Με Όντι Νόρις και Αλφόνσο Φορντ οι Τοπ-5 ξένοι στην ιστορία του Περιστερίου

02/Apr/24 17:11 April 2, 2024

Σταύρος Μπαρμπαρούσης

02/Apr/24 17:11

Eurohoops.net

Με τον Όντι Νόρις και τον αείμνηστο, Αλφόνσο Φορντ, οι ξένοι παίκτες που έγραψαν και διαμόρφωσαν την ιστορία του Περιστερίου. Το Eurohoops θυμάται…

Του Νίκου Μαστρογιαννόπουλου/ info@eurohoops.net

Οι παραδόσεις όπως λένε, είναι για να σπάνε κι όσοι πέρασαν απ’ το Περιστέρι, αλλά ακόμη κι ο κόσμος που αγάπησε, αγαπά και συνεχίζει ν’ ακολουθεί την ομάδα, γνωρίζει πολύ καλά το παραπάνω γνωμικό.

Το Περιστέρι κατάφερε να πάρει μία ιστορική πρόκριση στην προημιτελική φάση του Basketball Champions League (για πρώτη φορά στην ιστορία του στην φάση των “8” σε ευρωπαϊκή διοργάνωση) εκεί όπου θ’ αντιμετωπίσει τη γερμανική Βόννη (3/4, 20:00, Game 1) με μειονέκτημα έδρας.

Η ομάδα της δυτικής Αττικής εξάλλου έχει προϊστορία στην Ευρώπη, μιας που είχε βρεθεί στην πρώτη Ευρωλίγκα τη σεζόν 2000-01 με πρωτεργάτη τον Αργύρη Πεδουλάκη. Τότε το Περιστέρι είχε προκριθεί μέχρι τη φάση των “16”, ενώ στο πρωτάθλημα είχε τερματίσει τρίτο με κορυφαίο παίκτη της χρονιάς, τον αείμνηστο Αλφόνσο Φορντ!

Μετά λοιπόν απ’ αυτή τη μικρή αναδρομή και μιας που μιλάμε για ιστορία, το Eurohoops θυμάται και καταγράφει τους πέντε κορυφαίους ξένους παίκτες που έχουν γράψει και διαμορφώσει την ιστορία των “Πριγκιπών της δυτικής όχθης”.

Σεζόν: 1992-93|16.7π., 10.3ριμπ., 2.3ασ., 1.2κλεψ.

Ο λευκός Αμερικανός φόργουορντ το όνομα του οποίου έμεινε χαραγμένο στη μνήμη των φίλων της ομάδας, φόρεσε τη φανέλα της για τέσσερις διαδοχικές σεζόν από το 1989 ως το 1993.

Με την ομάδα κατάφερε ν’ αγωνιστεί σε 89 παιχνίδια έχοντας συνολικά 22 πόντους (1.961 συνολικά) κατά μέσο όρο, με 10.9 ριμπάουντ (978 στο σύνολο).

Το Περιστέρι κατάφερε να κάνει ένα κολεγιόπαιδο τότε, να πει το “ναι” και να λάβει 40.000 δολάρια για να αφήσει τ’ όνειρο και να έρθει στην Ελλάδα. Μετά το Μιζούρι λοιπόν ήρθε στη χώρα μας στα 22 του κι η επιλογή τότε του Σπύρου Φώσκολου ήταν κάτι παραπάνω από πετυχημένη.

Ο Τσερτς ήταν ένας εκ των κορυφαίων ξένων στο πρωτάθλημα, έχοντας έφεση στα ριμπάουντ, παίζοντας με το σουτ ως φόργουορντ, όμως ο τραυματισμός του σ’ ένα ματς προκριματικών του στοίχισε ακριβά την καριέρα του. Μπορεί να έμεινε στο Περιστέρι για την τρίτη χρονιά του, όμως επηρεάστηκε αρκετά κυρίως η ψυχολογία του, κάτι που τον έκανε να σταματήσει το μπάσκετ μόλις στα 25 του χρόνια.

Όντι Νόρις


Σεζόν: 1993-94|16.4 π., 11.8 ριμπ., 1.7 ασ.

Θα πρέπει να γυρίσουμε το χρόνο πίσω, πριν 30 ολόκληρα χρόνια. Τη σεζόν 1993-94, η ομάδα του Περιστερίου κατάφερε να φέρει στη χώρα μας ένα απ’ τα μεγαλύτερα ονόματα που ήρθαν όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά ευρύτερα στην Ευρώπη.

