Ολυμπιακός: Το τελευταίο και το… πρώτο δημιούργημα του Γιώργου Μπαρτζώκα! (photos & videos)

27/Jul/20 18:10 July 27, 2020

Aris Barkas

27/Jul/20 18:10

Eurohoops.net

Ο Κώστας Σλούκας ολοκλήρωσε το ερυθρόλευκο ρόστερ της σεζόν 2020/21 και το Eurohoops συγκρίνει την στελέχωση του φετινού Ολυμπιακού με εκείνη της ομάδας του 2014, την οποία δημιούργησε αλλά δεν πρόλαβε να… απολαύσει ο Γιώργος Μπαρτζώκας.

Του Γιάννη Γιανναράκη/ info@eurohoops.net

Τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να κλείσει το ρόστερ της ερχόμενης σεζόν βρήκε ο Ολυμπιακός, ολοκληρώνοντας τις μεταγραφικές του κινήσεις με την απόκτηση του Κώστα Σλούκα, ο οποίος επιστρέφει στην ομάδα της καρδιάς του, όντας πλέον το σημείο αναφοράς.

Μπορεί να μην είναι ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που κάνει… comeback στους Πειραιώτες, ωστόσο ο διεθνής γκαρντ είναι η ύστατη απόδειξη της αλλαγής πορείας των ερυθρολεύκων, με αφετηρία την πρόσληψη του Γιώργου Μπαρτζώκα στην τεχνική ηγεσία. O πρωταθλητής Ευρώπης το 2013 κατάφερε φέτος να δημιουργήσει ξανά ένα ανταγωνιστικό ρόστερ, με σαφώς λιγότερες “τρύπες” σε σχέση με πέρυσι, αλλά και απόλυτη μπασκετική λογική, κάτι το οποίο είχε χαθεί από το DNA των Πειραιωτών τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.

Ωστόσο, πόσο μπορεί να μοιάζει η φετινή έκδοση των ερυθρόλευκων με την τελευταία που δημιούργησε ο Έλληνας τεχνικός, προτού αποχωρήσει από το “τιμόνι” της ομάδας; Το Eurohoops ρίχνει μια ματιά στο χθες και το σήμερα, σε μια προσπάθεια να καταλάβει το αύριο. Τι συνδέει και τι διαχωρίζει τον τελευταίο και τον… πρώτο Ολυμπιακό του Γιώργου Μπαρτζώκα;

Aρχικά, αξίζει να υπενθυμίσουμε για όποιον μπορεί να το ξεχνά, πως η τελευταία ομάδα που “έχτισε” ο Γιώργος Μπαρτζώκας πριν την φυγή του από τον Ολυμπιακό ήταν εκείνη της σεζόν 2014/15, η οποία εν τέλει έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκα, υπό την καθοδήγηση του Γιάννη Σφαιρόπουλου.

Ο νυν τεχνικός των ερυθρολεύκων πρόλαβε να κοουτσάρει το συγκεκριμένο γκρουπ παικτών μόλις σε ένα επίσημο παιχνίδι, τον περίφημο προημιτελικό του κυπέλλου κόντρα στον Παναθηναϊκό.

Παρότι λοιπόν το δείγμα είναι ελάχιστο, η στελέχωση του ρόστερ αποτελεί δουλεία του ίδιου και των συνεργατών του, οπότε αυτό πρέπει να είναι το δείγμα για την σύγκριση μας. Καταρχάς, ας δούμε τον συσχετισμό Ελλήνων και ξένων παικτών στις δύο ομάδες.

Το 2014, ο Ολυμπιακός δήλωσε στο ρόστερ του ενόψει Ευρωλίγκα εννέα γηγενείς παίκτες (Σπανούλης, Πρίντεζης, Σλούκας, Μάντζαρης, Παπαπέτρου, Αγραβάνης, Κατσίβελης, Χριστοδούλου*, Καββαδάς). Παράλληλα, δήλωσε έξι ξένους παίκτες (Ντάνστον, Χάντερ, Λοτζέσκι, Ντάρντεν, Λαφαγιέτ, Πέτγουει).

