Του Μιχάλη Στεφάνου/ info@eurohoops.net
Αν ήθελε κάνεις να εξηγήσει το λόγο της ήττας του Ολυμπιακού στο χθεσινό ντέρμπι του ΣΕΦ με ένα τηλεγράφημα, θα μπορούσε να γράψει “4/16 βολές, στοπ” και να ξεμπερδέψει. Πράγματι, για ένα ματς που κρίθηκε στους 60 πόντους, 12 χαμένες προσπάθειες από τη γραμμή του φάουλ μοιάζουν με χαρακίρι, όμως όσο κι αν η συγκεκριμένη επίδοση βγάζει… μάτι, δεν θα πρέπει να αποτελέσει εύκολο πρόσχημα για τους “ερυθρόλευκους”.
Διότι η αλήθεια είναι ότι και δίκαια έχασαν από τον καλά προετοιμασμένο και πιο διψασμένο Παναθηναϊκό και εκ νέου τα βρήκαν μπαστούνια επιθετικά, αφού μετά τους 68 πόντους απέναντι στην Μπαρτσελόνα και τους 53 στο Μιλάνο, κατέγραψαν ένα τρίτο “βαρομετρικό χαμηλό” σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Από την άλλη οι “πράσινοι” του Εργκίν Αταμάν, ο οποίος ουσιαστικά “κόπιαρε” την προ δύο εβδομάδων άμυνα του Έτορε Μεσίνα, κατέστρεψαν κάθε απόπειρα των γηπεδούχων να βρουν ρυθμό, επιδεικνύοντας σκληράδα στις προσωπικές μάχες και προσέχοντας ως κόρη οφθαλμού το αμυντικό τους τρανζίσιον. Οδήγησαν το ματς σ’ ένα βουβό και ανυπόφορο τέμπο που θύμιζε… μποτιλιάρισμα στη Θηβών σε ώρα αιχμής κι εκεί, πάνω στο διαρκές “σταμάτα – ξεκίνα”, έστησαν καρτέρι και περίμεναν την κατάλληλη στιγμή για να χτυπήσουν. Η ευκαιρία τους άρχισε να διαφαίνεται όταν ο Τούρκος προπονητής πέρασε τον Μήτογλου σε θέση “5” στο τέλος της τρίτης περιόδου, σε μια κίνηση που αποδείχτηκε καθοριστική. Ο κορυφαίος του γηπέδου χτύπησε τη συγκρατημένη στα όρια της ρακέτας ερυθρόλευκη άμυνα από τα 6μ.75, κι έδωσε το πρώτο σοβαρό προβάδισμα στην ομάδα του, η οποία από το 40-45 κι έκτοτε δεν ξαναβρέθηκε ποτέ πίσω στο σκορ.
Ποιοτικά, το πρώτο ημίχρονο ήταν ό,τι χειρότερο έχουμε δει σε αγώνα των δύο ομάδων εδώ και πολλά χρόνια. Ο Παναθηναϊκός προσέγγισε το ματς ακατανόητα, δίνοντας τυφλά την μπάλα στο Γκάι στο ξεκίνημα, με τον ταλαντούχο Αμερικανό να εγκλωβίζεται έπειτα από το πρώτο εύστοχο σουτ. Ο Ολυμπιακός με όπλο την άμυνα, και κάποια επιθετικά ριμπάουντ που διόρθωναν τις βεβιασμένες επιλογές του, πήρε ένα φλύαρο και σίγουρα επισφαλές προβάδισμα, που μόνο μια φορά και συγκεκριμένα στα μέσα της δεύτερης περιόδου, κατάφερε να διευρύνει. Ο Γκος επιτέθηκε δυο-τρεις φορές στον Σλούκα, ο Μιλουτίνοφ εκμεταλλεύτηκε την παρουσία του Μπαλτσερόφσκι, αλλά το +9 έσβησε γρήγορα από Χουάντσο και Σλούκα σε δύο ατυχείς άμυνες του Μπραζντέικις.
Σε κάθε περίπτωση ο Παναθηναϊκός κατάφερε να παγώσει την κυκλοφορία του Ολυμπιακού, να τον οδηγήσει σε ένα πολύ αργό και στατικό μπάσκετ και με την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου άρχισε να τον κερδίζει και στη δύναμη. Ο Ουόκαπ βρέθηκε σε μια από τις πιο στείρες βραδιές του επιθετικά, με κακές εκτελέσεις, κακές αποφάσεις, over dribbling και λάθη. Η μπάλα δεν έφτασε ούτε μια φορά στους Φαλ και Μιλουτίνοφ, όσο είχαν αντίπαλο τον Μήτογλου, αλλά ούτε και αργότερα, καθώς το σχήμα του Αταμάν με τους Χουάντσο, Λεσόρ και τον Έλληνα φόργουορντ, προστάτευε συνεχώς το ζωγραφιστό. Ο Πίτερς νικήθηκε από την πράσινη άμυνα, Λαρεντζάκης και Μπραζντέικις δεν μπήκαν στο πνεύμα του ματς και κάπως έτσι, έμειναν να απειλούν ο συγκινητικός Γκος με προσωπικές φάσεις και ο Κάνααν με κάποιες εκτελεστικές εκλάμψεις.
