Του Φάνη Χούμη / info@eurohoops.net
Το μπάσκετ, όπως και όλα τα αθλήματα, αλλάζει, εξελίσσεται. Άλλο μπάσκετ παιζόταν στα 60’s, με τον Μπιλ Ράσελ και τον Ουίλτ Τσάμπερλειν να παίζουν σε μια εποχή που το τρίποντο δεν υπήρχε ούτε ως κανονισμός, άλλο στα 80’s και 90’s που ναι μεν υπήρχε το τρίποντο αλλά οι ομάδες εστίαζαν πρώτα πως θα ακουμπήσουν την μπάλα στην ρακέτα και άλλο σήμερα που ζούμε στην εποχή όπου το τρίποντο είναι το νούμερο 1 συστατικό επιτυχίας για τις ομάδες.
Όμως θα ήθελα να εστιάσουμε σε ένα συγκεκριμένο μέρος του παιχνιδιού που ταλανίζει ιδιαίτερα τις ΗΠΑ σε μεγάλο βαθμό το τελευταίο διάστημα το οποίο δεν είναι άλλο από το physicality του NBA. Πόσο οι παίκτες έπαιζαν και τοποθετούσαν πιο σκληρά το σώμα τους σε κάθε φάση τη δεκαετία του 80’ σε σχέση με το σημερινό NBA.
Κάποιοι υιοθετούν την άποψη πως το NBA στην εποχή που μεσουρανούσαν οι Μάτζικ, Μπερντ, Μαλόουν, Τόμας και Τζαμπάρ, ήταν πολύ σκληρό και το παιχνίδι παιζόταν σε ένα πολύ physical tempo. Θεωρούν πως δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το σημερινό άθλημα και ότι το μπάσκετ πλέον παίζεται πολύ soft. Στα 80’s ήταν σίγουρο πως μετά το ματς κάθε παίκτης θα φύγει από το παρκέ με κάποια μελανιά το λιγότερο, σε κάποιο σημείο του σώματος από τα πολύ δυνατά μαρκαρίσματα των αντιπάλων. Όσο φοβερό και αν ακούγεται στις νέες γενιές, διότι έχουν ζήσει άλλο είδους μπάσκετ, στα 80’s υπήρχαν ομάδες που ο αμυντικός τους στόχος ήταν προσηλωμένος στην ελάττωση του παιχνιδιού των αντιπάλων σταρ αλλά με κλωτσιές και αγκωνιές.
Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν οι Ντιτρόιτ Πίστονς του Αϊζάια Τόμας, του Τζο Ντούμαρς και των υπολοίπων παικτών εκείνης της ομάδας οι οποίοι είχαν και το προσωνύμιο ‘’Bad Boys’’ λόγω του πολύ σκληρού τους παιχνιδιού. Όμως υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε μια σκληρή, καλά οργανωμένη, πιεστική άμυνα και στα προσωπικά αντιαθλητικά μαρκαρίσματα όπως έκαναν κατά καιρούς εκείνοι οι Πίστονς. Εννοείται πως αυτό δεν ήταν ο κανόνας. Υπήρχαν και ομάδες που έπαιζαν σωστές άμυνες και ταυτόχρονα θεωρούνταν hustle kai physical.
Στο σημερινό NBA αυτά δεν υπάρχουν. Σπάνια θα δεις πλέον ομάδες να παίζουν μπασκετικό ‘’ξύλο’’ στο παρκέ όπως έπαιζαν στα 80’s. Αυτό συμβαίνει διότι το μπάσκετ έχει αλλάξει. Έχει γίνει πιο γρήγορο, έχει φύγει από τα χέρια των ψηλών και πλέον έχει δοθεί στους περιφερειακούς κατά γενική ομολογία. Επίσης να προστεθεί η ραγδαία αύξηση του spacing το οποίο έχει ως αποτέλεσμα να ανοίξει πολύ περισσότερους ελεύθερους διαδρόμους για τoυς κοντούς. Ειδικά όταν τραβιούνται και οι ψηλοί στο ύψος του τριπόντου, δεν θα υπάρξουν πολλοί ίσως και κανένας μέσα στην ρακέτα, άρα δεν γίνεται καμία επαφή καθώς ο επιτιθέμενος έχει όλο το διάδρομο ελεύθερο να φτάσει μέχρι το αντίπαλο καλάθι. Όταν οι περισσότερες ομάδες σουτάρουν περισσότερα τρίποντα από δίποντα και δεν παίζουν κοντά στο καλάθι, είναι επόμενο να μειώνεται το σκληρό παιχνίδι.