Ο Όντι Νόρις είπε το “ναι” και παρόλο που ήταν ήδη πατημένα 33 χρονών, το έλεγε η καρδούλα του. Με τη βοήθεια αλλά και την… εγγύηση του Παναγιώτη Νίκα (ο τότε χορηγός της ομάδας) και με τη συνεισφορά του ατζέντη Γκας Πολίτη, ο Νόρις πήρε τα 800.000 για δύο συνολικά χρόνια κι ετοίμασε βαλίτσες.

Ένας από τους “πρίγκιπες της δυτικής όχθης” ή αλλιώς “the atomic dog” πέρασε μία αν μη τι άλλο σπουδαία εξαετία στη Βαρκελώνη για λογαριασμό της Μπαρτσελόνα (1987-93), έγινε ένα απ’ τα μεγαλύτερα είδωλα στο “Παλάου” κι αγαπήθηκε όσο λίγοι.

Ο Νόρις κατάφερε επίσης κάτι ξεχωριστό εκείνη τη χρονιά. Μαζί με τον Λανς Μπέργουολντ, είναι ακόμη και σήμερα οι παίκτες με τα περισσότερα double-double (16 σε 31 αγώνες ο Μπέργουολντ, 16 σε 30 ματς ο Νόρις) στην ιστορία της Basket League.

Ο Όντι Τζέιμς Νόρις, όπως είναι ολόκληρο τ’ όνομά του που γεννήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 1960, έφτασε στην Ευρώπη ως γνωστός παίκτης. Αγωνίστηκε στο NBA για λογαριασμό των Μπλέιζερς (ομάδα της πατρίδας του, Πόρτλαντ) μετά το Ντραφτ που επελέγη στο Νο.37 το 1982. Μετά από 187 ματς (4.4 πόντους, 3.8 ριμπάουντ) αποφάσισε να κάνει το βήμα της Ευρώπης.

Ξεκίνησε από την Μπενετόν Τρεβίζο (21.2 πόντους και 10.1 ριμπάουντ), λίγο αργότερα είχε πρόταση από Μαδρίτη μεριά, όμως οι διαπραγματεύσεις δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ καθώς υπήρχε διαφορά 10.000 δολαρίων κι έμεινε στην Ιταλία, λίγο πριν φύγει μετά για την Μπαρτσελόνα.

Λίγο αργότερα ήρθε στον Άρη, όπου έμεινε μόλις για ένα χρόνο, καθώς τα γόνατά του τον πρόδωσαν και σταμάτησε το μπάσκετ. Με το Περιστέρι είχε 16.4π. και 11.8 ριμπάουντ και 1.7 ασίστ ανά αγώνα εκείνη τη χρονιά.

Πριστ Λότερντεϊλ

Σεζόν: 1995-96|14.8π., 10.4ριμπ., 1.5 μπλοκ

Ξεκίνησε επαγγελματικά (1995-96) στην μπασκετομάνα πόλη του Περιστερίου, ερχόμενος από το πανεπιστήμιο Σέντραλ Στέιτ του Οχάιο. Ποιος όμως θα του το ‘λεγε ότι η ελληνική ομάδα θα ήταν το έναυσμα για μία σπουδαία καριέρα;

Με ύψος 2,24 μέτρα, ο Πριστ Λότερντεϊλ ήταν ο ιδανικός για να πλαισιώσει στη φροντ λάιν τον Μέλβιν Τσίτουμ.

Η ομάδα του Ντράγκαν Σάκοτα τότε, έψαχνε στην αγορά τον παρτενέρ του Αμερικανού φόργουορντ.

Ο ίδιος δοκιμάστηκε πρώτη φορά σ’ ένα φιλικό κόντρα στον Παναθηναϊκό και φυσικά απέναντι στο γίγαντα Βράνκοβιτς, τον οποίο βέβαια είδε κατάματα και του ‘βαλε δύσκολα.

Μετά απ’ αυτή την εμφάνιση, ήρθε και το συμβόλαιο (1+1) με απολαβές 300.000 δολάρια το χρόνο.

