Του Γιώργου Αδαμόπουλου / info@eurohoops.net
Οι συγκεντρώσεις στην οικία της οικογένειας Λαπροβίτολα, στο Μορόν, ένα προάστιο του Μπουένος Άιρες, δεν είχαν μόνο παιχνίδι στην πίσω αυλή. Δεν περιορίζονταν στην ανεμελιά ενός σουτ της ασπρόμαυρης μπάλας στον τοίχο ή της πορτοκαλί σε ένα αυτοσχέδιο καλάθι. Οι συνήθεις συζητήσεις αφορούσαν δημοσκοπήσεις, μπόλικες εκλογικές εκτιμήσεις και πολιτικές αναλύσεις.
Για τον μικρό Νίκο, όμως, δεν υπήρχε debate προτίμησης. Το «σκηνικό» στο σπίτι, με την πολιτικό μητέρα του, Μαργκαρίτα Στόλμπιτσερ, η οποία το 2015 ήταν υποψήφια για την προεδρία της Αργεντινής – αλλά και οι βλέψεις της ίδιας για την καριέρα του κανακάρη της, δεν επηρέασε ποτέ τον νυν παίκτη της Μπαρτσελόνα. Η κυρία Στόλμπιτσερ ονειρευόταν ένα πολιτικό μέλλον για τον γιο της, όμως εκείνος έκανε πραγματικότητα την επιθυμία της να τον καμαρώσει ως διπλωμάτη με μία άλλη ιδιότητα. Και με τελείως διαφορετικό κώδικα ενδυμασίας…
Πρέσβης στα παρκέ
Ο Νίκο Λαπροβίτολα πραγματοποίησε το δικό του όνειρο και μέσω του μπάσκετ θεωρεί τον εαυτό του έναν πρέσβη της χώρας και της οικογένειάς του. Στη συνέντευξή του στο Eurohoops, ο 33χρονος Αργεντινός γκαρντ ξετυλίγει το κουβάρι των παιδικών αναμνήσεών του και μιλά για τη μπασκετική καριέρα σε μία χώρα που δεν χρειαζόταν την πρόσφατη κατάκτηση του Μουντιάλ για να θεοποιήσει το ποδόσφαιρο. Εξιστορεί τα μαθήματα της γεμάτης σταθμούς πορείας του, εξηγεί γιατί το 2020 δεν έπαιξε στον Παναθηναϊκό και αναφέρεται στη μετακίνηση από τη Ρεάλ στη μεγάλη αντίπαλό της, που δεν είχε σχέση με… πολιτική.
Όπως τονίζει αρχικά, πάντως, «η πολιτική ήταν πάντοτε μέρος της καθημερινότητας των παιδικών χρόνων μου. Από την ηλικία των πέντε ετών μου, η μητέρα μου είχε ενεργό ρόλο στα κοινά και όλη αυτή η κατάσταση ήταν φυσιολογική για μένα. Όλα γύριζαν γύρω από εκλογές και συζητήσεις που αφορούσαν την Αργεντινή. Μπορεί η διαφάνεια να μην είναι χαρακτηριστικό της πατρίδας μου, ωστόσο η μητέρα μου είναι παράδειγμα πολιτικού και κανένας δεν έχει να πει κάτι άσχημο για εκείνη».
Το όνειρο της μητέρας του ήταν «να σπουδάσω και να γίνω διπλωμάτης… Από την εφηβεία αυτό μου άρεσε, καθώς το δικό μου όνειρο ήταν να ζήσω εκτός Αργεντινής, να γνωρίσω τον κόσμο. Η προοπτική της διπλωματίας ήταν ένας τρόπος να το πετύχω. Ωστόσο, επέλεξα να αντιπροσωπεύσω τους συμπατριώτες μου με διαφορετικό τρόπο». Κάπως έτσι, ο Νίκο Λαπροβίτολα αισθάνεται «κάτι σαν πρέσβης της πατρίδας μου στο εξωτερικό. Το μπάσκετ έγινε για μένα μέσο να εκπροσωπήσω την Αργεντινή, τη μητέρα μου, την οικογένειά μου και τις αξίες μου».
