Του Γιώργου Αδαμόπουλου / info@eurohoops.net
Το περίφημο backpack του, αν είχε τη δυνατότητα, θα το κουβαλούσε στην πλάτη ακόμη και την ώρα της προπόνησης και του αγώνα! Την παραμονή του προ ημερών ματς με τον Παναθηναϊκό, το είχε αφήσει πλάι στη βάση της μπασκέτας του ΟΑΚΑ.
Όταν, μετά το «ελεύθεροι» του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, κάθισε μπροστά στην κάμερα του Eurohoops, το άφησε για λίγο στην ίδια θέση. Μέσα του, ωστόσο, άφησε και τα… μυστικά του περιεχομένου, με δέσμευση να αφήσει τις αποκαλύψεις για το μέλλον.
Ο Ζακ ΛεΝτέι, ωστόσο, δεν κράτησε στο σακίδιό του το παρόν και το πρόσφατο παρελθόν. Σε αυτό, όπως και στο μυαλό του, υπάρχουν φιλοδοξίες, που καθόρισαν την καλοκαιρινή επαγγελματική απόφασή του. Όπως έλεγε και ο Νέλσον Μαντέλα, «μακάρι οι επιλογές σου να αντικατοπτρίζουν τις ελπίδες και όχι τους φόβους σας».
Ο 29χρονος Τεξανός φόργουορντ της Παρτιζάν εξήγησε στο Eurohoops τους λόγους της επιλογής να παραμείνει στο Βελιγράδι, παρά το ενδιαφέρον από Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό. Ο ρόλος του «Ζοτς», μία… μισοτελειωμένη δουλειά από πέρσι, αλλά και μία μικρή μελαγχολία για την αποχώρηση του Ματίας Λεσόρ για τον Παναθηναϊκό.
Ο πρώην παίκτης του Ολυμπιακού θυμήθηκε επίσης τη θητεία του στους «ερυθρόλευκους», τη συνεργασία με τους κόουτς Γιασικεβίτσιους, Μπλατ, Μεσίνα, αλλά και το «what if?» του περσινού καυγά στο περιβόητο Game 2 των playoffs με τη Ρεάλ στη Μαδρίτη…
Το «αιώνιο» ενδιαφέρον και ο λόγος της παραμονής
– Υποθέτω ότι έπειτα από θητείες μίας σεζόν σε ομάδες, η παραμονή στην Παρτιζάν για τρίτη διαδοχική χρονιά είναι κάτι αναζωογονητικό, μία ανακούφιση ή κάτι άλλο;
«Είναι κάτι καλό να μένεις πλάι σε γνώριμα πρόσωπα. Η ομάδα μας είχε βεβαίως αλλαγές, χάσαμε πολύτιμα “κομμάτια” και χρειαστήκαμε χρόνο να βρούμε τη χημεία μας, όμως ανεβάζουμε ρυθμό και “χτίζουμε” πάνω σε αυτό».
– Είχες μία πολυάσχολη offseason. Υπήρξαν φήμες για επιστροφή στον Ολυμπιακό και για ενδιαφέρον του Παναθηναϊκού. Τι πραγματικά συνέβη;
«Πράγματι υπήρξε ενδιαφέρον και από τις δύο ομάδες και είμαι ευγνώμων για αυτό, αν αναλογιστεί κάποιος από πού ξεκίνησα και πού είμαι τώρα. Ήταν σπουδαίο να ξέρω ότι με θέλουν και οι δύο, όμως αποφάσισα να μείνω στην Παρτιζάν και να συνεχίζω να βελτιώνομαι και ως χαρακτήρας και ως παίκτης».
– Ποιος ήταν ο λόγος που αποφάσισες να μείνεις στο Βελιγράδι;
«Μίλησα με τη διοίκηση και τον κόουτς και εκείνος μού εξήγησε πως θέλει να δημιουργήσει μία ομάδα που θα φτάσει στο Final Four. Αξιολόγησα τα λόγια ενός προπονητή που έχει συμμετάσχει σε τόσα Final Four, το γεγονός ότι κάποιοι συμπαίκτες μου επέλεξαν επίσης να μείνουν εδώ και σκέφτηκα ότι θα έχουμε πολλές πιθανότητες, για τα δύο επόμενα χρόνια που θα είμαι εδώ».
Ο Πάντερ και ο Λεσόρ
– Μ.Μ.Ε. και οπαδοί συχνά λένε πως τα χρήματα είναι πολλά, το στάτους υψηλό και θεωρούν τους επαγγελματίες αθλητές σχεδόν κακομαθημένους, με εύκολες επιλογές… Πώς λαμβάνεις τις μεγάλες αποφάσεις της καριέρας σου;
«Είναι κάτι συλλογικό, ομαδικό με την οικογένειά μου. Πρέπει να βεβαιωθώ ότι είμαι κάπου που μου ταιριάζει. Βεβαίως οι απολαβές είναι υψηλές, όμως έτσι είναι τα πράγματα. Παίζεις μερικά χρόνια ελπίζοντας να εξασφαλίσεις ένα ποσό, διότι δεν είναι μία εργασία, όπως για παράδειγμα το να είσαι γιατρός για 50 χρόνια. Έχεις δέκα καλά χρόνια, ελπίζοντας τα πόδια σου να είναι γερά. Κάποιες φορές, ακόμη και όταν το κορμί συνεχίζει, το μυαλό σου μεγαλώνει… Αυτό πρέπει να καταλάβει ο κόσμος για τους αθλητές. Όλα έχουν να κάνουν με τις οικογένειές μας, για την άνεσή τους και, γενικά, να έχεις ελπίδα και στόχο να λαμβάνεις τις καλύτερες αποφάσεις για σένα».
