Μπρεντ Πέτγουεϊ από καρδιάς! (Μέρος 2o)

15/Aug/21 22:08 August 15, 2021

Aris Barkas

15/Aug/21 22:08

Eurohoops.net

Στο δεύτερο μέρος των αναμνήσεων του από την καριέρα του, ο Μπρεντ Πέτγουεί εξηγεί τι σημαίνει πολιτική στα αποδυτήρια και επικεντρώνεται στην δεύτερη σεζόν του στον Ολυμπιακό.

Διαβάστε το πρώτο μέρος των αναμνήσεων του Μπρεντ Πετγουεϊ, έτσι όπως το έγραψε ο ίδιος για το Εurohoops.

Η αισιόδοξη πλευρά του “φεγγαριού”

Δεν ήθελα μοιραστώ κάτι που δεν είναι αλήθεια. Ξανακοίταξα για να επιβεβαιώσω τον εαυτό μου. Εκείνη τη χρονιά, δεν τραυματίστηκε ο Πρίντεζης. Έπαιζα από 18 μέχρι 24 λεπτά μοιραζόμενος τον χρόνο συμμετοχής μαζί του. Αυτό δείχνει πόσο πιεσμένος ένιωθα, αφού πιεζόμουν παρ’ ότι μοιραζόμασταν τον χρόνο στο παρκέ. Ένα βασικό συστατικό της πίεσης, ο δικός μου άνθρωπος, ο κόουτς Μαρμαρινός.

Ήταν σταθερό μέλος στο προπονητικό τιμ του Ολυμπιακού. Θεωρώ ότι είχε τις καλύτερες προθέσεις. Ήταν ένας από αυτούς που πραγματικά προσπάθησαν για εμένα σε αυτό το διάστημα. Το γνωρίζω αυτό, επειδή συναντήθηκα ‘μυστικά’ μαζί του το καλοκαίρι. Ήμασταν μόνο εγώ και ο προβληματικός ατζέντης μου.

Όταν προαναφέρθηκα για τους απαιτητικούς βοηθούς προπονητές, εννοούσα κυρίως εκείνον και τον Παππά. Φαινόταν πως ο Μαρμαρινός είχε επικεντρωθεί πάνω μου. Όπου και να ήμουν στο παρκέ τον άκουγα ‘Μπρεντ, τι στο καλό”. Αυτό πάλιωσε σχετικά γρήγορα. Άλλωστε, εγώ ήμουν πεπεισμένος ότι δεν με υπολόγιζαν. Άρα, όταν με κατηγορούσα για ό,τι συμβαίνει, απλά επιβεβαίωνε όσα είχα στο μυαλό μου.

Ενθυμούμενος εκείνη την εποχή, πιστεύω πραγματικά ότι η πρόθεσή του ήταν να με βοηθήσει. Εγώ ήμουν αυτός που ήμουν. Δεν του απάντησα, ούτε ξέφυγα απέναντί του. Δεν του εξήγησα ότι με ενοχλεί. Απλά το αποδέχθηκα και προχώρησα παρακάτω. Αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να κάνει κάποιος για την ψυχική υγεία του, το χειρότερο.

Ένιωθα πλέον καλύτερα, αλλά παρά την πρόοδο με τη μέση μου, δεν είχα επιχειρήσει ούτε ένα σουτ για ένα μήνα. Δεν μπορούσα να τρέξω, οπότε δεν ήμουν σε καλή κατάσταση. Θα χρειαζόμουν σίγουρα δύο με τρεις εβδομάδες για να επανέλθω στα κανονικά μου επίπεδα. Ο Τζαμάριο Μουν είχε αποκτηθεί όσο ήμουν εκτός. Εκείνος, σαν προσωπικότητα, ήταν το εντελώς αντίθετο από εμένα. Θα μπορούσε να κάνει ένα λάθος και να το ξεχάσει αμέσως. Ακόμα και αν του φώναζαν οι προπονητές από τον πάγκο, δεν τον άγγιζαν.

