Του Γιώργου Αδαμόπουλου / info@eurohoops.net
Τη ζωή (του) τη γεύτηκε στο έπακρο. Δίχως αμφιβολίες, χωρίς ανασφάλειες. Άλλωστε, όπως τόνιζε εκείνες τις ωραίες φορές που αποφάσιζε να αφήσει στην άκρη την αγαπημένη του κουβέντα για το πάθος του, το μπάσκετ, και να τη συνδυάσει με τη ζωή, έλεγε πως «όταν αισθάνεσαι ανασφαλής, γίνεσαι εύκολη λεία».
Για τον Γιάννη Ιωαννίδη, έναν πρωτοπόρο των πάγκων που είχε επιλέξει να ζει και να «πεθαίνει» μπασκετικά με τη φιλοσοφία αλλά και τις εμμονές του, όλα ήταν μία πρόκληση. Κάθε πτυχή, στο παρκέ, στον πάγκο, στην εξέδρα, στο ξενοδοχείο με τις ομάδες του ή και στο σπιτικό του, ήταν προέκταση του «εκρηκτικού» χαρακτήρα του.
Ήταν δογματικός με… στόχο. Του άρεσε να μιλά φωναχτά, να διαφωνεί, να προκαλεί. Το μπασκετικό όραμά του, η ανθρώπινη μεγαλοψυχία του, η πίστη του, το πάθος για τη νίκη και τους… πίνακες ζωγραφικής, η λατρεία για τον απόλυτο έλεγχο και οι εναλλαγές αυτής της δημιουργικής αλλά συνάμα και ιδιόρρυθμης προσωπικότητας, έμοιαζαν όλα αμπαλαρισμένα σε κάθε (εκάστοτε) κίνηση.
Νίκη με κάθε κόστος και ένα… ευρωπαϊκό απωθημένο
Η μόνιμη εικόνα του ήταν με ένα τσιγάρο στο χέρι. Ακόμη και στον πάγκο, την ώρα των αγώνων! Εκείνο που ονειρευόταν σε κάθε συμπεριφορά του, που τον κατέτρεχε, τον κυρίευε και τον καθοδηγούσε, ήταν ένα ακόμη κάδρο. Ένα κάδρο με μία φωτογραφία στην οποία θα χαμογελά, κρατώντας ένα τρόπαιο στα χέρια στα αποδυτήρια είτε του Άρη είτε του Ολυμπιακού.
Ο «Ξανθός» του ελληνικού μπάσκετ άφησε την τελευταία πνοή του την Τετάρτη (4/10) και πέρασε στην αιωνιότητα. Αφήνει πίσω του δόξα και τίτλους, όραμα αλλά και ίντριγκες, ένα εκρηκτικό ταπεραμέντο, μία σχεδόν αξεπέραστη ελληνική κυριαρχία, αλλά κι ένα ευρωπαϊκό απωθημένο, το οποίο δεν κάλυψε ούτε η νίκη και στην πολιτική.
Κάθε σκέψη, λέξη, κίνηση και συμπεριφορά πήγαζε από την ανεξάντλητη δίψα για νίκη. Η συχνά αχρείαστη (για τους παίκτες, τον Τύπο, το κοινό) αυστηρότητά του δεν ήταν κάτι που τον έκανε να κοιτά στον καθρέφτη του με δεύτερες σκέψεις. Συνήθιζε να λέει, χωρίς διάθεση δικαιολογίας ή απολογίας, ότι «δεν φοβάμαι να δείξω τα ελαττώματά μου. Όποιος τα παραδέχεται και μιλά ανοικτά για αυτά, είναι πραγματικά άτρωτος!».
Ο εγωισμός ενός γεννημένου νικητή
Ο ίδιος αισθανόταν άφθαρτος και ανίκητος. Ο Νίκος Γκάλης, με τον οποίον μαζί – και με τον Παναγιώτη Γιαννάκη – μεγαλούργησαν τη δεκαετία του ’80 με οκτώ πρωταθλήματα και πέντε Κύπελλα Ελλάδας για τον Άρη, πίστευε πως «ο Γιάννης είναι ευαίσθητος. Δείχνει σκληρός, όμως αυτό είναι παραπλάνηση από το πώς δουλεύει. Είναι εγωιστής, όμως εκείνος που θέλει να είναι πετυχημένος, είναι εγωιστής. Το μόνο του ελάττωμα είναι πως δεν κρύβεται και συνήθως παρεξηγείται από τον κόσμο».
Οι σπουδαίοι σε αυτό που κάνουν δεν περνούν απαρατήρητοι. Όχι γιατί, όπως είπε στην πρόσφατη συνέντευξή του στο Eurohoops ο παλαίμαχος γκαρντ του Ολυμπιακού, Ντέβιντ Ρίβερς, «φώναζε διαρκώς, ακόμη και όταν έκανε παραγγελία για το μεσημεριανό του!». Αλλά γιατί αφήνουν πίσω τους μία ξεχωριστή παρακαταθήκη και, κυρίως, προκαλούν ακραία συναισθήματα. Το καλοκαίρι του 1991 άφησε τη λατρεμένη του Θεσσαλονίκη για μία νέα πρόκληση. Από τον κίτρινο «αυτοκράτορα» έφτασε στον φιλόδοξο Ολυμπιακό του Σωκράτη Κόκκαλη.