– Ήσουν συμπαίκτης με τον Κέβιν Πάντερ και στο Μιλάνο. Η απόφαση του να ανανεώσει με την Παρτιζάν έπαιξε ρόλο και στη δική σου απόφαση;
«Η απόφαση πάρθηκε από μένα. Κάθε απόφαση είναι δική μου και των ανθρώπων που είναι κοντά μου. Κοιτάς το μεγάλο σχέδιο των πραγμάτων, προσπαθείς να εκμεταλλευτείς στο έπακρο τον χρόνο σου και κοιτάς πάντα μπροστά».
– Επιχείρησες να πείσεις και τον Ματίας Λεσόρ να παραμείνει;
«Αν θυμάμαι καλά, ο Πάντερ κι εκείνος υπέγραψαν (σ.σ.: σε Παρτιζάν και Παναθηναϊκό) την ίδια περίοδο, επομένως δεν έκανα κάτι. Ο Ματίας είναι σαν αδερφός μου. Ήμασταν μαζί σε “πολέμους” σε μάχες στο παρκέ και ήταν δύσκολο να τον βλέπω να αποχωρεί. Χαίρομαι που εξακολουθεί να είναι πετυχημένος».
Ρούκι με τον Ολυμπιακό και η πειθώ του «Ζοτς»
– Ποια είναι η πιο χαρακτηριστική ανάμνησή σου από την παρθενική εμπειρία σου στην Ευρωλίγκα, με τον Ολυμπιακό;
«Ήταν μία σεζόν γεμάτη προκλήσεις. Συνέβησαν πολλά εκτός γηπέδου. Ο κόουτς Μπλατ αρρώστησε και δεν ολοκλήρωσε τη χρονιά, από όσο θυμάμαι. Έγιναν πολλά. Ήμουν τότε νέος, 24 ετών και μόλις στη δεύτερη επαγγελματική σεζόν μου. Τώρα είμαι στην 7η-8η χρονιά, ήταν τρελό που είχα αυτή την εμπειρία και έμαθα πως δεν μπορείς να λαμβάνεις τίποτε ως δεδομένο, αλλά και να κερδίζεις όσα περισσότερα μπορείς από κάθε μέρα. Ήταν μία χρονιά που μου έδειξε ότι πρέπει να δουλεύεις σκληρά και να μην ανησυχείς για πράγματα που δεν μπορείς να ελέγξεις».
– Γνωρίζουμε τις προπονητικές ικανότητες του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, αλλά και τον τρόπο του να πείθει τους παίκτες να παίζουν για εκείνον. Σου είπε κάτι συγκεκριμένο, ώστε να υπογράψεις και πάλι στην Παρτιζάν;
«Δεν μου είπε κάτι συγκεκριμένο. Υπήρχε ενδιαφέρον από αρκετές ομάδες. Έχω εξελίξει το παιχνίδι μου ώστε να ταιριάζω σε κάθε σύστημα και νιώθω περήφανος για αυτό. Με το στενό περιβάλλον μου αποφασίσαμε, αξιολογώντας πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, πως τα επόμενα δύο χρόνια θα έχω εδώ καλές πιθανότητες να παίξω στο Final Four. Αυτό που με ενδιαφέρει σε όλη την καριέρα μου είναι η νίκη και αυτό θέλω να κάνω και στο υψηλότερο επίπεδο».
– Έχεις αγωνιστεί για τους Γιασικεβίτσιους, Μπλατ, Μεσίνα και «Ζοτς». Μαθήματα από τον καθένα και διαφορές μεταξύ τους;
«Ο ένας είναι διαφορετικός από τον άλλον. Είχα τελείως διαφορετική σχέση με τον καθένα, όμως, την ίδια στιγμή, είχα την ευκαιρία να κερδίζω και να μαθαίνω από όλους. Κάθε εμπειρία με πήγαινε στην επόμενη, διαπιστώνοντας πως μπορώ να παίξω για σκληρούς προπονητές, να συνεχίσω να έχω επιτυχίες και αυτό είναι σίγουρα μία ευλογία».
