Του Γιώργου Ορφανάκη / info@eurohoops.net
Μία από αυτές τις βραδιές είναι χωρίς αμφιβολία οι 81 πόντοι του Κόμπι Μπράιαντ!
Ήταν 22 Ιανουαρίου του 2006 όταν ο “Black Mamba” χάρισε στο κοινό του μπάσκετ την κορυφαία επιθετική παράσταση της σύγχρονης ιστορίας του αθλήματος. Όσοι έχουν δει το βίντεο με τα highlights, αντιλαμβάνονται πως εκείνο το βράδυ δεν υπήρχε κάποιος που να μπορούσε να σταματήσει τον σούπερσταρ των Λέικερς.
Πως όμως έζησαν τον “εφιάλτη” οι αντίπαλοι του Κόμπι; Ο Τσάρλι Βιλανουέβα αφηγείται όλα όσα είδε να διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια του, σε ένα καταπληκτικό κείμενο που δημοσιεύτηκε στο “The Players’ Tribune” τον Ιανουάριο του 2016.
Οι 81 του Κόμπι όπως τους έζησε ο Τσάρλι Βιλανουέβα
Αφήστε με να σας μιλήσω για εκείνο το βράδυ που πέτυχα 13 πόντους απέναντι στους Λέικερς.
Ο κόσμος με ρωτάει συνεχώς, αλλά είναι δύσκολο να το εξηγήσω με λόγια. Ήταν… δεν ξέρω πως να το πω. Ήταν ένα από αυτά τα βράδια. Πέτυχα 6 στα 10 σουτ – επομένως καταλαβαίνετε, όλα έβρισκαν στόχο. Μάζεψα και κάποια ριμπάουντ. Έκλεψα και μερικές μπάλες. Έκοψα και μια φορά τον αντίπαλο! Πραγματικά, δεν ξέρω τι άλλο να προσθέσω. Όταν είσαι καλός, είσαι καλός!
Σήμερα ολοκληρώνονται 10 χρόνια από εκείνη την ημέρα και είναι δύσκολο να πιστέψω πως η ζωή περνάει τόσο γρήγορα. Ακόμα το κοιτάω και θαυμάζω όσα έγιναν.
Ωχ, σκ@τ@.
Ξέρετε κάτι – ας το πάρουμε από την αρχή.
Αφήστε με να σας μιλήσω για εκείνη την ημέρα που ο Κόμπι έβαλε 81 απέναντι στους Ράπτορς.
Όταν οι θεατές βλέπουν μία τέτοια παράσταση, τι λένε πάντα; Ήταν σαν ένα video game.
Είδες τον τρόπο που σκόραρε αυτό το σουτ; Ήταν σαν ένα video game. Είδες τον τρόπο που κάρφωσε με τα δύο χέρια; Ήταν σαν ένα video game. Είδες τον τρόπο που έτρεχε πάνω στο παρκέ; Ήταν σαν ένα video game..
H αλήθεια είναι πως αυτό βγάζει νόημα. Υπάρχει κάτι… φανταστικό σε όλο αυτό. Κάτι που σε κάνει να λες πως αυτό πρέπει να το ξαναδώ.
Αλλά οι 81 του Κόμπι; Όχι φίλε!
Όταν ο κόσμος με ρωτάει πως έζησα το αριστούργημα του Black Mamba από κοντά, και εγώ τους λέω ήταν σαν ένα video game… δεν το εννοώ ως κάτι μη πραγματικό.
Δεν χρειάζεται να το ξαναδώ. Το είδα!
Όχι, όταν μιλάω με αυτό τον τρόπο για την βραδιά του Κόμπι, αναφέρομαι σε μία άλλη πτυχή των video games.
Όταν παίζεις απέναντι σε ένα μηχάνημα.
Όταν αντιμετώπισα για πρώτη φορά τον σπουδαίο Κόμπι Μπράιαντ, είχε βάλει… 11 πόντους.