Όμως όλη αυτή η ανάλυση και διαπίστωση είναι όντως πραγματική ; Είναι μια γενική αλήθεια της φυσικής εξέλιξης του αθλήματος ; Ή εμπεριέχει την μισή αλήθεια από αυτή που όντως υπάρχει ;
Ας δούμε λίγο τους αριθμούς. Στο σημερινό NBA οι ομάδες βάζουν κατά μέσο όρο 117.7 πόντους ανά παιχνίδι. Ένας πολύ υψηλός δείκτης που σίγουρα δικαιολογεί τα προηγούμενα σχετικά με το physicality σήμερα. Όμως το εκπληκτικό είναι πως στα 80’s ο μέσος όρος δεν ήταν καθόλου μακριά. Οι ομάδες κατέγραφαν 109.0 πόντους ανά αγώνα.
Βέβαια πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός πως οι σημερινοί μέσοι όροι στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό από το τρίποντο. Σήμερα οι ομάδες σουτάρουν πολύ περισσότερα τρίποντα σε σχέση με τα 80’s. Εξάλλου η γραμμή του τριπόντου εισήλθε στο NBA τον Ιούνιο του 1979. Οι ομάδες ακόμη δεν είχαν προσαρμοστεί στο νέο κανόνα. Θα χρειαζόταν χρόνος μέχρι να αρχίσουν να σουτάρουν περισσότερο έξω από την γραμμή. Ένας βασικός λόγος που το μπάσκετ έχει αλλάξει είναι ότι οι ομάδες σήμερα σουτάρουν πάρα πολύ τρίποντο. Εφόσον λοιπόν το τρίποντο δίνει έναν παραπάνω πόντο από το δίποντο, είναι αξιοσημείωτο που ο μέσος όρος σκοραρίσματος στα 80’s είναι τόσο κοντά με του σημερινού NBA.
Επίσης τα ποσοστά εντός παιδιάς ανέρχονται στο 48% στα 80’s και 46% σήμερα. Γι‘ αυτό και η δεκαετία του 80’ θεωρείται η καλύτερη όσον αφορά την αποτελεσματικότητα. Αυτοί οι αριθμοί φαίνεται να καταρρίπτουν λίγο την θεωρεία του physicality εκείνης της εποχής αφού βλέπουμε με βάση πάντα τους αριθμούς πως δεν αποτελεί μεγάλη η διαφορά σε πόντους σε σχέση με το σήμερα οπού λέμε συνεχώς πως δεν υπάρχουν άμυνες και οι ομάδες σκοράρουν το ένα καλάθι μετά το άλλο. Και τότε βλέπουμε πως οι ομάδες σκοράρανε πολύ.
Όμως μεγάλο ρόλο σε αυτό το υψηλό νούμερο είχε ο πολύ υψηλός ρυθμός παιχνιδιού. Η δεκαετία του 80’ θεωρείται η δεκαετία με τον πιο υψηλό ρυθμό λόγω των πολλών αιφνιδιασμών. Τρανό παράδειγμα οι showtime Λέικερς του Μάτζικ Τζόνσον ο οποίος έστελνε την μπάλα από την άμυνα στην επίθεση σε κλάσματα δευτερολέπτων. Αντίθετα, στο σημερινό NBA ο μέσος όρος είναι τόσο υψηλός εξαιτίας των πολλών τριπόντων που σκοράρουν οι ομάδες.
Η διαφορά βρίσκεται λοιπόν στον τρόπο με τον οποίο σκοράρανε οι ομάδες τότε με τώρα. Άλλο να παίρνεις πολλούς πόντους στον αιφνιδιασμό που δεν υπάρχει ούτως ή άλλως οργανωμένη άμυνα και άλλο διότι σουτάρεις απλά πολλά τρίποντα εύκολα, καθώς έτσι οι ομάδες απειλούν κατά γενική ομολογία και όχι με παιχνίδι μέσα στο ζωγραφιστό.
Ένα ακόμη στοιχείο που πρέπει να θιχτεί είναι η αθλητικότητα. Η αθλητικότητα συνδέεται με το physicality. Όσο πιο αθλητικός και πιο μυώδης είναι ένας παίκτης τόσο πιο σκληρά θα παίξει χάρη στα αθλητικά του προσόντα (στη θεωρεία). Λέμε πως στα 80’s παίζουν πιο σκληρά. Όμως πλέον οι περισσότεροι σημερινοί αθλητές είναι πιο αθλητικοί, πιο γυμνασμένοι και πιο μυώδεις σε ποσοστό σε σχέση με τότε. Και αυτό είναι απολύτως λογικό διότι πλέον παρέχονται στους αθλητές, χάρη στην τεχνολογία, πιο αποτελεσματικοί τρόποι να ενισχύσουν την μυϊκή τους μάζα, να έχουν ακόμα πιο υγιεινές συνήθειες κτλ. Οπότε κάποιος μπορεί να υποστηρίξει την άποψη πως αφού οι σημερινοί αθλητές είναι πιο γυμνασμένοι και πιο αθλητικοί σε ποσοστό τότε και το physicality είναι μεγαλύτερο στη λίγκα από ότι ήταν στα 80’s.
Το τρίτο στοιχείο του ερωτήματος έρχεται να καλύψει το flagrant foul δηλαδή το γνωστό αντιαθλητικό μαρκάρισμα. Θα σταθώ στο αντιαθλητικό μαρκάρισμα με αφορμή τις κουβέντες του Κέβιν Ντουράντ στο podcast του το ‘’the ETC’S’’. Ο Ντουράντ είπε κάτι πολύ σωστό που πρέπει να παρθεί σοβαρά υπόψη για το ερώτημα που θέτει αυτό εδώ το κείμενο. Είπε λοιπόν εν συντομία πως στα 80’s και στα 90’s οι κανονισμοί ήταν διαφορετικοί σε σχέση με το σημερινό NBA. Τότε πολλές φάσεις και πολλά σκληρά μαρκαρίσματα δεν λογίζονταν ως φάουλ . Οπότε άφηναν το παιχνίδι να συνεχιστεί.
Όταν οι παίκτες βλέπουν ότι οι διαιτητές δεν σφυρίζουν τόσο εύκολα και αφήνουν τις φάσεις να εξελιχθούν κανονικά τότε και εκείνοι είναι λογικό να παίξουν ακόμα πιο σκληρά και με περισσότερες έντονες και αντικανονικές επαφές. Σήμερα οι κανονισμοί έχουν αλλάξει. Οι διαιτητές σφυρίζουν ευκολότερα με αποτέλεσμα και οι παίκτες να προφυλάσσονται για να μην φορτωθούν με φάουλ. O KD λοιπόν εξηγεί πως επειδή δεν σφύριζαν τα αντιαθλητικά φαίνεται στους περισσότερους πως το μπάσκετ εκείνης της εποχής είναι πιο σκληρό και διαφωνεί εμμέσως με την άποψη αυτή. Τονίζει και ο ίδιος αυτό που ειπώθηκε και νωρίτερα, πως οι παίκτες πλέον είναι πολύ αθλητικοί απλά το physical παιχνίδι δεν φαίνεται τόσο πολύ εξαιτίας της αύξησης ρυθμού μέσα στο ματς και λόγω του spacing με τους παίκτες να γεμίζουν όλο το μισό γήπεδο και όχι να μαζεύονται στο ζωγραφιστό.
Λαμβάνοντας υπόψη λοιπόν τα παραπάνω στοιχεία που αναφέρθηκαν, το physicality στο NBA του σήμερα είναι περίπου στα ίδια επίπεδο με τα 80’s. Αν κοιτάξει κάποιος τους αριθμούς, οι μέσοι όροι σκοραρίσματος είναι περίπου ίδιοι, ο υψηλός ρυθμός παιχνιδιού εντοπίζεται και στις δύο εποχές απλώς με διαφορετικό τρόπο, το ποσοστό εντός παιδιάς του τότε ήταν το ίδιο υψηλό με του τώρα, τα κορμιά των παλιών για την τεχνολογία που διέθεταν στην εκγύμναση και διατήρηση τους ήταν σε πολύ καλό επίπεδο σε σχέση με των τωρινών, και φυσικά το αντιαθλητικό φάουλ δεν ίσχυε και δεν σφυριζόταν με τον ίδιο τρόπο αφού οι διαιτητές άφηναν περισσότερες επαφές. Οι αριθμοί παραδόξως δείχνουν ότι το physicality βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο σε σχέση με τα 80’s, απλώς δεν είναι τόσο ευδιάκριτο για δύο λόγους: 1) ότι το άθλημα έχει αλλάξει. Όπως όλα τα πράγματα στον κόσμο μεγαλώνουν και εξελίσσονται έτσι και το μπάσκετ έχει περάσει από πολλές φάσεις και έχει εξελιχθεί σε αυτό που είναι σήμερα. 2) λόγω της νοοτροπίας που έχουν ορισμένοι παίχτες του σήμερα σε σχέση με τότε. Δεν είναι ”soft” το σημερινό NBA, απλά κάποιοι αθλητές που είναι φύσει ”επιθετικοί” έχουν την νοοτροπία να μην θέλουν να βάζουν το κορμί τους στη φάση και να μην δίνουν σημασία στην άμυνα.
Για μένα παίζει ρόλο και στο ποια εποχή έχει ζήσει και έχει προλάβει ο καθένας γιατί πιστεύω ότι η νοσταλγία του παλιού πολλές φόρες ισοπεδώνει το καινούριο, άσχετα αν το καινούριο μπορεί να είναι η μετεξέλιξη του παλιού και να είναι και καλύτερο από αυτό. Σίγουρα όμως τα 80’s ήταν μια αρκετά ανταγωνιστική και προοδευτική εποχή για το σπορ που όλοι αγαπάμε αλλά και το NBA του σήμερα δεν έχει χάσει την σκληράδα του σύμφωνα με τους αριθμούς, απλώς πρέπει να δεχτούμε ότι το άθλημα αλλάζει.