Ο… ξεχασμένος καυγάς στη Μαδρίτη και το διαρκές κίνητρο
– Δεν ξέρω αν γενικά σου αρέσουν τα «τι θα γινόταν αν;». Όμως τι θα γινόταν αν δεν είχε συμβεί τίποτα πέρσι, στο δεύτερο ματς με τη Ρεάλ στη Μαδρίτη;
«Είναι δύσκολο να πω. Είναι ωστόσο προφανές ότι θα είχαμε πάει εμείς στο Final Four, όμως δεν μπορείς να μένεις σε αυτά και να κοιτάς πίσω, διότι δεν θα καταφέρνεις να προχωράς. Πρέπει απλώς να συνεχίσουμε. Όλοι προχώρησαν, ο καθένας είναι στην ομάδα του, βρίσκει το μέρος και την επιτυχία του, κερδίζει την αξία του και συνεχίζουμε να κοιτάμε μπροστά και να εξελισσόμαστε».
– Τι σου προσφέρει ακόμη κίνητρο στη ζωή και την καριέρα σου;
«Να θυμάμαι από πού προέρχομαι. Ξεκίνησα από χαμηλά. Δεν ξεχνώ τις στιγμές που αμφέβαλαν για μένα. Ίσως δεν αμφέβαλαν και απλώς με είχαν παραβλέψει. Υπήρξαν πολλές τέτοιες στιγμές αυτό μου δίνει ακόμη κίνητρο να συνεχίζω και να πετυχαίνω όσα περισσότερα μπορώ και στην καριέρα μου και σε κάθε στιγμή της ζωής μου».
– Το ΝΒΑ είναι ακόμη στη λίστα των επιθυμιών σου;
«Φυσικά. Ήταν ένα παιδικό όνειρο και δούλευα σκληρά κάθε καλοκαίρι για να αποδείξω και στις δύο πλευρές του παρκέ τι μπορώ να κάνω. Ξέρω πως αν το καταφέρω θα είναι πλέον ως ένας ρολίστας, ώστε να έκανα ό,τι καλύτερο μπορώ σε κάθε κατοχή. Θέλω να συνεχίσω να αγωνίζομαι σε υψηλό επίπεδο αλλά είμαι ευγνώμων που είμαι εδώ που είμαι. Το ΝΒΑ παραμένει ένα όνειρο και ένας στόχος που με βοηθά να προχωρώ μπροστά».
ΝΒΑ vs Ευρώπης χωρίς… «vs»
– Η άφιξη των Κέμπα Ουόκερ και Τζαμπάρι Πάρκερ είναι ώθηση για την Ευρωλίγκα;
«Δε μπορώ να μιλήσω για εκείνους. Έχουν τις δικές τους εμπειρίες. Αυτό που αισθάνομαι είναι πως ο ανταγωνισμός στην Ευρώπη μεγαλώνει κάθε χρόνο, το μάρκετινγκ είναι καλύτερο και σε όλες τις ομάδες, από την κορυφή ως την ουρά της βαθμολογίας, είναι τρελό το πόσο τεράστιο είναι το ταλέντο. Από την πρώτη σεζόν μου εδώ, το επίπεδο του ταλέντου είναι διαφορετικό και ενώ παλαιότερα υπολόγιζες σε μερικά εύκολα ματς, τώρα αυτό δεν ισχύει. Πρέπει να δίνεις τον καλύτερο εαυτό σου σε κάθε παιχνίδι».
– Υπάρχει ίσως κάποια εσφαλμένη αντίληψη που ενδεχομένως έχουν παίκτες, φίλαθλοι και Μ.Μ.Ε. στην Αμερική για το ευρωπαϊκό μπάσκετ;
«Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει παρανόηση ή εσφαλμένη αντίληψη. Βλέπεις το σύγχρονο ΝΒΑ και σε πέντε χρόνια ίσως οι μισοί παίκτες του να είναι Ευρωπαίοι! Ως Αμερικανός, μεγαλώνοντας και παρακολουθώντας τον Κόμπι Μπράιαντ, τον Τρέισι ΜακΓκρέιντι, δεν περίμενα ποτέ ότι θα δω κάτι τέτοιο. Πλέον, βλέπεις τις ικανότητες και το ταλέντο των Ευρωπαίων. Το μπάσκετ είναι ένα και η παγκοσμιοποίησή του είναι κάτι όμορφο για το άθλημα».
– Η ευρωπαϊκή καριέρα σου, η οποία άρχισε το 2017 στο Ισραήλ, είναι αυτό που φανταζόσουν; Ή υπάρχει κάτι που θα ήθελες να γνωρίζεις νωρίτερα για τη ζωή και το μπάσκετ στην Ευρώπη;
«Βίωσα εδώ μερικές τρελές εμπειρίες! Κάθε χρονιά ήταν κάτι νέο, κάτι τρελό συνέβαινε, όμως, όπως είπα, ζω κάθε μέρα, θέλω να το κάνω στο έπακρο. Προσπαθώ να πηγαίνω με τα πράγματα όπως έρχονται, να είμαι μαχητής στο παρκέ, να είμαι εκεί για τους συμπαίκτες μου, κάθε φορά που το έχουν ανάγκη και να συνεχίζω να κάνω το καλύτερο που μπορώ».
Διαβάστε ακόμη: