Tου Βαγγέλη Παπαδημητρίου/ info@eurohoops.net
Αν το μπάσκετ έχει μία συγκεκριμένη ημερομηνία στην Ελλάδα, τότε αυτή θα πρέπει να είναι η 14η Ιουνίου 1987.
Όπως εύκολα καταλάβατε, αναφερόμαστε στην ημέρα-ορόσημο για το άθλημα -και γενικότερα τον αθλητισμό- στην χώρα μας.
Την ημέρα, που η Ελλάδα στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης, κερδίζοντας την Σοβιετική Ένωση, στον τελικό του Ευρωμπάσκετ 1987.
Το Eurohoops γυρίζει τον χρόνο πίσω και θυμίζει όλα όσα δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε. Τις μπασκετικές μας ρίζες, δηλαδή.
Η οικοδέσποινα Ελλάδα και η… πρόποση
Πριν περάσουμε στα αγωνιστικά, αξίζει να τονίζουμε το πώς το Ευρωμπάσκετ του 1987 κατέληξε στην Ελλάδα και το ΣΕΦ.
Όλα ουσιαστικά “σφραγίστηκαν” σε μια συνάντηση του Γιώργου Βασιλακόπουλου με τον τότε ισχυρό άνδρα της FIBA, τον θρυλικό Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς.
Το επί σειρά ετών αφεντικό της FIBA είχε ιδιαίτερη αγάπη για την Ελλάδα και φιλία με τον Γιώργο Βασιλακόπουλο, με τον οποίο συνέφαγαν στη θρυλική ψαροταβέρνα του Γιάννη Δουραμπέη στο Μικρολίμανο, την εποχή που φιλοξενούταν το συνέδριο της ευρωπαϊκής ζώνης της FIBA.
Η τοποθεσία του “Δουραμπέη” ήταν σε θέση-κλειδί, αφού ακριβώς απέναντι ήταν σε κοινή θέα τα έργα που γίνονταν στο υπό κατασκευή εκείνη την εποχή ΣΕΦ, όπου θα διεξαγόταν το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα κλειστού στίβου.
Ο Βασιλακόπουλος περίμενε την… ερώτηση του Στάνκοβιτς, ο οποίος πίνοντας το κρασί του ρώτησε δείχνοντας τα έργα στο ΣΕΦ: “Τι είναι αυτό;”, με τον Βασιλακόπουλο να απαντά “γήπεδο 16.000 θέσεων” και στη συνέχεια να αναφέρει πως αρχικά θα φιλοξενήσει το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα κλειστού στίβου αλλά να συμπληρώνει με νόημα πως “θα αξιοποιηθεί και από το μπάσκετ”.
Μετά τις απαραίτητες διευκρινίσεις, οι τέσσερις άνδρες πήγαν να δουν από κοντά τα έργα, με τον ισχυρό άνδρα της FIBA να εντυπωσιάζεται από το ΣΕΦ και την χωρητικότητά του, αφού επρόκειτο για ένα υπερσύγχρονο γήπεδο για αγώνες μπάσκετ.
Ο Στάνκοβιτς εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ που πρότεινε άμεσα στον Βασιλακόπουλο “να διοργανώσουμε εδώ το Ευρωμπάσκετ 1987”. Ο τότε Γ.Γ. της ΕΟΚ μπορεί να ενθουσιάστηκε, αλλά το κράτησε καλά κρυμμένο επισημαίνοντας πως “πρέπει να δούμε το κόστος και τι χρειάζεται”, πριν τον καθησυχάσει ο Σέρβος παράγοντας: “Στείλε μου μια επιστολή που έχει ό,τι χρειάζεται και τα υπόλοιπα θα τα βρούμε”.
Η αίτηση στάλθηκε, αφού ο Στάνκοβιτς ήθελε πολύ να γίνει το Ευρωμπάσκετ στο ΣΕΦ κι έτσι μετά τον έλεγχο στο γήπεδο, ήρθε και η τυπική ανάθεση.
Και κάπως έτσι, γράφτηκε ο πρόλογος μία αξεπέραστης επιτυχίας.
Ο όμιλος και τα… φόβητρα
H Ελλάδα, ούσα οικοδέσποινα, εξασφάλισε μία θέση στην τελική φάση. Μία ομάδα, που είχε μόλις ένα μετάλλιο σε Ευρωμπάσκετ, το χάλκινο του 1949 και καμία συμμετοχή σε Ολυμπιακούς Αγώνες.