Δεν διαβάσατε λάθος. Έντεκα πόντους. Ήταν 5 Δεκεμβρίου του 2005. Ήταν το παιχνίδι πριν… ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ. Ο Κόμπι ήταν “καυτός” εκείνη τη χρονιά – στη δική μου ρούκι χρονιά – και το πλάνο έλεγε πως θα σταματήσουμε εκείνον ώστε “να αναγκάσουμε τους υπόλοιπους να μας κερδίσουν”.
Ήταν ένα λάθος πλάνο.
Ο Κόμπι προσαρμόστηκε στην άμυνα μας, βρήκε τον τρόπο να βάλει τους συμπαίκτες του στο παιχνίδι και οδήγησε τους Λέικερς σε μία εύκολη νίκη.
Το αστείο της υπόθεσης δεν ήταν οι 11 του Κόμπι – το αστείο είναι πως και εγώ είχα βάλει 11. Έντεκα ακριβώς. Και θυμίζω ξανά πως ήμουν ρούκι. Επομένως, καταλαβαίνετε… Δέχθηκα μηνύματα – από φίλους, πρώην συμπαίκτες, παλιούς προπονητές – που έκαναν πλάκα. Σε στυλ “Εσύ και ο Κόμπι. Βάλατε τον ίδιο αριθμό πόντων!”.
Την επόμενη φορά που θα αντιμετώπιζα τον Μπράιαντ, θα λάμβανα εντελώς διαφορετικά μηνύματα.
Συνοψίζοντας, στις 5 Δεκεμβρίου “κλείσαμε” μόνο τον Κόμπι και μας διέλυσε με τις πάσες.
Μαντέψτε ποιο ήταν το πλάνο για τις 22 Ιανουαρίου.
(Πάντα όλοι κάνουν την ίδια γκριμάτσα όταν λέω αυτό το κομμάτι της ιστορίας.)
Το πλάνο λοιπόν έλεγε, “αφήστε τον Κόμπι να κάνει το παιχνίδι του”.
(Τώρα ξέρετε ποια γκριμάτσα κάνουν.)
Καταλαβαίνω πως σήμερα δεν μπορείτε να το πιστέψετε, αλλά ναι, αυτό ήταν το πλάνο. Θα προσπαθούσαμε να σταματήσουμε τους υπόλοιπους – και θα βάζαμε τον Κόμπι σε μία διαδικασία να μας κερδίσει μόνος του.
Ίσως ακούγεται σαν ειρωνεία – κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού – πιστεύαμε όλοι πως είχαμε εκτελέσει ένα εξαιρετικό πλάνο. Πολύς κόσμος ξεχνάει πως εκείνη τη νύχτα: κερδίζαμε – άνετα κιόλας – στο ημίχρονο. Ο Κόμπι είχε βάλει μόνο 26 και εμείς ήμασταν μπροστά με 14. “Τα πηγαίνουμε τέλεια”, σκεφτόμασταν. Φυσικά, ποτέ δεν θες να σου βάλει 50 πόντους ένας παίκτης, αλλά αν αυτός είναι ο τρόπος για να κερδίσουμε, ας τους βάλει.
Και αυτό ακριβώς συνέβη. Ο Κόμπι έβαλε 50 – για την ακρίβεια 55.
Μόνο στο δεύτερο ημίχρονο…
Σε αυτό το σημείο αφήστε με να απαντήσω στην ερώτηση που κάνουν όλοι: Ναι.
Ναι, ξέραμε πόσους πόντους είχε ο Black Mamba.
Ήμασταν πλήρως συγκεντρωμένοι στο παιχνίδι. Σε αυτή τη λίγκα έτσι πρέπει να είσαι κάθε βράδυ. Την ίδια στιγμή όμως, πρέπει να καταλάβετε πως αυτό δεν ήταν ένα παιχνίδι σε ένα διάστημα αποχής. Ήταν ένα παιχνίδι του Κόμπι Μπράιαντ τον Ιανουάριο του 2006.