Μπορεί να ήθελε το χρόνο του να προσαρμοστεί, όμως απ’ την 3η αγωνιστική κι έπειτα έδειξε την αξία του. Τη σεζόν 1995-96 έπαιξε ξανά με τον Παναθηναϊκό αλλά χωρίς να έχει αντίπαλο αυτή τη φορά τον Βράνκοβιτς (εξαιτίας ενός τραυματισμού του) κι έκανε πράγματα και θαύματα. Έβαλε 14 πόντους, πήρε 13 ριμπάουντ και το Περιστέρι έβαλε 94 πόντους στο “τριφύλλι”.

Ήταν ο τύπος αυτός που βοήθησε την ομάδα του να βγει στο Κύπελλο Κόρατς έχοντας 17 πόντους και 11 ριμπάουντ και όλα τα μάτια στραμμένα πάνω του…

Ο Λότερντεϊλ μάλιστα είναι στους παίκτες αυτούς που με τα 15 συνολικά double-double του (σε 29 αγώνες, μαζί με Μάξεϊ, Μπέργουολντ) στο ελληνικό πρωτάθλημα ξεχώρισε και βρίσκεται μέχρι και σήμερα σ’ ένα κλειστό κλαμπ.

Με τη χρονιά λοιπόν που έκανε στο Περιστέρι, κατάφερε ουσιαστικά κι εξαργύρωσε κάτι που ήθελε πολύ, το εισιτήριο για την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Έτσι κι έγινε, βρήκε μία θέση στα Ντραφτ του 1996 με τους Ατλάντα Χοκς, στους οποίους αγωνίστηκε αρχικά, ενώ στη συνέχεια πήγε στο Ντένβερ για τους Νάγκετς.

Κάπου εκεί όμως, η συνέχεια της καριέρας του Λόντερντεϊλ δεν ήταν ανάλογη. Εκτός από το CBA, ο θηριώδης σέντερ περιπλανήθηκε σε Βενεζουέλα, Κύπρο, Σαουδική Αραβία, Ιράν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Κίνα και Αγγλία.

Στην Κύπρο μάλιστα, εκτός του ότι ήταν ο ψηλότερος παίκτης που αγωνίστηκε ποτέ στην Κύπρο, έπαιξε με τον Απόλλωνα τη σεζόν 2000-01 και κατέκτησε το πρώτο τρόπαιο στην ιστορία των γαλάζιων, κερδίζοντας τον ΑΠΟΕΛ στον τελικό.

Επέστρεψε δυναμικά το 2002 όταν και μεταγράφηκε στην Βουλγαρική Ακαντέμικ, όπου έμεινε για τρία χρόνια με κορυφαία του στιγμή το ρεκόρ index του Eurocup με 55 απέναντι στην KK Ζάγκρεμπ. Το 2010 γύρισε για μερικά παιχνίδια με την Λέφσκι Σόφιας, αφού είχε ήδη και την βουλγάρικη υπηκοότητα.

Αλφόνσο Φορντ

Σεζόν: 1999-2001|23.3π., 4.3ριμπ., 2.9ασ.

Ο Αλφόνσο Φορντ γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1971 στο Γκρίνγουντ του Μισισιπή.

Έγραψε ιστορία στο NCAA με το Μισισιπή Βάλεϊ Στέιτ από το 1989 έως το 1993. Έγινε ο πρώτος παίκτης στην ιστορία του κολεγιακού πρωταθλήματος που τελείωσε και τις τέσσερις σεζόν με μέσο όρο πόντων άνω των 25 πόντων.

Στο ΝΒΑ Ντραφτ κατάφερε κι επιλέχθηκε στο Νο.32 από τους Σίξερς, όμως δεν αγωνίστηκε πέραν από 11 παιχνίδια με την ομάδα της Φιλαδέλφεια και αυτή του Σιάτλ.

Η πρώτη ελληνική ομάδα στην οποία αγωνίστηκε ήταν ο ΑΣ Παπάγου τη χρονιά 1996-97. Από την “παρθενική” σεζόν του στην Α1 το… άστρο του έλαμψε και αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος με 23.9 πόντους κατά μέσο όρο.

Ήταν καλοκαίρι του 1997 και συγκεκριμένα μήνας Αύγουστος, όταν άκουσε από τον ιατρό του πως πάσχει από λευχαιμία. Παρόλα αυτά δεν το έβαλε κάτω και το 1998 επέστρεψε στη χώρα μας για να συνεχίσει να κάνει αυτό που αγαπά. Εκεί, αγωνίστηκε στο Σπόρτινγκ όπου βγήκε πρώτος σκόρερ τη χρονιά εκείνη έχοντας 22.7 πόντους ανά αγώνα.

Το καλοκαίρι του 1999 αποφάσισε ν’ αποδεχθεί την πρόταση του Περιστερίου για διετές συμβόλαιο. Φυσικά αυτή η μεταγραφή του ήταν εκείνη που απογείωσε την καριέρα του.

Με το Περιστέρι θα αγωνιστεί για πρώτη φορά στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στο Κύπελλο Κόρατς, στο οποίο μάλιστα θα έχει μέσο όρο 20.7 πόντους ανά αγώνα.

Μάλιστα, θα οδηγήσει την ομάδα του ως την τρίτη θέση του πρωταθλήματος, ενώ κατάφερε να αναδειχθεί και ο MVP της σεζόν.

Το παιχνίδι που μέχρι και σήμερα πάντως έχει μείνει στην ιστορία, είναι αυτό απέναντι στην Ταού Κεράμικα που πέτυχε 41 πόντους.

Για τις δύο χρονιές που έμεινε στους Περιστεριώτες συνέχιζε να βγαίνει πρώτος σκόρερ, ενώ το 2000-01, αγωνίστηκε για πρώτη φορά στην Ευρωλίγκα, όντας μάλιστα πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης με 26 πόντους.

Η συνέχεια έγραφε Ολυμπιακός, Σιένα και Σκαβολίνι, ενώ στις 4 Σεπτεμβρίου του 2004 ο Αλφόνσο Φορντ αφήνει την τελευταία του πνοή σε ένα νοσοκομείο του Μέμφις. Είχε μόλις νικηθεί από τη λευχαιμία.

Ακόμα και σήμερα παραμένει ο πρώτος σκόρερ της Ευρωλίγκας σε μέσο όρο με 22.2 πόντους και το ετήσιο βραβείο του κορυφαίου σκόρερ φέρει το όνομα του. 

Πιτ Μάικλ

Σεζόν: 2003-04|21.1π., 7.8ριμπ., 1.9ασ.1.1κλ.

Ένα ακόμη μεγάλο όνομα που έφερε η ομάδα του Περιστερίου και συνδέθηκε με την ιστορία του συλλόγου.

Γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου του 1978. Έχει ύψος 1,99 και αγωνιζόταν στη θέση του Forward.

Τα κολεγιακά του χρόνια τα πέρασε στους Ίντιαν Χιλς (1996-98) και φυσικά στο Σινσινάτι (1998-2000). Και λέμε… φυσικά, γιατί αυτό του έδωσε το boost που ήθελε στην καριέρα του για να του δώσει την ευκαιρία να επιλεχθεί στο ΝΒΑ Ντραφτ της ίδιας χρονιάς από τους Νικς (στο Νο.58). Τ’ όνειρο του NBA δεν ήρθε δυστυχώς ποτέ γι’ αυτόν, καθώς στο μόλις 7ο φιλικό παιχνίδι κόντρα στους Ρόκετς, διαγνώστηκε με μία σοβαρή πάθηση στο πόδι του, που τον απείλησε μέχρι και με ακρωτηριασμό…

Μέχρι το 2003 αγωνιζόταν στις γνωστές αναπτυξιακές λίγκες, μέχρι να πει το “ναι” και να έρθει στην Ελλάδα για λογαριασμό του Περιστερίου (2003-04).

Με την ελληνική ομάδα είχε μία εξαιρετική σεζόν κι όπως και στην περίπτωση του Φορντ,  αποτέλεσε “σκαλοπάτι”… εκτόξευσης στην καριέρα του.

Το 2004 έκλεισε τη σεζόν στην Ντιναμό Μόσχας, όμως δεν… έπιασε κι αποφάσισε αμέσως να γυρίσει εκεί που αγαπήθηκε, στην Ελλάδα. Έτσι για μία χρονιά, το 2004-05 αγωνίστηκε με τη φανέλα του Μακεδονικού Κοζάνης, με την οποία πρωταγωνίστησε και βγήκε στην καλύτερη πεντάδα της Α1.

Ο Πιτ Μάικλ έγινε αγαπητός από το φίλαθλο κοινό λόγω του “εκρηκτικού” του παιχνιδιού που πρόσφερε πλούσιο θέαμα, πήγε στην Ισπανία όπου έκανε μεγάλη καριέρα πανηγυρίζοντας και μια Ευρωλίγκα με την Μπαρτσελόνα το 2010, αλλά πέρασε και σοβαρές περιπέτειες υγείας και αφού το 2017 σε ηλικία 39 χρόνων αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, πλέον είναι μέλος του τεχνικού επιτελείου των Μινεσότα Τίμπεργουλφς.

Συνολικά στην καριέρα του σε 103 ματς στην Ευρωλίγκα με δύο ομάδες είχε κατά μέσο όρο 10,5 πόντους 4,6 ριμπάουντ 1 κλέψιμο.

Στίβεν Γκρέι

Σεζόν: 2018-21|12.7π., 2.7ριμπ., 2.1ασ. & 2021-22|8.5π., 2.3ριμπ., 1.5ασ.

Ένας Αμερικανός που γύρισε πολλούς φίλους του Περιστερίου αρκετά χρόνια πίσω…

Ο Γκρέι είχε τον τρόπο να “σκοτώνει” με τον οποιονδήποτε τρόπο κάθε αντίπαλο. Μπορούσε να σκοράρει με κάθε τρόπο, με το σουτ φυσικά να είναι το κύριο χαρακτηριστικό του.

Αποτέλεσε κι αποτελεί μέχρι και σήμερα έναν εκ των κορυφαίων παικτών που κατάφερε να αποκτήσει η ομάδα το καλοκαίρι του 2018.

Ωστόσο δεν έγινε από τότε γνωστός στη χώρα μας, μιας που για μία περίπου διετία βρέθηκε ν’ αγωνίζεται στο Λαύριο.

Από το 2016 μέχρι το 2018 φορούσε τη φανέλα του Λαυρίου. Εκεί άρχισε να δείχνει το ποιος είναι, καθώς κατάφερε να μετρήσει τη πρώτη σεζόν 9.9 πόντους με 2.4 ριμπάουντ και 1.4 ασίστ, ενώ τη δεύτερη χρονιά είχε 10.3 πόντους με 2.6 ριμπάουντ και 2.4 ασίστ.

Έκανε ένα διάλειμμα για τη Ζαντάρ και πήρε την απόφαση να γυρίσει στην Ελλάδα αυτήν τη φορά για χάρη του Περιστερίου.

Την πρώτη… αναγνωριστική χρονιά, είχε 13.1 πόντους, με 2.5 ριμπάουντ και 1.9 ασίστ αλλά και 40% στο τρίποντο στο πρωτάθλημα και κάπου εκεί άρχισε να γίνεται φόβητρο για τον κάθε αντίπαλο.

Μέχρι τις 27/10/2020, όπου έγραψε ιστορία και θύμισε… Αλφόνσο Φορντ.

Ο Γκρέι έβαλε 39 πόντους με 10/13 τρίποντα, 3/5 δίποντα, 3/4 βολές και το 47 στην αξιολόγηση, έγραψε ιστορία στο BCL κόντρα στην Ρίτας, με τους 39 που πέτυχε να είναι μέχρι και σήμερα ρεκόρ για τον ίδιο αλλά και γενικότερα για τη διοργάνωση.

Εκείνη η χρονιά έκλεισε με τον Γκρέι να μετρά 11.9 πόντους, 2.4 ριμπάουντ και 2.4 ασίστ στο BCL, έχοντας 33% στα τρίποντα.

Τα 5 συνολικά ρεκόρ του BCL

Το 2021 έπαιξε για χάρη της Χάποελ Χολόν, με την οποία είχε 12.3 πόντους, 2.5 ασίστ και 2.2 ριμπάουντ σε 28.8 λεπτά.

Φυσικά, είδε πως έχει μία πρόταση επιστροφής στα γνωστά του λημέρια. Και είπε το “ναι”.

Έτσι κι έγινε.

Ο Γκρέι έδωσε τα χέρια με την ομάδα του Περιστερίου κι επέστρεψε για την τελευταία του θητεία στην ομάδα στα 32 του έτη.

Στην τελευταία του σεζόν δεν ήταν ο ίδιος Γκρέι καθώς αγωνίστηκε σε 17 παιχνίδια, μετρώντας 8.5 πόντους, 2.3 ριμπάουντ και 1.5 ασίστ.

Διαβάστε ΕΔΩ τα τελευταία νέα

×