Tου Βαγγέλη Παπαδημητρίου/ info@eurohoops.net
”Ο Πολ Πιρς των Μπόστον Σέλτικς μαχαιρώθηκε στο πρόσωπο, τον αυχένα και την πλάτη, ενώ βρισκόταν σε νυχτερινό club. Είναι σε σταθερή κατάσταση”
Αυτή η είδηση μονοπώλησε το ενδιαφέρον κάθε φίλου του μπάσκετ, αλλά και όλου του του ΝΒΑ την 25η Σεπτεμβρίου 2000.
Ο αστέρας των Σέλτικς είχε πέσει θύμα επίθεσης ενώ διασκέδαζε σε μπαρ. Δεν θυμάται πολλά από εκείνο το βράδυ.
Ο Πολ Πιρς με τον συμπαίκτη του στους Σέλτικς, Τόνι Μπατί, είχαν βγει στο εν λόγω μαγαζί. Σύντομα, βρέθηκε να μιλάει με δύο γυναίκες, όταν ένας άνδρας κινήθηκε απειλητικά προς το μέρος του.
Η παρεξήγηση δεν άργησε να γίνει.
Ο άγνωστος άντρας έβγαλε ένα μαχαίρι και άρχισε να τον τραυματίζει με μανία.
Μέχρι οι υπόλοιποι θαμώνες να καταφέρουν να τους χωρίσουν, ο Πιρς είχε δεχθεί 11 μαχαιριές στο λαιμό, το πρόσωπο και την πλάτη.
”Με το ζόρι μπορούσα να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά. Θυμάμαι να μου λένε ότι έχω τραυματιστεί και ότι πρέπει να πάω στο νοσοκομείο”
Ο Μπατί, μαζί με τον αδελφό του Πιρς, έκαναν αυτό ακριβώς. Τον πήγαν στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Και εκεί, ο ”Truth” απέδειξε γιατί είναι ένας πραγματικός μαχητής.
Ακόμα και οι μαχητές όμως, χρειάζονται την τύχη.
Μπήκε αμέσως στο χειρουργείο, για να ανακαλύψουν οι γιατροί πως ο Πιρς βρέθηκε 1-2 εκατοστά μακριά από τον θάνατο. Κυριολεκτικά.
Τόσο βαθύ (δεν) ήταν το τραύμα στο σημείο της καρδιάς του. Νοσηλεύτηκε για 72 ώρες και μετά ”έπεσε” με τα μούτρα στη δουλειά.
Στις 31/10, ήταν ήδη έτοιμος για την σεζόν 2000/01, με τον Ρικ Πιτίνο να μένει έκπληκτος από την αντίδραση του παίκτη του.
Ο Πιρς όχι μόνο δεν έχασε ματς στη κανονική διάρκεια (82), αλλά ήταν και εξαιρετικός με 25,3 πόντους-6,4 ριμπάουντ-3,1 ασίστ.
Φαινομενικά, όλα ήταν τέλεια…
Τα τραύματα στο σώμα του επουλώθηκαν γρήγορα, όμως αυτά που δημιουργήθηκαν στην ψυχή και το μυαλό του, άργησαν πολύ να κλείσουν.
Και πολλές φορές, αποδεικνύονται πολύ πιο επικίνδυνα.
”Δεν μπορούσα να είμαι σε πλήθος. Όταν αυτό γινόταν, άρχιζα να τρέμω. Μου πήρε πολλά χρόνια να το ξεπεράσω. Αν περπατούσα και έβλεπα κάποιον ξαφνικά, φρίκαρα”
Οι απειλές κατά της ζωής του, δεν βοήθησαν στο ελάχιστο. Αντιθέτως. Αυτός ήταν ο λόγος, που είχε 24ωρη προσωπική φύλαξη, ενώ έκανε καιρό μέχρι να αφήσει σπίτι το όπλο του, το οποίο είχε μαζί ακόμα και στο γήπεδο.
”Είχα γίνει πραγματικά παρανοϊκός. Δεν ήθελα να πάω πουθενά. Η Αστυνομία ήταν μπροστά από το σπίτι μου για μήνες. Ήμουν χάλια. Αυτός ήταν ο λόγος που μπήκα στο παρκέ τόσο γρήγορα. Το να κάθομαι σπίτι και να το σκέφτομαι, δεν βοηθούσε. Στο γήπεδο ένιωθα ασφαλής. Δεν ήθελα να τελειώσουν οι προπονήσεις, γιατί θα έπρεπε μετά να βγω πάλι σε εκείνον τον κόσμο που με φόβιζε”
Το 2018, μίλησε ανοιχτά για την ψυχική υγεία σε σχετικό βίντεο του ΝΒΑ, αποκαλύπτοντας πως ”πάλευε” για χρόνια με το ”τέρας” της κατάθλιψης.
Και αυτό είναι που τον κάνει ακόμα πιο σπουδαίο, δίνοντας παράλληλα ένα μάθημα σε όσους έχουν τους δικούς τους εφιάλτες: Όλα περνούν, ειδικά όταν έχεις κάτι που αγαπάς τόσο πολύ.
Για τον Πιρς, αυτό ήταν το μπάσκετ.
Μπορεί ο πολύς κόσμος να τον θυμάται για τα κατορθώματά του στο παρκέ. Και όχι άδικα.
Κατέκτησε το πρωτάθλημα του 2008 με τους Σέλτικς, όντας ο MVP των Τελικών, ενώ μέτρησε σε 19 χρόνια καριέρας 10 συμμετοχές σε All-Star και 19,7 πόντους-3,5 ασίστ σε 1.343 ματς. Πρόσφατα, πέρασε στο Πάνθεον ως Hall of Famer.
Αλλά μετά από αυτό το κείμενο, όσοι δεν γνώριζαν, οφείλουν να τον ξέρουν και για τις μάχες που έδωσε μακριά από τα φώτα κάποιου γηπέδου. Αλλά στο μυαλό του. Και εκεί, δεν είχε φώτα. Μόνο σκοτάδι.
Στις 13/10/23, έκλεισε τα 46 χρόνια του. Ο Πολ Πιρς όμως δεν γεννήθηκε μία τέτοια ημέρα το 1977.
Γεννήθηκε ξανά, όταν μπόρεσε να νιώσει ξανά καλά με τον εαυτό του. Όταν εκείνο το μαχαίρι έφτασε τόσο κοντά στην καρδιά του. Τόσο κοντά στην ψυχή του. Τον ακούμπησε, αλλά δεν τον έκοψε.
Αντιθέτως, τον έκανε πιο δυνατό.