Το 2020, ο Ολυμπιακός θα δηλώσει με τα σημερινά δεδομένα 10 γηγενείς παίκτες (Σπανούλης, Πρίντεζης, Σλούκας, Παπανικολάου, Βεζένκοφ*, Χαραλαμπόπουλος, Λαρεντζάκης, Κόνιαρης**, Νικολαΐδης, Χρηστίδης) και έξι ξένους (Έλις, Μάρτιν, ΜακΚίσικ, Χάρισον, Ζαν-Σαρλ, Τζένκινς).

*Χριστοδούλου (Κύπρος) και Βεζένκοφ (Βουλγαρία) θα θεωρηθούν γηγενείς για ευνόητους λόγους, όπως η σύνδεση με την χώρα μας και η επικοινωνία με τους συμπαίκτες τους.

**Υπάρχει έντονη φημολογία για δανεισμό του Αντώνη Κόνιαρη, οπότε το όνομα του μπορεί αργότερα να αφαιρεθεί από την εξίσωση.

Εκ πρώτης όψεως, υπάρχουν κάποιες διαφορές αλλά και εμφανείς ομοιότητες. Η σημαντικότερη διαφορά είναι ο αριθμός των πρωτοκλασάτων Ελλήνων παικτών, καθώς τη σεζόν 2014/15 τέσσερις αγωνίζονταν τουλάχιστον 15 λεπτά (Σπανούλης, Πρίντεζης, Μάντζαρης, Σλούκας). Την φετινή σεζόν, παρά το γεγονός πως δεν έχουμε χειροπιαστά στοιχεία, δεν είναι δύσκολο να συμπεράνουμε πως πέντε γηγενείς θα αγωνίζονται πάνω από 15 λεπτά ανά αγώνα (Σλούκας, Παπανικολάου, Σπανούλης, Πρίντεζης, Βεζένκοφ).

Ακόμα μια διαφορά είναι η εμπειρία των ξένων παικτών, καθώς οι Αμερικανοί παίκτες του Ολυμπιακού το 2014 μετρούσαν τουλάχιστον μια σεζόν παρουσίας στην Ευρωλίγκα, με μοναδική εξαίρεση τον Μπρεντ Πέτγουει. Η φετινή φουρνιά ξένων μετράει δύο παίκτες με προϋπηρεσία στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση (Τζένκινς, Ζαν-Σαρλ), δύο με παρουσίες μετρημένες στα… δάχτυλα (επτά ο Έλις, τρεις ο ΜακΚίσικ) και δύο… rookies στο κορυφαίο επίπεδο, που προέρχονται από το EuroCup (Χάρισον, Μάρτιν).

Πάμε τώρα να αναλύσουμε διεξοδικά τις ομοιότητες των δύο ρόστερ. Πέραν της πλέον φανερής, που είναι η αναλογία Ελλήνων και ξένων, φαίνεται πως υπάρχει σχετική ομοιότητα και στην κατανομή των παικτών ανά θέση, με βάση τα πρότυπα του μπάσκετ της εκάστοτε εποχής. Αυτό βέβαια, απαιτεί ενδελεχή επεξήγηση, οπότε πάρτε μερικά ποπ-κορν και ελάτε στην παρέα.

Ο ηγέτης στα γκαρντ

Παρά το γεγονός πως έξι χρόνια στο σύγχρονο μπάσκετ μοιάζουν με αιωνιότητα, ο βασικός κανόνας του αθλήματος δεν έχει αλλάξει: Δίχως γκαρντ πρώτης γραμμής, δεν μπορείς να φτάσεις στην κορυφή.

Η ραγδαία εξέλιξη του τριπόντου έχει ενισχύσει ακόμα περισσότερο αυτό τον κανόνα και οι ερυθρόλευκοι, μετά από δύο χρόνια ατυχών επιλογών (Ουίλιαμς-Γκος, Μπόλντουιν) κατάφεραν να καλύψουν το κενό αυτό με απόλυτη επιτυχία. Ο Κώστας Σλούκας επέστρεψε στον Πειραιά μετά από πέντε χρόνιας απουσίας και σίγουρα είναι ένας τελείως διαφορετικός παίκτης από εκείνον που ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη το 2015. Καλύτερος σωματικά και πνευματικά, ο 30χρονος γκαρντ έχει ανέλθει με το “σπαθί” του στην ελίτ των κοντών της Ευρώπης και όντας στο peak του, επιστρέφει στην ομάδα που ανδρώθηκε για να πάρει την σκυτάλη από τον Βασίλη Σπανούλη.