Όσο για το τουρνουά; Σοβιετική Ένωση, Γιουγκοσλαβία, Ιταλία, Ισπανία ήταν μερικές από τις κορυφαίες ομάδες της 12άδας.
Η Εθνική του Κώστα Πολίτη παρατάχθηκε με τους εξής: Νίκος Γκάλης, Παναγιώτης Γιαννάκης, Παναγιώτης Φασούλας, Αργύρης Καμπούρης, Φάνης Χριστοδούλου, Λιβέρης Ανδρίτσος, Μέμος Ιωάννου, Νίκος Σταυρόπουλος, Νίκος Λινάρδος, Παναγιώτης Καρατζάς, Μιχάλης Ρωμανίδης, Νίκος Φιλίππου.
Η πρεμιέρα της τρίτης Ιουνίου είχε φέρει την Ελλάδα στον ίδιο όμιλο με Σοβιετική Ένωση, Γιουγκοσλαβία, Ισπανία, Γαλλία και Ρουμανία.
Απολογισμός τρεις νίκες και δυο ήττες, με το αποτέλεσμα κόντρα στους Γιουγκοσλάβους να είναι ένα… μήνυμα προς όλους!
- Ρουμανία-Ελλάδα 77-109
- Γιουγκοσλαβία-Ελλάδα 78-84
- Ελλάδα-Ισπανία 89-106
- Ελλάδα-Σοβιετική Ένωση 66-69
- Γαλλία-Ελλάδα 69-82
Με το 3-2, η ”γαλανόλευκη” κατάφερε να προκριθεί οριακά ως τέταρτη στην επόμενη φάση. Η νίκη επί της Γαλλίας στο τελευταίο ματς των ομίλων, ήταν το καθοριστικότερο. Μέχρι το επόμενο.
Δυο ομάδες είχαν μείνει αήττητες στο φινάλε των ομίλων. Η Σοβιετική Ένωση και η Ιταλία. Με την δεύτερη ”έπεσε” και η Ελλάδα στην νοκ άουτ φάση.
Δυο ομαδάρες, δύο άθλοι
Στις 10 Ιουνίου, η Ελλάδα αντιμετώπισε την Ιταλία. Το έργο δύσκολο. Αλλά όχι ακατόρθωτο.
Οι διεθνείς μπήκαν από την αρχή δυνατά στο ματς και επέβαλλαν πλήρως τον ρυθμό τους. Δεν πτοήθηκαν σε κανένα σημείο και το τελικό 90-78, έφερε τη πρόκριση στα ημιτελικά.
Ο Νίκος Γκάλης ήταν ασταμάτητος με 38 πόντους και έδειξε τον δρόμο. Έναν δρόμο, που έφερνε την Γιουγκοσλαβία ξανά αντίπαλο. Αλλά αυτή τη φορά, ο νικητής τα έπαιρνε όλα.
Τα μάτια όλων στο ΣΕΦ στις 12 Ιουνίου έπεσαν στους Νίκο Γκάλη και Ντράζεν Πέτροβιτς. Και δικαίως. Οι δύο αστέρες ήταν το… κάτι διαφορετικό και ο κόσμος το ήξερε πολύ καλά αυτό.
Η ”μάχη” των δύο μνημονεύεται μέχρι και σήμερα, με τον πρώτο να φτάνει τους 30 πόντους και τον δεύτερο τους 23. Είπαμε, όμως. Μόνο ένας θα κέρδιζε.
Αν και η Ελλάδα έχανε με 10 πόντους στο ημίχρονο, κατάφερε να ανατρέψει την κατάσταση. Καθόλου εύκολο, αν σκεφτούμε την τρομερή ομάδα των Γιουγκοσλάβων.
Έγινε κι αυτό.
Το 81-77 φώτιζε στον πίνακα του φαληρικού σταδίου και ήδη η Ελλάδα είχε πετύχει. Είχε εξασφαλίσει ένα μετάλλιο, κάτι που ούτε οι πιο αισιόδοξοι της εποχής δεν περίμεναν.
Αυτό το παιχνίδι ήταν και το πιο καθοριστικό στην τότε πορεία της Εθνικής. Ό,τι κι αν γινόταν στον τελικό, η ομάδα ήταν ήδη απόλυτα επιτυχημένη.
Το να κερδίζεις τους Γιουγκοσλάβους και μάλιστα σε ημιτελικό, ποτέ δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Ειδικά όταν μιλάμε για μία ομάδα, που οριακά συνέχισε στην νοκ άουτ φάση.