Όσο ο χρόνος κυλούσε, τόσο ο Ολυμπιακός κυριευόταν από αμφιβολία (την οποία οι φιλοξενούμενοι μετέτρεπαν σε δική τους αυτοπεποίθηση, με αποκορύφωμα το τρελό τρίποντο του Γκάι στο 45-45) και τελικά καμία προσπάθειά του για αντεπίθεση δεν ευοδώθηκε. Φυσικά, βραδιές που η μπάλα δεν θέλει να μπει ή που πέφτεις πάνω σε σωστή αμυντική τακτική είναι στο πρόγραμμα. Εκείνο που δεν δικαιολογείται, είναι μέσα στο γήπεδο σου που κοχλάζει, να υστερείς σε ένταση και να πηγαίνεις δεύτερος στην μπάλα. Όταν ο αντίπαλος έχει υπερδιπλάσια κλεψίματα και υπερτριπλάσια κοψίματα από σένα, σημαίνει πολύ απλά ότι προσπάθησε περισσότερο.
Ο Ολυμπιακός έχασε το ματς πρώτα πνευματικά και μετά αγωνιστικά. Χάλασε γρήγορα το μυαλό του, έφυγε από την αγωνιστική φιλοσοφία του και παρασύρθηκε σε μια κουραστική παλινδρόμηση. Δείγμα του πόσο εκτός κλίματος βρίσκονταν οι παίκτες του, αποτέλεσε και το γεγονός δεν είχαν το καθαρό μυαλό να διεκδικήσουν από το παιχνίδι ούτε καν το… μη χείρον βέλτιστον. Όχι μόνο αποδέχτηκαν τη μοίρα τους και σταμάτησαν να παλεύουν, αλλά κατέρρευσαν ολοσχερώς στο τελευταίο δίλεπτο, επιτρέποντας έτσι στον Παναθηναϊκό πέρα από τη νίκη, να φύγει από το ΣΕΦ και με μια διαφορά που δύσκολα πλέον καλύπτεται…
Το θερμό και απλόχερο χειροκρότημα του κόσμου στο φινάλε φανέρωσε υγεία και εμπιστοσύνη, στοιχεία πάνω στα οποία ο Ολυμπιακός πατάει και νιώθει ασφαλής. Είναι γνωστοί και μη εξαιρετέοι, άλλωστε, οι λόγοι που δεν του επιτρέπουν ακόμα να βρει συνέπεια στην απόδοσή του, αλλά και κάποιες έξτρα λύσεις που του είναι απαραίτητες ιδιαίτερα σε κλειστά ματς. Η απουσία του ΜακΚίσικ και ο χρόνος προσαρμογής που φαίνεται να χρειάζεται ο Μπραζντέικις στερούν από τους Πειραιώτες το κάθετο παιχνίδι και τις προσωπικές φάσεις που ξεκλειδώνουν τις άμυνες και για την ώρα δίνει μόνο ο Γκος.
Όμως ένας Γκος δεν φτάνει. Η έλλειψη αθλητικότητας στη γραμμή ψηλών, καθώς και τα σχήματα ανάγκης που προκύπτουν, είναι επίσης μια πραγματικότητα που αναπόφευκτα κάποιες φορές θα κοστίσει. Έτσι κι αλλιώς, ήταν γνωστό εκ των προτέρων ότι σ’ ένα ρόστερ με οκτώ ξένους θα εντοπίζονταν δυσκολίες στις εντός των συνόρων υποχρεώσεις, λόγω των περιορισμών.
Οι Πειραιώτες αφήνουν στην άκρη τις εγχώριες διαφορές τους με τον Παναθηναϊκό για τους επόμενους δυόμισι μήνες, διάστημα κατά το οποίο θα μπορέσουν να χρησιμοποιούν ελεύθερα τους διαθέσιμους παίκτες τους και ως εκ τούτου να βγάλουν πιο ασφαλή συμπεράσματα για τη δυναμική και τις τυχόν ανάγκες τους.
Πέρα από το βαθμολογικό κόστος, είναι βέβαιο ότι το αποτέλεσμα του χθεσινού ντέρμπι θα καθαρίσει την ματιά τους και κυρίως θα διώξει από πάνω τους αυτή την ενδόμυχη και άκρως επικίνδυνη σιγουριά, ότι η νίκη επί του αιωνίου αντιπάλου θα έρθει ανεξάρτητα από την απόδοσή τους…