Ο Σλούκας του 2020, παρότι μπορεί να μην έχει το πακέτο που μας παρουσίασε ο “Kill-Bill”, βρίσκεται στο απόγειο της απόδοσης του, όντας τρία χρόνια νεαρότερος από τον Σπανούλη του 2014. Τώρα θα μου πείτε πως η ηλικία είναι κάτι που δεν παίζει ρόλο στην περίπτωση του Λαρισαίου γκαρντ και δεν μπορώ να σας βγάλω ψεύτες.

Τέλος, ας αναφέρουμε τα παρόμοια χαρακτηριστικά στο παιχνίδι τους, αλλά και τον χαρακτήρα του ηγέτη. Ίσως θεωρείται ιεροσυλία να συγκρίνουμε αυτούς στους δύο σε πνευματικό τομέα, όμως μπορούμε σίγουρα να πούμε πως ο Σλούκας έχει μάθει να ανταποκρίνεται στο ρόλο του ηγέτη. Όποιος το αμφισβητεί, ας θυμηθεί τα πεπραγμένα του στο EuroBasket του 2017.

Τα εργαλεία που πλαισιώνουν και οι ορατές διαφορές λόγω εποχής

Ο φετινός Ολυμπιακός έχει τον Σπανούλη σε ρόλο… παίκτη-προπονητή εντός γηπέδου, κάτι το οποίο προφανώς δεν υπήρχε σε τόσο μεγάλο βαθμό πριν έξι χρόνια. Ο αμυντικός εξολοθρευτής του 2014 (Μάντζαρης) είχε πολύ σημαντικότερο ρόλο από εκείνον του 2020 (Τζένκινς), ενώ ο Όλιβερ Λαφαγιέτ δεν μοιάζει σε τίποτα με το δυάρι του φετινού ρόστερ (πιθανότατα ο Χάρισον), τόσο σωματικά όσο και αγωνιστικά.

Από εκεί και πέρα, υπάρχουν όπως πάντα οι φερέλπιδες γηγενείς γκαρντ (Κατσίβελης, Χριστοδούλου τότε, Κόνιαρης και Νικολαΐδης τώρα), ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε την περίπτωση του Γιαννούλη Λαρεντζάκη. Ο Έλληνας άσος, όπως και ο Σακίλ ΜακΚίσικ, είναι ένας πολυθεσίτης άσος που μπορεί να αγωνιστεί με την ίδια ευκολία στο “2” και στο “3”. Κάτι τέτοιο δεν υπήρχε το 2014, με μοναδική εξαίρεση σε ορισμένες περιπτώσεις τον Ματ Λοτζέσκι.

Τα τριάρια για… όλες τις δουλειές

Η βασικότερη διαφορά σε σχέση με την ομάδα του 2014 είναι η παρουσία του Κώστα Παπανικολάου. Ο διεθνής φόργουορντ αναμένεται να είναι ο αρχηγός της επόμενης μέρας μαζί με τον Σλούκα και έχει κερδίσει προ πολλού την καρδιά της ερυθρόλευκης εξέδρας. Είναι σαφέστατα πιο ολοκληρωμένος από τον “Παπ” του 2014 και αναμένεται να είναι το βασικό “τριάρι”, μαζί με τον Σακίλ ΜακΚίσικ. Ο Αμερικανός πρόλαβε σε τρεις αγώνες πέρσι να γίνει σύνθημα στα χείλη των οπαδών της ομάδας, μετά και από την καταπληκτική του εμφάνιση κόντρα στον Παναθηναϊκό.

Οι απαιτήσεις θα είναι σίγουρα αυξημένες και ο πρώην παίκτης της Μπεσίκτας γνωρίζει πως πρέπει να σταθεροποιήσει την απόδοση του προκειμένου να βάλει την ομάδα του σε διεκδίκηση ακόμα καλύτερου πλασαρίσματος στην regular season της Ευρωλίγκα. Τρίτος και σίγουρα όχι… καταϊδρωμένος είναι ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, ο οποίος ήταν και συνεχίζει να παραμένει ερωτηματικό λόγω των τραυματισμών του. Η ταχεία εξέλιξη της αποθεραπείας του δίνει νέες ελπίδες στους ανθρώπους του Ολυμπιακού, καθώς ο πρώην παίκτης του αιωνίου αντιπάλου έχει σπουδαία προσόντα που πρέπει κάποτε να αξιοποιήσει, για το καλό των Πειραιωτών αλλά και της Εθνικής ομάδας.

Σε πρώτη ανάγνωση, η θέση του “3αριου” είναι καλυμμένη από όλες τις πλευρές, με μοναδική εξαίρεση το μακρινό σουτ, καθώς κανείς εκ των τριών δεν λογίζεται ως σουτέρ, παρότι ο Παπανικολάου πραγματοποίησε σεζόν καριέρας έξω από τα 6.75μ. πέρσι, την ώρα που ο ΜακΚίσικ έδειχνε πως δεν θα αφήνει ατιμώρητο όποιον τον προκαλεί να σουτάρει.

Σε σχέση βέβαια με τους παίκτες που στελέχωναν την ομάδα προ εξαετίας, υπάρχει σαφέστατη διαφορά. Πέραν του Ντάρντεν, του οποίου η αμυντική προσφορά ματσάρεται από τον “Παπ”, ο ΜακΚίσικ δεν μπορεί να θεωρηθεί σουτέρ στο επίπεδο του Λοτζέσκι, γεγονός που υπερκαλύπτει με την διαφορά αθλητικότητας. Όσον αφορά την τρίτη επιλογή, ο… δευτεροετής Ιωάννης Παπαπέτρου είναι σαφώς ποιοτικότερη λύση από τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο του σήμερα, μέχρι αποδείξεως του εναντίου.

Η αλλαγή της φρουράς στο “4”

Μπορεί η μια από τις τρεις θέσεις να καλύπτεται από το ίδιο πρόσωπο (Γιώργος Πρίντεζης), ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση βλέπουμε να εξελίσσεται η αλλαγή των σκήπτρων. Η ανανέωση της συνεργασίας του Ολυμπιακού με τον Σάσα Βεζένκοφ βάζει τις βάσεις για την καθιέρωση του Βούλγαρου στο “4”, αν βεβαίως ο ίδιος συνεχίσει να εξελίσσεται στον βαθμό που τον είδαμε πέρσι. Είναι σχεδόν σίγουρο πως δεν θα ξεπεράσει τα στάνταρ που έθεσε ο Γιώργος Πρίντεζης το 2014, ωστόσο με εκείνον στο ρόλο του μέντορα η εξέλιξη μπορεί να θεωρηθεί τουλάχιστον ελπιδοφόρα.

Ο Συριανός φόργουορντ θα έχει επίσης, όπως ο Σπανούλης, περιορισμένο αλλά υπαρκτό ρόλο στο rotation, δεδομένης της εμπειρίας αλλά και της επιθετικής δεινότητας του, ενώ τον ρόλο του παίκτη που θα αγωνίζεται στο… “4.5” θα αναλάβει ο ήσυχος εργάτης, Λίβιο Ζαν-Σαρλ.

Όπως συμβαίνει στην έτερη θέση των φόργουορντ, έτσι και εδώ, οι διαφορές είναι πασιφανείς. Το νέο αίμα εκείνης της ομάδας, ο Δημήτρης Αγράβανης, δεν έχει σε καμία περίπτωση την εμπειρία (και λόγω ηλικίας) του Βεζένκοφ, όπως επίσης σίγουρα δεν μπορεί να θεωρηθεί καλύτερος επιθετικά από τον πρώην παίκτη της Μπαρτσελόνα. Από την άλλη, η σκληράδα του νυν άσου του Προμηθέα στην άμυνα είναι σίγουρα το αδύναμο σημείο του Βούλγαρου, ο οποίος δεν ήταν ποτέ ο αμυντικός που θα στηριχτεί στο… μπασκετικό ξύλο.