Ο γκαρντ της Μπάρτσα, όμως, δεν θεωρεί τον εαυτό του απλώς έναν παίκτη: «Οι αθλητές οφείλουμε να έχουμε γνώμη και να την εκφράζουμε. Στις μέρες, με το σύνθημα “More Than Athletes” να κυριαρχεί, είναι εξαιρετικό ότι μας αντιμετωπίζουν ως κάτι περισσότερο από παίκτες. Δεν είναι μεν εύκολο να έχεις φωνή και να λες την άποψή σου, καθώς οι περισσότεροι τείνουν να υποτιμούν την ιδιότητα του αθλητή».
Γίνε σαν τον Μανού, όχι τον Μέσι…
Η μπασκετική επιδίωξη του Λαπροβίτολα δεν ήταν εύκολη, μεγαλώνοντας «σε μία ποδοσφαιρική χώρα, όπου όλα τα πιτσιρίκια θέλουν κυρίως να παίξουν στο χορτάρι. Λάτρεψα, όμως, το μπάσκετ γιατί το είδωλό μου ήταν ο Μανού Τζινόμπιλι και όχι ο Μέσι ή ο Μαραντόνα. Θέλησα να ακολουθήσω το παράδειγμα του Μανού, της εργατικότητας, του τρόπου ζωής του και του πώς είχε επιλέξει να εκπροσωπεί την Αργεντινή».
Ο Λιονέλ Μέσι είχε πει κάποια στιγμή ότι «δεν είναι ο Τζινόμπιλι ο Μέσι του μπάσκετ, αλλά εγώ είμαι ο Μανού του ποδοσφαίρου!». Ο Νίκο δεν θυμάται την καλύτερη φιλοφρόνηση που άκουσε εκείνος ποτέ, αλλά δεν ξεχνά πως «στη ζωή και την καριέρα μου είχα σημαντικούς προπονητές και σπουδαίους ανθρώπους πλάι μου. Επιπλέον, η “Generacion Dorada” (σ.σ.: «Χρυσή Γενιά», των Μανού Τζινόμπιλι, Λουίς Σκόλα, Αντρές Νοτσιόνι, Πέπε Σάντσεθ, Φαμπρίτσιο Ομπέρτο, Ούγκο Σκονοκίνι κ.α.) της μπασκετικής Αργεντινής έδειχνε πάντα τεράστιο ενδιαφέρον στη δική μου φουρνιά και στην εξέλιξή μας».
Η γλυκόπικρη πατριωτική γεύση…
Ο αθλητικός πατριωτισμός του Λαπροβίτολα βίωσε σε διάστημα μερικών εβδομάδων μία, θαρρεί κανείς, χαρμολύπη. Από τη μία η κατάκτηση του Μουντιάλ ποδοσφαίρου, στο Κατάρ, την οποία πανηγύρισε έξαλλα, και από την άλλη ο απρόσμενος αποκλεισμός της εθνικής μπάσκετ της χώρας από το επερχόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο ίδιος επισημαίνει πως «πολλοί, με πειράζουν, λέγοντας χαριτολογώντας πως δεν μπορώ να τα έχω όλα. Μου λένε ότι “είτε θα είστε παγκόσμιοι πρωταθλητές στο ποδόσφαιρο είτε θα έχετε καλή ομάδα στο μπάσκετ».
«Ο αποκλεισμός μας ήταν σαν μία γροθιά στο στομάχι… Μονάχα που πιστεύω ότι κάθε φορά που δέχεσαι ένα τέτοιο χτύπημα και βιώνεις μία τόσο μεγάλη απογοήτευση, είναι ευκαιρία να αναλύσεις τις καταστάσεις, να διαπιστώσεις τι συνέβη και να προσπαθήσεις να σταθείς πάλι στα πόδια σου. Ολόκληρη η καριέρα μου είναι έτσι, με σκαμπανεβάσματα. Μπορεί να πιάσαμε… πάτο, όμως είναι ώρα να σκεφτούμε πώς θα ανεβάσουμε και πάλι το επίπεδο της εθνικής μας».
Η καριέρα του Νίκο Λαπροβίτολα είναι ένα ταξίδι με πολλούς προορισμούς, συχνά απρόσμενους, όπως η Φλαμένγκο και η Βραζιλία. Μετά το ξεκίνημα της επαγγελματικής καριέρας του στη Λανούς, στα 17 του, αγωνίστηκε στη Λιθουανία και τη Λιετουβος Ρίτας, στο ΝΒΑ και τους Σπερς, στη Ρωσία και τη Ζενίτ, ενώ η διαδρομή του περιλαμβάνει πέντε στάσεις στην Ισπανία (Εστουδιάντες, Μπασκόνια, Μπανταλόνα, Ρεάλ Μ., Μπαρτσελόνα). Ο Αργεντινός εξηγεί ότι «το παιδικό όνειρό μου ήταν να ζήσω στην Ευρώπη για να γνωρίσω την κουλτούρα της. Κάθε μέρος που έζησα με έκανε ανοικτόμυαλο και διεύρυνε τη σκέψη και τις γνώσεις μου. Πάντα προσπαθούσα να είμαι περίεργος, να έχω απορίες και να με ενδιαφέρει να μαθαίνω πράγματα για τις πόλεις που αγωνίζομαι».
Επιμένει, επίσης, πως «το ΝΒΑ δεν είναι ένα ανολοκλήρωτο όνειρο γιατί η εμπειρία στους Σπερς, με κόουτς τον Γκρεγκ Πόποβιτς, ήταν φανταστική! Άλλαξε τη ζωή μου, συνέβαλε στην εξέλιξη της καριέρας μου, όμως η Αμερική ίσως να μην ήταν για μένα. Ενδεχομένως να μην ταίριαζε στον τρόπο παιχνιδιού μου, στη σωματοδομή μου και, πλέον, είμαι ευτυχισμένος στην Ευρώπη».
Μία «στέψη» προς την καταξίωση
Το 2018-19 ήταν για τον Λαπροβίτολα σεζόν απόλυτης καταξίωσης, με την ανάδειξή του σε MVP της ACB με τη Μπανταλόνα. Για εκείνον, αυτή η τιμή «ήταν άλλη μία επιβεβαίωση ότι το ισπανικό πρωτάθλημα είναι το πιο ανταγωνιστικό στην Ευρώπη, όπου ο πολυτιμότερος παίκτης δεν είναι απαραίτητο να προέρχεται από τις παραδοσιακές υπερδυνάμεις. Ο Μούσα κατέκτησε το βραβείο με το Μπρεογκάν και ο Σερμαντίνι με την Τενερίφη. Στη Liga Endesa υπάρχουν πολλές σημαντικές ομάδες, πέρα από τη Ρεάλ Μαδρίτης και τη Μπαρτσελόνα. Η Μπανταλόνα είναι σαφώς μία από αυτές, με πολλή ιστορία και μία μοναδική ταυτότητα, την οποία αισθάνεσαι σε όλη τη Βαρκελώνη».
(Η στιγμή που ο Νίκο Λαπροβίτολα παραλαμβάνει, ως έκπληξη, το βραβείο του MVP του ισπανικού πρωταθλήματος, από τη μητέρα του)
Οι επαφές με τον Παναθηναϊκό
Το πέρασμα από τη Μπανταλόνα τον έφερε στο «ραντάρ» της Ρεάλ, αλλά μετά την πρώτη σεζόν του στη Μαδρίτη, βρέθηκε κοντά στην πόρτα της εξόδου και, όπως θυμάται στο Eurohoops, και κοντά στον Παναθηναϊκό: «Ήμασταν σε προχωρημένες συζητήσεις, όμως η Ρεάλ αποφάσισε να μην με αποδεσμεύσει, λόγω της κατάστασης με έναν άλλον παίκτη (σ.σ.: ο Φακούντο Καμπάτσο άφησε τη Μαδρίτη για τους Ντένβερ Νάγκετς). Μπορεί να είχαμε μιλήσει με τη διοίκηση του Παναθηναϊκού, αλλά τη δεδομένη στιγμή η ιδανικότερη απόφαση για μένα ήταν να παραμείνω στη Ρεάλ».
Έναν χρόνο αργότερα, όμως, άφησε την πρωτεύουσα για τον μεγάλο αντίπαλο, τη Μπαρτσελόνα (με την οποία επέκτεινε και το συμβόλαιό του ως το 2026), εξηγώντας ότι «η απόφαση είχε να κάνει με την οικογένειά μου. Είχα γίνει πατέρας πριν από λίγο καιρό και η γέννηση της Μπρούνα είναι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή μου. Αποχωρώντας από τη Ρεάλ, πρωταρχικό μέλημα ήταν να μείνω στην Ισπανία, να αγωνιστώ εκ νέου στην Ευρωλίγκα και να βρεθώ σε ένα κλαμπ που διεκδικεί τίτλους. Η Μπάρτσα “τσέκαρε” όλα αυτά τα “κουτάκια”, μαζί με την ευκαιρία να αποδείξω στον εαυτό του τι αξίζω, κάτι που δεν έκανα στη Ρεάλ… Ο κόουτς Γιασικεβίτσιους με βοήθησε να γίνω καλύτερος παίκτης».
Ο «Σάρας» και ο Λάσο
Οι δύο τελευταίοι κόουτς του Αργεντινού είναι παλαίμαχοι παίκτες και μάλιστα αγωνίζονταν στη θέση του. Ο Λαπροβίτολα άκουγε και ακούει σα «σφουγγάρι» τις συμβουλές τους και αναφέρει ότι «ο Σάρας έχει και διαφορές και ομοιότητες με τον Πάμπλο Λάσο. Το σημαντικότερο είναι ότι και οι δυο απαιτούν το 100% από τους παίκτες τους και είναι τελειομανείς. Είναι προπονητές τους οποίους πρέπει να γνωρίσεις και να καταλάβεις. Να κατανοήσεις πώς θέλουν να παίζουν, πώς προετοιμάζονται για κάθε αγώνα».
Η πορεία του Νίκο Λαπροβίτολα, που μάλλον ανήκει στην κατηγορία των λεγόμενων «late bloomers» αθλητών, κοινώς εκείνων των οποίων το ταλέντο «άνθισε» ελαφρώς αργοπορημένα, στηρίχτηκε και στην υπομονή. Άλλωστε, ο ίδιος επισημαίνει πως αυτό το στοιχείο «είναι βασικό κομμάτι στην καριέρα ενός παίκτη» και εξηγεί ότι «δεν είναι αναγκαίο να λαμβάνεις βιαστικές αποφάσεις. Προφανώς, το ταλέντο είναι απαραίτητο, όμως τα χρόνια σού χαρίζουν εμπειρία και σου επιτρέπουν να κατανοείς το παιχνίδι και τον εαυτό σου».
Υπομονή και αυτογνωσία
Ο γκαρντ της Μπαρτσελόνα, ωστόσο, κατανοεί πως η υπομονή δεν είναι εύκολη σε οπαδούς και διοικήσεις… «Όταν αγωνίζεσαι στη Ρεάλ ή τη Μπάρτσα, οφείλεις να είσαι πάντα έτοιμος. Οι απαιτήσεις είναι υψηλές και τα αποτελέσματα σημαντικά. Πολλές φορές απλώς χρειάζεται να κάνεις μία υποχώρηση, ώστε να κατορθώσεις στη συνέχεια να κάνεις τρία βήματα μπροστά. Μου έχει συμβεί. Πάντα πίστευα πως η πορεία μου θα είναι μόνο ανοδική, ωστόσο μετά το ΝΒΑ έκανα ένα βήμα πίσω, υπέγραψα στη Μπανταλόνα και αυτό με βοήθησε να ανέβω πάλι επίπεδο. Οφείλεις να γνωρίζεις ή να μαθαίνεις τι είναι καλύτερο για σένα. Κατάλαβα πως αν είσαι καλός και δουλεύεις σκληρά, θα λάβεις την ευκαιρία σου».
Καταλήγοντας, σε ένα σχόλιό του και για τη φετινή Ευρωλίγκα, πως «όταν λάβεις αυτή την ευκαιρία, πρέπει να αποδείξεις πως είσαι ικανός να ανταπεξέλθεις. Κάθε αγώνας είναι μία απόδειξη, όπως συμβαίνει και στην Ευρωλίγκα. Πέρσι θεωρούσαμε καθοριστικό να κερδίσουμε το απόλυτο πλεονέκτημα έδρας. Φέτος, όμως, ίσως να μην είναι τόσο σημαντικό, καθώς η διοργάνωση είναι “κλειστή” και ανταγωνιστική και το αβαντάζ έδρας μπορεί να μην προσφέρει τίποτα. Σημασία έχει να είσαι έτοιμος σωματικά και ψυχολογικά την κατάλληλη στιγμή και να εμπιστευθείς την προσπάθεια που έχεις καταβάλει όλη τη σεζόν».
Διαβάστε ακόμη: