Του Γιώργου Αδαμόπουλου / info@eurohoops.net
Τον ρώτησαν κάποτε, – καθώς ήταν αρχικά μεγαλύτερο ταλέντο στο αμερικανικό φούτμπολ – «γιατί έπαιξες μπάσκετ;». Η απόκριση, όπως και όλη η ζωή του, δεν έφερε σε κανένα σημείο της τη λέξη «έπρεπε». Δεν το είχε ξεστομίσει επί λέξει, όμως είχε υπονοήσει ότι το χρειαζόταν.
Ήταν η ανάγκη του για εσωτερική αποδοχή. Δεν επιθυμούσε, άλλωστε, να είναι ξεχωριστός για τους άλλους. Τον ένοιαζε να είναι «συνηθισμένος» για τον εαυτό του. Να είναι απλώς ο εαυτός του. Γι’ αυτό και παρότι έχει ονομάσει πολλές φορές τα είδωλά του, είχε ξεκαθαρίσει πως «δεν θέλω να γίνω Μάικλ Τζόρνταν, Μάτζικ Τζόνσον ή Αϊζάια Τόμας»…
»Δεν θέλω να είμαι κανένας από αυτούς τους τύπους. Όταν η καριέρα μου φτάσει στο τέλος της, θέλω να κοιτάξω τον καθρέφτη μου και να ξέρω πως ό,τι έκανα, το έκανα με τον δικό μου τρόπο». Πέρα από το ταλέντο, τις επιτυχίες του και όσα άφησε στο μπάσκετ, έγινε εκφραστής μίας, «επαναστατικής» για το «καθωσπρέπει» ΝΒΑ, κουλτούρας. Δεν το επέλεξε. Του βγήκε αβίαστα.