Του Άρη Μπάρκα/ barkas@eurohoops.net
Η ψηφοφορία για το All Star Game ολοκληρώθηκε και μόνο αν ο κόσμος γυρίσει ανάποδα ο Γιάννης Αντετοκούνμπο δεν θα βρίσκεται στην βασική πεντάδα της Ανατολής.
Για τον υπογράφοντα πρόκειται για την μακράν μεγαλύτερη επιτυχία Έλληνα αθλητή με όποιον τρόπο και να την μετρήσεις, αλλά επειδή εδώ χωράνε και διαφωνίες, χωρίς συζήτηση πρόκειται για την επιτυχία με τον μεγαλύτερο παγκόσμιο αντίκτυπο. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι Έλληνας και – το πλέον σημαντικό – νοιώθει Έλληνας, όμως το κοινό του πια, όπως συμβαίνει για κάθε σταρ του ΝΒΑ, είναι ολόκληρος ο πλανήτης.
Επιτυχίες στον ελληνικό αθλητισμό, ειδικά από το ορόσημο του 1987 και μετά, έχουν υπάρξει πολλές και πάρα πολύ σημαντικές. Σπάνια, όμως, απασχόλησαν σε τέτοιο βαθμό το παγκόσμιο κοινό. Για την ακρίβεια η τελευταία φορά που συνέβη αυτό ήταν μάλλον το Euro του 2004 – του οποίου η ομάδα για τον μέσο μη Έλληνα φίλαθλο θεωρείται μεν το απόλυτο αουτσάιντερ που δικαίωθηκε, αλλά ταυτόχρονα ό,τι πιο αντιθεαματικό έχει υπάρξει ποτέ με τον τίτλο της πρωταθλήτριας Ευρώπης – και σίγουρα η νίκη επί των ΗΠΑ το 2006.
Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι αυτή τη στιγμή ο πλέον αναγνωρίσιμος Έλληνας του πλανήτη, ένας παίκτης-φαινόμενο που μπορεί να αλλάξει το μπάσκετ και η ιστορία του περιέχει πολλές κοινωνικές και πολιτικές αναγνώσεις. Αυτό το τρομερά πολυσχιδές πρόσωπο, στα μέρη μας περνά μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της κρίσης αξιών της ελληνικής κοινωνίας, η οποία αποκαλύφθηκε σε όλο της το μεγαλείο λόγω της οικονομικής κρίσης.
Ναι ο Γιάννης δεν υπέγραψε την σημαία, γιατί έτσι ένοιωσε με βάση το τι συμβολίζει η σημαία για αυτόν, τα όσα έχει διδαχθεί και χωρίς ο ίδιος να θελήσει να δώσει κάποια ιδιαίτερη διάσταση σε αυτή την χειρονομία. Η κίνηση του έδωσε την ευκαιρία σε πολιτικούς οι οποίοι επί χρόνια αρνούνταν την ελληνική ιθαγένεια σε παιδιά μεταναστών που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα να επιδωθούν σε ρεσιτάλ υποκρισίας, στα μη αθλητικά ΜΜΕ να βρουν έναν εύκολο, πατριδοκάπηλο τρόπο να “πουλήσουν” το θέμα και σχεδόν κάλυψε το γεγονός ότι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο πέτυχε το πρώτο του νικητήριο του καλάθι στο “Μάντισον Σκουέρ Γκάρντεν”.
Ο συμβολισμός του να πετύχει οποιοσδήποτε επίδοξος σταρ του ΝΒΑ ένα τέτοιο καλάθι στο συγκεκριμένο παρκέ είναι τεράστιος. Το γήπεδο της Νέας Υόρκης είναι η “Μέκα” του μπάσκετ και του αμερικανικού αθλητισμού, εκεί που θρύλοι όπως ο Μοχάμεντ Αλι, ο Ουόλτ Φρεζίερ και ο Ουίλις Ριντ έγραψαν ιστορία σε εποχές που το να είσαι μαύρος αθλητής είχε πολλές παράλληλες αναγνώσεις. Σε αυτό το γήπεδο ο Μάικλ Τζόρνταν έκανε μερικά από τα πλέον ιστορικά του ματς. Δεν υπάρχει παίκτης του ΝΒΑ που να μην θέλει να κάνει κάτι μοναδικό, ειδικά στη Νέα Υόρκη. Στην μεγαλύτερη μητρόπολη του κόσμου, εκεί που τα πάντα μεγενθύνονται και προβάλλονται σε κάθε γωνιά της γης, ο Γιάννης απέδειξε για μία ακόμα φορά ότι, κατά το σλόγκαν των Μπακς, “το μέλλον του ανήκει”.
Από την αρχή της σεζόν ο φόργουορντ των Μπακς βρίσκεται ακόμα και στη συζήτηση για τον τίτλο του ΜVP και μπαίνει στην ίδια πρόταση μαζί με θρύλους του αθλήματος, τον Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ που οδήγησε τους Μπακς στο τελευταίο τους πρωτάθλημα και τον Μάτζικ Τζόνσον, του οποίο σιγά, σιγά ο Αντετοκούνμπο θεωρείται η σύγχρονη εκδοχή.
Από όλα αυτά τα πραγματικά μοναδικά αθλητικά χαρακτηριστικά, τι γνωρίζει η ελληνική κοινή γνώμη; Τι έχει προβληθεί στα δελτία ειδήσεων; Τι θέση βρίσκουν δίπλα στην συνήθη επικαιρότητα της συντριπτικής πλειοψηφίας των αθλητικών ΜΜΕ που αφορά κυρίως διαιτητο-συζητήσεις και το χάιδεμα του οπαδισμού; Ναι, προφανώς η αγωνιστική έκρηξη του Γιάννη είναι εντυπωσιακή και η πρόοδος του είναι πάρα πολύ γρήγορη. Τώρα, όμως, που είναι γεγονός, τι αντιμετώπιση έχει; Γιατί να ψηφίσεις τον Γιάννη Αντετοκούνμπο επειδή είναι Έλληνας και όχι γιατί αξίζει με το παραπάνω να είναι βασικός στο All Star Game; Πότε έγινε ο “Γιάννης μας” και υιοθετήθηκε από το ημιθανές σταρ-ο-Θεός-να-το-κάνει-σταρ-σίστεμ του “χωριού” μας;
Το πραγματικό κοινωνικό κέρδος όλης αυτής της μανίας με τον Γιάννη και των όψιμων υποστηρικτών του – αφού έχει καταφέρει να κερδίσει το πιο δυναμικό και ίσως άδολο κομμάτι της κοινωνίας, τους πιτσιρικάδες, και οι υπόλοιποι ακολουθούν ασθμαίοντας – είναι ότι πια όλοι θυμούνται ως ανέκδοτο τα όσα λέχθηκαν από την ηγεσία της Χρυσής Αυγής για αυτόν.
Ο σταρ των Μπακς έχει καταφέρει απλώς και μόνο επειδή είναι αυτός που είναι, να κάνει αποδεκτή σε μεγάλο βαθμό στον μέσο Έλληνα την ιδέα ότι δεν είναι απαραίτητο ο Έλληνας να είναι λευκός, ούτε καν να έχει Έλληνες γονείς, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις των Σοφοκλή Σχορτσανίτη και Νέστορα Κόμματου, κάτι το οποίο πλέον είναι νόμος του ελληνικού κράτους (4332/2015).
Είναι τρομακτική τύχη το γεγονός ότι σε μια τόσο δύσκολη εποχή για τη χώρα, υπάρχει ένα τέτοιο αθλητικό φαινόμενο, το οποίο δεν μπορεί να μην λειτουργήσει ως πρότυπο, με όποια ανάγνωση κι αν το αντιμετωπίσεις. Ας μην προσπαθούμε, λοιπόν, να τον κατατάξουμε στα δικά μας μέτρα, ούτε να περιμένουμε από αυτόν ως Μεσσία λύσεις σε προβλήματα, των οποίων ο ίδιος υπήρξε θύμα. Είναι σίγουρο, άλλωστε, ότι θα συνεχίσει να μας εκπλήσσει, όχι απαραίτητα μόνο εντός παρκέ.