονητής που είχα. Όχι, ότι είναι κακός προπονητής αλλά ο χειρότερος που μπορούσα να έχω. Δυστυχώς, η ομάδα δεν πέτυχε. Αντιθέτως απέτυχε παταγωδώς.
Είχαμε το ηχητικό το οποίο ακόμα και σήμερα δεν ξέρουμε πως βγήκε. Απ’ ότι φαίνεται δεν θα μάθουμε ποτέ. Μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Πάντως, είναι στενάχωρο από όποιον βγήκε για όποιο λόγο βγήκε, γιατί βγήκε από Έλληνες. Το γκρουπ στο what’s app το είχαμε Έλληνες. Είναι κρίμα που δεν βγήκε να το παραδεχτεί όποιος το έκανε. Μετά από αυτό κάποια άτομο κοιτάζονταν, ξέρεις, «μήπως είναι αυτός ή αυτός;». Αλλά κάποια άλλα άτομα που ξέρεις τη πάστα τους, δεν άλλαξε καμία σχέση μεταξύ μας γιατί ξέρουμε ο ένας τον άλλον».
Σχετικά με την απόφασή του να πάει στον Προμηθέα, ο Αγραβάνης τόνισε χαρακτηριστικά:
«Λοιπόν, να ξεκινήσουμε από το καλοκαίρι που εγώ μέσα μου πίστευα ότι και για μένα αλλά και για τον Ολυμπιακό δεν θα ανανεώναμε γιατί έμαθα ότι θα μείνει ο κόουτς Μπλατ και εγώ δεν ήθελα καμία σχέση μαζί του. Ούτε ο ίδιος ήθελε μαζί μου. Είναι ειλικρινές τουλάχιστον αυτό. Και όσο και να θέλανε κάποια άτομα να με κρατήσουν στον Ολυμπιακό δεν γινόταν. Έφυγα από εκεί με τις καλύτερες σχέσεις. Πραγματικά, αυτοί οι άνθρωποι θα είναι για πάντα στη καρδιά μου γιατί εγώ ως άνθρωπος δεν ξεχνώ ούτε τι μου έχουν προσφέρει, ούτε τι έχω προσφέρει και εγώ σε αυτούς. Το καλοκαίρι λοιπόν ήμουν ελεύθερος. Μου έκανε πολύ κακό το ότι ενώ ήμουν καλά δεν είχα παίξει αν εξαιρέσεις κάποια ματς στην Ελλάδα ώστε να δει ο κόσμος ότι ήμουν υγιής. Όλα τα ερωτηματικά σε όλη την Ευρώπη ήταν το αν ο Αγραβάνης ήταν υγιής. Εκεί έχασα και σε προτάσεις και σε εμπιστοσύνη. Ήμουν πολύ κοντά στο να κλείσω στην ιταλική Κρεμόνα, δηλαδή είχα σχεδόν κλείσει.
Η μονή διαφορά ήταν ότι εγώ δεν ήξερα ότι δεν αγωνίζονται στο Eurocup και ότι δυστυχώς εκεί είχαν ένα ματς την εβδομάδα. Εγώ είμαι νέος σε ηλικία. Θέλω να παίζω δύο φορές την εβδομάδα. Εγώ προτιμώ να παίζω ματς παρά να κάνω προπονήσεις. Εκεί είπα θα περιμένω. Ήρθε το τηλέφωνο από τον κόουτς τον Μάκη που με το που μίλησε αισθάνθηκα λες και όπως αισθανόμουν όταν μου μιλούσε ο προπονητής που είχα στο εφηβικό που με αγαπούσε που με πίστευε πάντα. Έτσι ένιωσα και με τον κόουτς τον Μάκη και πραγματικά λέω δε γίνεται να μη πάω εκεί πέρα. Με τη κουβέντα που κάναμε είδα ότι σαν χαρακτήρες είμαστε ίδιοι. Δηλαδή μου είπε ότι: «είμαι ντόμπρος, δεν θα στη φέρω ποτέ». Αυτό για μένα δεν το βρίσκεις ποτέ σε προπονητή. Πολύ σπάνια. Πραγματικά αυτό με κέρδισε. Δεν σκέφτηκα ούτε τα λεφτά. Δεν σκέφτηκα τίποτα. Από την άλλη είδα ότι ο Προμηθέας, στα προηγούμενα χρόνια ότι όλο ανεβαίνει και ότι είναι μια ομάδα με φιλοδοξίες. Μετά μίλησα και με τον πρόεδρο. Επίσης, κατάλαβα πολλά πράγματα τα οποία μου άρεσαν και είμαι πολύ χαρούμενος που πήρα την απόφαση και ήρθα στον Προμηθέα».
– Ο Ολυμπιακός αποκλείεται στο προημιτελικό του κυπέλλου από τον Παναθηναϊκό, ο Μπαρτζώκας αποχωρεί και αναλαμβάνει ο Σφαιρόπουλος. Για κάθε νέο παίκτη σε μια μεγάλη ομάδα όπως ο Ολυμπιακός, η προσαρμογή του παρουσιάζει κάποιες ιδιαιτερότητες. Η έλευση ενός προπονητή που τον γνωρίζεις από τη συνεργασία σου στο Πανιώνιο, θεωρείς πως σε βοήθησε τότε αλλά και στη γενικότερη πορεία σου στον Ολυμπιακό;
-Δεν θέλω να αδικήσω τον Τόμιτς, γιατί ήταν αυτός που με έβαλε στην ομάδα πραγματικά και ουσιαστικά. Με τον Μίλαν Τόμιτς είχαμε σίγουρα πολλές φορές «τσακωθεί», αλλά εντάξει σε πλαίσια πάντα παίκτη-προπονητή. Θυμάμαι στο ματς με την Βαλένθια που με χρησιμοποίησε, ήμουν πολύ κακός αλλά ήταν εκεί για να μου πει ότι όσο δίνεις ενέργεια στο παιχνίδι, από εμένα θα έχεις την ευκαιρία και ας είσαι κακός. Πραγματικά, όντως μου έδωσε στα επόμενα παιχνίδια πολλές ευκαιρίες. Μετά ήρθε και ο κόουτς Σφαιρόπουλος που πραγματικά αισθάνθηκα πολύ οικεία ξανά γιατί ήξερα τον τρόπο που δουλεύει. Δηλαδή πρέπει να είσαι πολύ σοβαρός. Εκείνη η χρονιά που ήρθε ο κόουτς ήτανε πάρα πολύ καλή χρονιά και για μένα και για την ομάδα. Πήραμε το πρωτάθλημα από τον Παναθηναϊκό με 3-0. Στη συνέχεια ακολούθησαν άλλες δύο ολόκληρες χρονιές με τον κόουτς. Αυτά που έγραφαν ότι είχα θέμα μαζί του δεν ίσχυαν. Σίγουρα όμως με μάλωνε παραπάνω γιατί πιστεύω ότι ήξερε τι παιδί είμαι και ήξερα ότι φώναζε σε μένα επειδή ήμουν μικρότερος και δεν πρόκειται να το πάρω μέσα μου. Ήξερε ότι δεν τα παίρνω μέσα μου. Κάποιοι άλλοι παίκτες όταν τους φώναζε ο κόουτς τα έπαιρναν μέσα τους και δεν μπορούσαν να παίξουν. Εγώ ήμουν ακριβώς το ανάποδο. Όταν μου φώναζε, τρελαινόμουνα και έπαιζα.
Οπότε πραγματικά μου έκανε πολύ καλό η θητεία μου στον Ολυμπιακό με τον Σφαιρόπουλο. Σου είπα πήραμε τίτλους έμαθα πάρα πολλά πράγματα δίπλα του. Φυσικά, στον Ολυμπιακό δεν μαθαίνεις μόνο από τους προπονητές. Μαθαίνεις όταν έχεις συμπαίκτη σου τον καλύτερο όπως είναι ο Βασίλης Σπανούλης, ένα από τα καλύτερα τεσσάρια, τον Γιώργο Πρίντεζη και μαθαίνεις κυρίως από αυτούς τους δύο σε θέμα νοοτροπίας. Δηλαδή, δεν είδες ποτέ τον Σπανούλη που είναι και ο ηγέτης της ομάδας να χάσει ένα ματς, να χάσει δύο ματς και να είναι την άλλη μέρα σκεπτικός ή στεναχωρημένος. Πάντα σαν ρομπότ. Ήταν εκεί. Σαν να μην έγινε τίποτα. Όλο αυτό δίνει κουράγιο σε όλη την ομάδα, όταν το βλέπεις από έναν αρχηγό σαν τον Βασίλη Σπανούλη.
– Σαιζόν 2017-2018. Τελευταία χρονιά Σφαιρόπουλου αλλά μια κρίσιμη στιγμή στη καριέρα σου, η στιγμή του τραυματισμού σου. Φοβήθηκες μήπως αυτός ο τραυματισμός σε πήγαινε πίσω;
-Δεν πίστεψα ποτέ ότι θα με πάει ένας τραυματισμός πίσω γιατί από φύση μου είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος δεν καταλαβαίνει από πόνο. Δηλαδή, εφόσον γίνω καλά και μπορώ να παίξω και να πονάω λίγο δεν θα με νοιάζει ποτέ. Το πίστευα τότε ότι ακόμα και αν πονούσα λίγο θα έμπαινα να παίξω. Δεν με ενοχλούσε γιατί δεν καταλάβαινα από πόνο. Δεν με ένοιαζε ο πόνος. Εμένα με ένοιαζε το παιχνίδι. Όταν μπαίνεις μες στο παιχνίδι τα ξεχνάς όλα. Πραγματικά ένιωθα έτοιμος πέρσι αφού είχε φύγει ο κόουτς Σφαιρόπουλος ο οποίος εντάξει πραγματικά ήταν άτυχος εκείνη τη χρονιά γιατί είχε πάρα πολλούς τραυματισμούς. Χάσαμε και ένα κύπελλο το οποίο έπρεπε να το είχαμε πάρει. Ήταν άτυχος ο κόουτς αλλά πιστεύω και αυτός δικαιώθηκε που πήγε σε μια μεγάλη ομάδα όπως η Μακάμπι και τον έχουν σαν θεό εκεί πέρα. Αλλά, εντάξει πραγματικά δεν πίστεψα ποτέ για να επιστρέψω στο θέμα ότι θα με σταματήσει κάποιος τραυματισμός. Μέχρι τότε, μέχρι να τραυματιστώ πίστευα ότι είμαι άτρωτος. Πίστευα δηλαδή ότι οκ συμβαίνουν σε όλους. Λες δηλαδή σε κάποιον συμπαίκτη σου όταν παθαίνει κάτι τέτοιο «έλα θα περάσει», δεν πίστευα ότι θα συμβεί ποτέ σε μένα. Αλλά τελικά δεν είσαι πάντα άτρωτος.