Πέραν αυτού, ο Πρίντεζης του 2014 είναι σαφέστατα καλύτερος από τον σημερινό, μια απολύτως λογική εξέλιξη, ενώ η τρίτη επιλογή επίσης είναι η “μέρα με την νύχτα”. Από την μια ο άγουρος, μα τρομερά αθλητικός και θορυβώδης Μπρεντ Πέτγουει, από την άλλη ο πιο ολοκληρωμένος και σίγουρα πιο… αφανής Λίβιο Ζαν-Σαρλ. Το μοναδικό που συνδέει τους δύο είναι η ικανότητα τους να αγωνιστούν στο “5” σε ένα κοντό σχήμα ειδικών καταστάσεων.

Το μεγάλο ερωτηματικό της θέσης “5”

Μετά από δύο τουλάχιστον χρόνια απόλυτης αξιοπιστίας ελέω Μιλουτίνοφ, ο Ολυμπιακός βουτάει ξανά στα… “άδυτα”, με δύο σαφώς κατώτερους ποιοτικά παίκτες, που όμως δείχνουν να κουμπώνουν καλύτερα στα σχέδια του προπονητή, σε σχέση πάντα με τον Σέρβο. Ο Οκτάβιους Έλις πρόλαβε να δείξει θετικότατα στοιχεία στις πρώτες του εμφανίσεις στην Ευρωλίγκα, καλύπτοντας το κενό του αθλητικού ψηλού που έλειπε από τους Πειραιώτες μετά την φυγή του Κεμ Μπιρτς το 2017.

Ωστόσο, κανείς δεν είναι σε θέση να προβλέψει το πως θα ανταποκριθεί στον ρόλο του βασικού, καθώς φέτος ξεκινάει τον… μαραθώνιο από την πρώτη θέση. Ακριβώς πίσω του βρίσκεται ο… “Κάιλ Χάινς 2.0”, που ακούει στο όνομα Χασάν Μάρτιν. Ο Αμερικανός ήταν η πρώτη μεταγραφή του καλοκαιριού, δεδομένου πως είχε κλείσει από… Μάρτιο μήνα και αποτελεί 1000% επιλογή προπονητή. Ο δυναμικός σέντερ πραγματοποίησε εξαιρετική σεζόν στο EuroCup με την φανέλα της Μπουντούτσνοστ και ο Ολυμπιακός του δίνει την ευκαιρία να καταξιωθεί στο κορυφαίο επίπεδο.

Παράγοντας “κίνητρο” λοιπόν, με δύο παίκτες-στοιχήματα, που όμως δεν εμπνέουν σιγουριά παρόμοια εκείνης του ζευγαριού του 2014. Τότε, η πρώτη επιλογή ήταν μια… “λίρα εκατό”, που είχε ήδη εντυπωσιάσει στην πρώτη του σεζόν στους Πειραιώτες. Ο λόγος για τον Μπράιαντ Ντάνστον, ο οποίος στις δύο σεζόν που αγωνίστηκε στον Πειραιά κατέκτησε ισάριθμες χρονιές το βραβείο του καλύτερου αμυντικού στην Ευρώπη, ενώ είχε την τύχη να βρει δίπλα του έναν άξιο αντικαταστάτη το 2014. Μετά την λάθος επιλογή του Σίμονς, ο Ολυμπιακός πόνταρε στον Οθέλο Χάντερ, που είχε ντεμπουτάρει στην Ευρωλίγκα με την φανέλα της Σιένα. Ο Αμερικανός αποδείχθηκε η καλύτερη δυνατή λύση, δημιουργώντας μαζί με τον συμπατριώτη του το καλύτερο δίδυμο ψηλών, μαζί μόνο με εκείνο των Χάινς και Ντόρσεϊ την σεζόν 2011/12.

Συμπερασματικά, το ταβάνι του Μάρτιν είναι ακόμα άγνωστο, ωστόσο δύσκολα εκείνος και ο Έλις θα ματσάρουν την παρουσία των προαναφερθέντων. Βέβαια, ο Μπαρτζώκας δεν ζητάει από αυτούς να πρωταγωνιστήσουν στην Ευρωλίγκα. Αν μπορέσουν να θωρακίσουν την ρακέτα και να συνεργαστούν αρμονικά με Σλούκα και Σπανούλη, θα είναι άκρως ευχαριστημένος.

Διαβάστε εδώ τα τελευταία νέα

×