Εδώ, μια αστεία ιστορία. Ο Τζαμάριο έπαιζε άμυνα και ο αντίπαλος έκοβε από πίσω του για λέι απ, αλλά αυτός ήταν ακόμα στην γραμμή του τριπόντου. Οι προπονητές του φώναζαν ‘Τζαμάριο, άμυνα στην αδύναμη πλευρά!!!’. Η απάντηση του Τζαμάριο ήταν ‘Δεν τον είδα, κόουτς’. Έβαλα μια πετσέτα στο πρόσωπό μου για να κρύψω τα γέλια μου. Προφανώς δεν τον είδες, γι’ αυτό σκόραρε. Αυτός ήταν ο Τζαμάριο. Θα απαντούσε αμέσως με τρίποντο ή κάρφωμα πάνω σε αντίπαλο. Εγώ δεν είχα ποτέ αυτή την αυτοπεποίθηση. Αν ανατρέξεις στην καριέρα μου, τις σεζόν που είχα προπονητές που με υποστήριζαν, ‘Κάνε το παιχνίδι σου’, ήμουν από τους πιο αποτελεσματικούς παίκτες σε όλους τους τομείς. Αυτό συνέβη δύο φορές μετά το σχολείο. Με τον Μπράιαν Γκέιτς και το επιτελείο του στην G League και στο Ρέθυμνο.

Ο Μπαρτζώκας μου έδωσε επίσης ελευθερία, αλλά οι φωνές των βοηθών του με κρατούσα πίσω όσον αφορά στα σουτ ή στην προσπάθεια για υπέρβαση στο σκοράρισμα. Υπάρχουν πολλοί παίκτες εκεί έξω, οι οποίοι μπορούν να κάνουν περισσότερα απ’ όσα φαίνονται στην τηλεόραση ή στα παιχνίδια, αλλά περιορίζονται από άλλους παίκτες επειδή δεν είναι ‘δική τους’ ομάδα. Άρα, όταν ένας παίκτης έρχεται στην ομάδα σου με περίπου 16 πόντους ανά ματς και ξαφνικά δυσκολεύεται, φαίνεται εντελώς διαφορετικός παίκτης. Σε αρκετές περιπτώσεις είναι παραπάνω από απλά μία κακή σεζόν για εκείνον ή επειδή δεν είναι τόσο καλός παίκτης. Τον αφήνει ο προπονητής να παίξει ελεύθερα; Προσαρμόζεται στα αποδυτήρια;

Η πολιτική στα αποδυτήρια

Πώς λειτουργεί; Ο κόσμος έξω από τα αποδυτήρια πιστεύει ότι υπάρχουν 12 άνθρωποι και τα πράγματα είναι απλά. Οι καλύτεροι σκόρερ σκοράρουν, οι καλύτεροι παίκτες παίζουν, και αν χάσεις ελεύθερα σουτ είσαι εκτός. Όχι, μόνο οι καλύτερες ομάδες είναι έτσι, όπου ο καθένας κατανοεί τον ρόλο του, δεν υπάρχει ζήλια, ούτε κάποιος φοβάται να αφήσει κάποιον άλλον να ξεχωρίσει.

Στο Ρέθυμνο, ούτε ήμουν ο καλύτερος σκόρερ ούτε ο καλύτερος παίκτης. Είχαμε τον Ζακ Ράιτ και τον Ντιόντε Κρίστμας την πρώτη μου χρονιά. Έβγαιναν συνέχεια MVP της εβδομάδας. Οι περισσότεροι Αμερικανοί στη θέση μου θα τους ζήλευαν επειδή εντυπωσίαζαν συνεχώς και έβαζαν 20 πόντους κάθε εβδομάδα, αλλά εγώ έλεγα, ‘κερδίζουμε, οπότε όλα καλά’. Γιατί πρέπει να τους εναντιωθώ επειδή είναι τόσο χαρισματικοί; Ήταν απίστευτο να τους βλέπεις τότε κι εγώ παρακολουθούσα από πολύ κοντά.

Είχα παίξει με τους Κόμπι Καρλ και Λουκ Τζάκσον τη δεύτερη σεζόν μου στην G League. Εκείνοι ήταν το αντίθετο από όλα όσα λέω για τα αποδυτήρια. Δεν μπορούσα να τους απειλήσω αναφορικά με μια πιθανή κλήση από ομάδα του NBA, αλλά με αντιμετώπιζαν ως απειλή. Ήμουν ο παίκτης με έφεση στην άμυνα, που έκανε όλη τη βρώμικη δουλειά, ώστε εκείνοι να μπορούν να λάμψουν στην επίθεση και να παράγουν ικανοποιητικές επιθετικές επιδόσεις.