Μετάφραση; Ένας από τους κορυφαίους παίκτες όλων των εποχών (προσωπικά τον τοποθετώ στο Top 3: Τζόρνταν, Τσάμπερλεϊν, Κόμπι)… κατά τη διάρκεια της καλύτερης του φόρμας… στην καλύτερη του σεζόν.
Γρήγορο μάθημα ιστορίας:
Στις 20 Δεκεμβρίου του 2005, δηλαδή έναν μήνα πριν, ο Κόμπι είχε βάλει 62 πόντους στους Μάβερικς σε 3 περιόδους. Εξήντα δύο σε τρεις περιόδους. Έχουν περάσει τόσα χρόνια αλλά κανείς δεν το έχει ξεχάσει. 62 πόντους σε 3 περιόδους. Είναι σαν ένα ρεφρέν από ένα κομμάτι που κολλάει στο μυαλό σου. Πραγματικό μεγαλείο.
Αν δεν σας φτάνει αυτό, το μεγαλείο έχει και συνέχεια. Ας θυμηθούμε τους πόντους που είχε πετύχει ο Κόμπι σε αυτό το σερί, ξεκινώντας από το Ντάλας και τελειώνοντας σε εμάς ένα μήνα μετά: 62, 37, 45, 48, 50, 45, 41, 38, 37, 51, 37 … 81.
Ωραία! Αυτός είναι ένας από τους κορυφαίους μήνες όλων των εποχών. Όχι στην ιστορία του μπάσκετ απλά – στην ιστορία του αθλητισμού.
Και ακούστε με: Όλοι το είχαν προσέξει. Με όποιον και αν συζητούσες εκείνη την εποχή παρακολουθούσε πολύ στενά τον Κόμπι. Κάθε φορά που έβλεπες κάποιον, που συζητούσες μαζί του – συμπαίκτες, αντίπαλοι, προπονητές, πρώην παίκτες – πάντα υπήρχε η ίδια συζήτηση. Τι κάνεις… Πώς είναι η οικογένεια… Βλέπεις τι κάνει ο Κόμπι φίλε…
Ήταν μέρος των συζητήσεων μας όλη τη χρονιά. Όταν κάποιος ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο επίπεδο, το συζητάει ολόκληρη η λίγκα.
Επομένως, κάθε φορά που κάποιος με ρωτάει αν ήξερα πόσους πόντους είχε ο Κόμπι στο παιχνίδι – προφανώς και ήξερα! Το 2006 υπήρχαν δύο διαφορετικά αθλήματα: 1. Το NBA και 2. Πόσους πόντους είχε ο Κόμπι… Και αυτό είναι που λέω στον κόσμο. Ναι ξέραμε! Όλοι ήξεραν!
“Το ζω αλήθεια αυτό τώρα;”
Ο Λαμάρ Όντομ και εγώ προερχόμαστε από το Queens. Είναι λίγο μεγαλύτερος από εμένα αλλά το Queens είναι το Queens. Πάντα ήμασταν κοντά. Παίζουμε και στην ίδια θέμα κάτι που σημαίνει πως πάντα βρίσκεις λίγο χρόνο να πεις δύο κουβέντες. Σε κάποια διακοπή, σε ένα φάουλ, αν είσαι φίλος με τον άλλο, συζητάς λίγο περισσότερο.
Την ίδια στιγμή βέβαια ήμασταν αντίπαλοι και προσπαθούσαμε να κερδίσουμε. Άρα, αν και φίλοι… δεν θα έλεγα πως ήταν πολύ φιλικό το μαρκάρισμα, κρατήσαμε τις αποστάσεις μας.
Στις 22 Ιανουαρίου δεν ήταν διαφορετική η κατάσταση.
Kάποια στιγμή, στην τρίτη περίοδο, υπάρχει μία διακοπή. Κάποιος από τους Λέικερς σουτάρει βολές και εγώ με τον Λαμάρ ξεκουραζόμαστε με τα χέρια στα γόνατα. Κλασική φάση, ξέρετε.
Σε αυτό το σημείο ο Κόμπι έχει βάλει ήδη 50.
Ο Λαμάρ και εγώ κοιταζόμαστε περιμένοντας την πρώτη βολή. Κανείς από εμάς όμως δεν λέει κάτι – φοράμε ακόμα το σοβαρό “πρόσωπο” του αγώνα. Είναι προφανές πως κανείς από τους δυο μας δεν θέλει να “σπάσει” και να σχολιάσει τι συμβαίνει.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό το βλέμμα. Ένα μείγμα πολύ ιδιαίτερο στο μπάσκετ. Ένα μείγμα φιλίας, θαυμασμού και συμπόνιας.
Η πρώτη βολή βρίσκει τον στόχο της και υπάρχει μία νέα μικρή διακοπή.
Ο Λαμάρ με κοιτάει ξανά και κρατιέται λίγο ακόμα. Τον κοιτάω και εγώ. Ξέρετε, το “πρόσωπο” που έχουμε στον αγώνα… το ίδιο πρόσωπο… το κλασικό πρόσωπο…
Και τότε βλέπω τον Λαμάρ, είναι έτοιμος να γελάσει. Ξεκινάει να χαμογελάει, μετά αρχίζω να χαμογελάω και εγώ. Ε αυτό ήταν, “έσπασα”. Τώρα απλά καθόμαστε εκεί, στις βολές, να κάνουμε και οι δύο γκριμάτσες. Δεν λέγαμε τίποτα, απλά μοιραζόμασταν αυτό το σουρεάλ σκηνικό. Δεν χρειάζονται λόγια. Τα λένε όλα τα πρόσωπα μας μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.
Η επόμενη βολή βρίσκει τον στόχο της και επιστρέφουμε στην άλλη πλευρά του παρκέ.
Δεν αντέχω και ψιθυρίζω στον Λαμάρ.
“Φίλε, πραγματικά το ζούμε τώρα αυτό;”
To χαμόγελο του γίνεται πλατύ.
Με κοιτάζει και δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό το βλέμμα. Ένα μείγμα φιλίας, θαυμασμού και συμπόνιας. Ξέραμε και οι δύο πως αυτό το παιχνίδι είναι κομμένο και ραμμένο για τον Κόμπι.
“Τρελό”, μου λέει και δίνει ένα σκριν. “Απλά τρελό”
Τριάντα… σαράντα… πενήντα… εξήντα… εβδομήντα.
Με το παιχνίδι να είναι πλέον εκτός ελέγχου, πιστεύω πως οι περισσότεροι από εμάς είχαμε περάσει τα τελευταία λεπτά παρακολουθώντας απλά γοητευμένοι. Κοιτάζοντας τον πίνακα. Όντες μάρτυρες στον ένα πόντο του Κόμπι που έφερνε τον επόμενο. Στο τέλος, όλοι μας είχαμε μείνει να κοιτάζουμε απορημένοι. Το έβλεπες στα πρόσωπα μας. Αναρωτιόμασταν, προσπαθούσαμε να κατανοήσουμε τι είχε συμβεί.
Θέλαμε να μάθουμε που θα σταματούσε ο αριθμός.
Όταν σταμάτησε – όταν επιτέλους σταμάτησε – δεν υπήρχαν πολλά να πεις.
81.
Πλέον το ξέραμε, αυτός ήταν ο αριθμός.
Ο αριθμός που μας κοιτούσε. Ο αριθμός που θα διάβαζες ξανά και ξανά. Θα τον έβλεπες σε μπλουζάκια, καπέλα, αφίσες, σε DVDs και στην wikipedia. Ο αριθμούς που βλέπαμε, ακούγαμε και συζητούσαμε για το υπόλοιπο της ζωής μας.
Ο αριθμός που 10 χρόνια μετά είμαι εδώ και γράφω για αυτόν.
Ογδόντα ένα.
Τέλος πάντων, όπως είπα: Έβαλα 13 πόντους με 6 στα 10 σουτ.
Ήταν ένα αρκετά καλό παιχνίδι.
Photo Credit: Getty Images
Κείμενο: The Players’ Tribune