Για τους παίκτες που θα ακολουθήσουν και εκείνους που αγωνίζονται ήδη, να πως μπορείς να εντοπίσεις ένα φίδι στα αποδυτήρια. Σε παιχνίδι με καλές επιθετικές επιδόσεις μου στο πρώτο ημίχρονο, ξαφνικά στο δεύτερο η μπάλα δεν έφθανε σε εμένα. Ποιοι είχαν την μπάλα; Ας το σκεφτώ λίγο. Οι Κόμπι Καρλ και Λουκ Τζάκσον. Ο Λουκ Τζάκσον με ενοχλούσε από την αρχή, η γενικότερη στάση του και η αίσθησή του πως ήταν ανώτερος από τους υπόλοιπους, ακόμα και από τους προπονητές στην G League. Το τρελό είναι πως γι’ αυτό εκείνοι τον αντιμετώπιζαν σαν βασιλιά. Εγώ δούλευα όσο πιο σκληρά μπορούσα βλέποντας αυτόν να προχωράει με αυτή τη στάση. Αυτό ήταν οπισθοδρομικό.

Είχε αυτό το βλέμμα που σε έκανε να θέλεις να του ρίξεις μια μπουνιά. Συμφωνούσε υποκριτικά συνέχεια. Δεν μπορούσα να κάνω το ίδιο γιατί θα γινόμουν ο αντιεπαγγελματίας μαύρος τύπος. Μια και αναφέρομαι στα αποδυτήρια, θα μοιραστώ αυτό. Βρείτε ένα συμπαίκτη ή προπονητή που θα πει ότι εγώ ήμουν αντιεπαγγελματίας ή κακός συμπαίκτης. Πράγματι, αυτό το λέω για τον εξής λόγο, από όλα τα αποδυτήρια που έχω βρεθεί υπάρχουν δύο ή ίσως τρεις που πραγματικά δεν συμπαθώ καθόλου. Το μίσος είναι πολύ δυνατή λέξη, αλλά υπάρχουν τρεις που πραγματικά ήθελα να χτυπήσω όσο ήμασταν συμπαίκτες, τους Λουκ Τζάκσον, Δημήτρη Αγραβάνη και Τζακ Ντεβέκι.

Ο Αγραβάνης ήταν ακόμα νεαρός, αλλά φίλε, δεν έχω αντιμετωπίσει άλλη φορά αντίστοιχο χαρακτήρα. Ήταν σίγουρος πως ήταν καλύτερος από εμένα και εγώ δεν είχα πρόβλημα, επειδή αυτή είναι η σωστή προσέγγιση. Αλλά όταν φθάνεις τόσο μακριά ώστε να προσπαθείς σκόπιμα να μου προκαλέσεις τραυματισμό κατά τη διάρκεια της προπόνησης, τότε έχουμε πρόβλημα. Δεν ήταν μόνο μία ή δύο φορές. Αυτό γινόταν κάθε ημέρα. Έπρεπε να προσέχω τα πόδια μου όταν με μάρκαρε ή να αποφεύγω αγκωνιές. Αστειευόμουν με συμπαίκτες λέγοντας ότι είχε κούκλες βουντού για εμένα και τον Πρίντεζη στο δωμάτιό του, επειδή κάθε χρόνο θα συνέβαινε κάτι σε κάποιον από εμάς. Αυτή η κατάσταση ήταν τρελή.

Ο Τζακ ήταν ο αρχηγός της Σάσαρι, Δεν έχω ξαναδεί τόσο ψεύτικο ηγέτη ομάδας στη ζωή μου. Αν βλέπεις παιχνίδια φαίνεται ότι παίζει σκληρή άμυνα και ότι κολλάει πάνω στον αντίπαλο, αλλά εγώ γνωστός ως αποτελεσματικός αμυντικός, γνωρίζω πώς παίζεις πραγματική άμυνα. Από μέσα, ο Τζακ ήταν ψεύτικος. Με ενοχλούν πολύ οι τύποι που το παίζουν σκληροί ή ψεύτικοι γενικότερα. Ο Τζακ έπαιζε στο ‘3’ κι εγώ στο ‘4’, μέχρι να με γαμ…ν εντελώς ,βάζοντάς με στο ‘5’ στα 95 κιλά. Άρα, αλλάζαμε θέσεις στα σκριν. Το ευκολότερο δυνατό στην άμυνα. Αν βρεθούμε μαζί, αλλάζουμε.

Ήμασταν στα ίδια κυβικά. Ο Τζακ θα φώναζε να αλλάξουμε και κάθε φορά σταθερά θα έμενε στον αντίπαλό του την ώρα που εγώ θα ερχόμουν στον δικό του. Έτσι έμενε ελεύθερος ο δικός μου αντίπαλος να περπατήσει, αν ήθελε, μέχρι το καλάθι. Τότε θα μου έλεγε ότι εκείνος έφταιγε, αλλά έμενε σιωπηλός όταν ο προπονητής μας ρωτούσε τι συνέβη. Αυτό γινόταν τουλάχιστον μία φορά σε κάθε ματς. Εγώ φαινόμουν τελείως βλάκας όσο εκείνος ψιθύριζε ‘εγώ φταίω’. Ακολούθως, όταν εγώ δεν θα άλλαζα αντίπαλο, θα έλεγε στον προπονητή ότι μου είπε να αλλάξουμε, αλλά όταν άλλαζα ο δικός μου αντίπαλος ήταν εντελώς ανενόχλητος στο τρίποντο, υπολογίζοντας ακόμα και τον άνεμο σαν παίκτης γκολφ. Υπάρχουν πολλά ακόμα να πούμε για τη σεζόν στη Σάσαρι, αλλά θα επανέλθω.

Δεύτερη χρονιά στον Ολυμπιακό

Εδώ ξεκινά η πραγματική κατηφόρα  τόσο ψυχικά όσο και μπασκετικά. Η σεζόν ξεκίνησε με εμένα να νιώθω πολύ καλά και επιτέλους άνετος. Είχα μια σπουδαία σχέση με τον Κώστα Σλούκα. Είχα δύο εγγυημένους πόντους από εκείνον με άλεϊ-ουπ σε καθε φάση που με έβρισκε ψηλά. Ήμασταν τρένο, κερδίζοντας παντού, Ευρωλίγκα και ελληνικό πρωτάθλημα. Είχαμε και την κλήρωση του Κυπέλλου Ελλάδας και αντίπαλός μας βγήκε, ναι σωστά υποθέσατε, εκείνοι οι πράσινοι, ο εξάστερος.

Ούτε στο Χόλιγουντ δεν γράφονται αυτά. Ακόμα πιστεύω ότι η κλήρωση ήταν παράξενη, αλλά πάμε παρακάτω! Παίζουμε το ματς. Στα τελευταία δύο λεπτά καταρρεύσαμε επειδή προσπαθήσαμε να μην χάσουμε αντί να παίξουμε για να κερδίσουμε. Νίκησαν με κάρφωμα στη λήξη. Πράγματι δεν μπορείς να γράψεις τέτοια σενάρια. Η απόλυτη νέκρα στα αποδυτήρια. Πάμε στο ΣΕΦ για να γυρίσουμε σπίτια μας και περίπου 500 φανατικοί της Θύρας 7 μας περιμένουν για να μας φωνάξουν και να μας επιτεθούν. Αυτό είναι κάτι άλλο που συμβαίνει στην Ευρώπη, το οποίο δεν καταλαβαίνω.

Σκεφτείτε ότι αυτό ήταν μόλις το τρίτο μας παιχνίδι, το τρίτο! Κάπως έφθασα από το λεωφορείο στο αυτοκίνητο και έφυγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Άλλοι παίκτες πήγαν τα παπούτσια τους στα αποδυτήρια για να τα ακούσουν από τους οπαδούς. Ούτε που κατάλαβα τη σύντομη συνάντηση στα αποδυτήρια, στην οποία ο Μπαρτζώκας είπε στους παίκτες ότι υπάρχει περίπτωση να παραιτηθεί. Αυτό ακριβώς συνέβη την επόμενη ημέρα στην προπόνηση.

Κάθομαι στα αποδυτήρια και αναρωτιέμαι, ‘Αν τον υποχρεώνουν να παραιτηθεί με εκείνον να έχει δημιουργήσει αυτό το σπουδαίο ρόστερ, οι ημέρες μου είναι μετρημένες’. Πραγματικά χαιρόμουν να παίζω για τον Μπαρτζώκα και μετά για τον Μίλαν Τόμιτς, ο οποίος ακολούθησε. Ωστόσο, για κάποιο λόγο, δεν ήθελαν να συνεχίσει ο Τόμιτς αν και οι περισσότεροι παίκτες θεωρούσαν ότι τα πηγαίνει πολύ καλά. Έρχεται ο κόουτς Σφαιρόπουλος. Ήταν εξαιρετικός στην τακτική. Του το αναγνωρίζω πλήρως αυτό. Ωστόσο, ο τρόπος που αντιμετώπιζε τους παίκτες του ήταν διαφορετικός. Ήταν σαν στρατός. Οι περισσότεροι από τους παίκτες δυσκολεύτηκαν να αποδεχθούν την αλλαγή. Εγώ σκεφτόμουν, ‘πω, αυτό θα είναι δύσκολο’.

Αυτή είναι η χρονιά που άρχισε με τραυματισμό του Πρίντεζη. Ένιωθα μια επιπλέον πίεση να αποδώσω. Εξάλλου, αυτή ήταν η ευκαιρία μου. Παίζω καλά, αλλά βλέπω τα λεπτά συμμετοχής του Αγραβάνη να ανεβαίνουν σταδιακά. Δεν είχα πρόβλημα με αυτό, επειδή το παιδί μπορεί να παίξει μπάσκετ. Δεν θα πω ποτέ ψέματα για την αξία ενός παίκτη, επειδή δεν μου αρέσει ο χαρακτήρας του. Επίσης, δεν ήξερα τι σχέση είχε ο Σφαιρόπουλος με τον Αγραβάνη εκτός παρκέ, όπως ίσως την τάση ενός πατέρα να διδάξει το παιδί του, αλλά σίγουρα υπήρχε κάτι που δεν έβλεπα. Παρά τη στρατιωτική σχέση που είχε ο Σφαιρόπουλος με την ομάδα, ο Αγραβάνης θα έδειχνε ασέβεια προς όλους και θα ήταν βασικός στο επόμενο ματς ή θα έπαιζε για 25 λεπτά.

Στο μεταξύ βλέπω εμένα, τον Τρεμέλ Ντάρντεν και τον Όλιβερ Λαφαγιέτ. Από παιχνίδι σε παιχνίδι, δεν ξέρουμε πόσο θα παίξουμε ή αν θα παίξουμε. Πρόκειται για δύο εξαιρετικούς παίκτες. Είδα με τα δικά μου μάτια τον Αγραβάνη να κάνει πολλά τρελά στα αποδυτήρια, δείχνοντας ασέβεια στην ομάδα και έπειτα να είναι στο αρχικό σχήμα.

Αυτή ήταν και μία από τις μεγαλύτερες σφαλιάρες που έφαγα στο μπάσκετ. Αν στη θέση του ήταν ο Πρίντεζης, είναι κατανοητό, γιατί μιλάμε για έναν θρύλο. Αν ήταν ο Σπανούλης, το ίδιο. Αλλά ένας νεαρός; Ένας νεαρός στο Ρέθυμνο δεν θα είχε αυτή τη συμπεριφορά. Αυτό το παιδί τα κάνει αυτά στον Ολυμπιακό. Αυτό από μόνο του με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν και άλλα σε αυτή την ιστορία. Δεν υπάρχει περίπτωση μια ομάδα να τα επέτρεπε όλα αυτά χωρίς πρόστιμο ή απολογία. Τίποτα. Απλά προχωρήσαμε έτσι.

Από εκείνο το σημείο σκεφτόμουν ότι, ‘μάλλον δεν είμαι καθόλου καλός παίκτης, ώστε να έρχεται κάποιος με τέτοια συμπεριφορά και να παίζει πάνω από εμένα’. Ας μην ξεχάσουμε ότι εγώ διαχειρίστηκα την κατάσταση με τον Πρίντεζη εκτός και σιγά-σιγά εξαφανίστηκα αν και έκανα ό,τι ζητούσαν οι προπονητές. Υπήρχε πραγματική ασέβεια, αλλά δεν ήμουν σε θέση να τα παρουσιάσω όλα αυτά δημόσια. Τι έκανα; Τα αποδέχθηκα όλα ξανά.

Ζω με τόση πίεση, με ασέβεια, και έχουν μαζευτεί όλα μέχρι το τέλος της σεζόν στο σημείο να εξελιχθώ σε βόμβα με συναισθήματα έτοιμα να εκραγούν. Αν πάει ένα ακόμα στραβά, λογικά θα εκραγώ. Πάνω στην ώρα εμφανίζονται οι κάκιστοι, και λίγα λέω, ατζέντηδές μου να καταστρέψουν την καριέρα μου ακόμα περισσότερο. Με έστειλαν στον νεκροταφείο, γνωστό ως Ντιναμό Σάσαρι. Νεκροταφείο για εμένα. Δεν λέω ότι η ομάδα είχε κάποιο πρόβλημα, αλλά δεν ήταν η κατάλληλη για εμένα για να αποδώσω όσο το δυνατόν καλύτερα…

Απόδοση κειμένου στα ελληνικά: Γιάννης Ασκούνης

×