Από τον Αντώνη Στρογγυλάκη/ info@eurohoops.net
“Ένα καλάθι κάνει έναν παίκτη χαρούμενο, ενώ μια ασίστ κάνει δυο παίκτες χαρούμενους.”
Αν και η πηγή της παραπάνω ατάκας φαίνεται να αποτελεί μυστήριο (για δικούς μας λόγους θέλουμε να την αποδώσουμε στον Τόνι Κούκοτς), το νόημά της είναι ξεκάθαρο. Δεν υπάρχει προπονητής, παίκτης, ή απλός παρατηρητής του αθλήματος που να μην αποθεώνει τη δημιουργία καλαθιών μετά από αδιάκοπη κίνηση μπάλας και συνδυασμούς μεταξύ των παικτών.
Το συνεχές “passing game” αποτελεί τον πυρήνα κάθε καλοσχηματισμένης επίθεσης. Μπορεί να βοηθήσει τα αουτσάιντερ (ωραίο μπασκετάκι η Μπάμπεργκ, έτσι;) να κερδίσουν τα φαβορί (Ολυμπιακός, Μπαρτσελόνα). Είναι ικανό να γκρεμίσει ακόμα και το πιο ισχυρό αμυντικό οικοδόμημα. Και σε αυτές τις καταστάσεις, η δουλειά που μπορεί να κάνει ένας σέντερ – πασέρ, επηρεάζει το παιχνίδι με απεριόριστους τρόπους. Μερικοί εξ αυτών δεν έχουν ανακαλυφθεί καν αφού μιλάμε για ένα άθλημα το οποίο εξελίσσεται συνεχώς.
Όσοι αντιμετωπίζουν τους συγκεκριμένους πίβοτ δεν προβληματίζονται μόνο από το σκοράρισμα του αντιπάλου τους, αλλά φοβούνται ιδιαίτερα τη στιγμή που οι τελευταίοι θα αποφασίσουν να πασάρουν τη μπάλα. Διόλου τυχαίο μιας και στον ρόλο τους σαν δημιουργοί, οι “Πύργοι” με έφεση στις ασίστ, είναι εξαιρετικά επικίνδυνοι, ιδιαίτερα αποτελεσματικοί και συχνά, παράγοντες που οδηγούν στη νίκη.
Το Eurohoops.net λατρεύει τους σέντερ-πασέρ. Μάλλον υπερβολικά! Για αυτό αποφασίσαμε να παρουσιάσουμε τις επιλογές μας για τους Κορυφαίους 5, συν 1, ψηλούς της μοντέρνας εποχής της Ευρωλίγκας (μετά το 2001). Έξι γίγαντες του παρκέ που ξεχώριζαν ή ξεχωρίζουν για τις πλούσιες ικανότητες τους στις πάσες και τη σχεδόν διαβόητη επιδεξιότητά τους στο να μοιράζουν ασίστ.
Νίκολα Πρκάτσιν (Τσιμπόνα, Εφές, Παναθηναϊκός)
Ποιος θα περίμενε πως ένας σέντερ με σωματοδομή και τρόπο παιχνιδιού που θυμίζουν πολιορκητικό κριό, θα ήταν παράλληλα τόσο περίτεχνος, τόσο… ντελικάτος, θα λέγαμε, στις πάσες του. Αυτό είναι ίσως το πλέον εντυπωσιακό χαρακτηριστικό στην ιδιαίτερη περίπτωση του Νίκολα Πρκάτσιν. Ο Κροάτης σέντερ, με βραχύβια παρουσία στον Παναθηναϊκό το 2008, ήταν ικανός να χρησιμοποιήσει την ωμή, σχεδόν βάρβαρη δύναμή του για να κυριαρχήσει επί των αντιπάλων, (με φαινομενικό τρόπο στο “ένας εναντίον ενός”), όμως όταν αποφάσιζε να μοιράσει τη μπάλα οι κινήσεις του συνδύαζαν την γρήγορη σκέψη με ιδιαίτερη φινέτσα.
Δεν είχε σημασία αν ήσουν “εχθρός” ή “φίλος”. Βλέποντας με τα μάτια ενός πλέι μέικερ, ο Πρκάτσιν παρατηρούσε τις κινήσεις που έκαναν όλοι οι μπασκετμπολίστες στο παρκέ κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης. Τόσο οι συμπαίκτες του όσο και οι αντίπαλοι. Έτσι, μπορούσε να υπολογίζει τις σωστές συντεταγμένες, ούτως ώστε να μοιράσει τις αγαπημένες του πάσες ή ασίστ. Η Ευρωλίγκα πρωτογνώρισε τις συγκεκριμένες ικανότητές του τη σεζόν 2002-2003 όταν έπαιζε στη Τσιμπόνα. Εκείνη τη σεζόν, ο Πρκάτσιν μοίραζε πάνω από 2 ασίστ ανά ματς, τελειώνοντας τη χρονιά με 48. Αν και έφτασε κοντά σε αυτό τον αριθμό μόνο μια ακόμη χρονιά στη μετέπειτα καριέρα του (το 2005-2006 με την Εφές, όταν είχε 41 ασίστ σε 22 παιχνίδια) οι πάσες του ή οι ασίστ του έφερναν τον ενθουσιασμό στο κοινό ουκ ολίγες φορές.
Όταν ο Πρκάτσιν αποφάσισε να κάνει ατομικό του ρεκόρ στις τελικές πάσες, βρήκε θύμα στην… ΑΕΚ. Ήταν ένα ματς Ευρωλίγκας τον Φεβρουάριο του 2002 όταν με τη φανέλα της Τσιμπόνα, ο Κροάτης ψηλός μοίρασε 7 ασίστ. “Σιγά ρε μάστορα τον αριθμό” θα μου πείς τώρα. Όμως ο Πρκάτσιν συνδύασε αυτό το νούμερο με 11 προσπάθειες για σουτ δυο πόντων, κάτι που σημαίνει πως δεν αμέλησε το ένα καθήκον του στην επίθεση για χάρη του άλλου, παραμένοντας ποικιλοτρόπως απειλητικός. Όχι όμως αρκετά για να επικρατήσει η ομάδα του, μιας και η “Ένωση” κέρδισε 90-89. Όπως και να’ χει, το συγκεκριμένο παιχνίδι είναι ένα από τα το πλέον ενδεδειγμένα παραδείγματα για να καταλάβει ο οποιοσδήποτε το πως ο Νίκολα Πρκάτσιν μπορούσε να συνδυάσει ιδανικά το σκοράρισμα με το να μοιράζει ασίστ.
Γιάννης Μπουρούσης (AEK, Ολυμπιακός, Μιλάνο, Ρεάλ Μαδρίτης, Λαμποράλ Κούτσα)
Όλοι, λίγο πολυ, ξέρουμε πως ο Έλληνας σέντερ πάντα γούσταρε να λειτουργεί… και σαν γκαρντ. Παρά το ύψος του και το ξεκάθαρο της θέσης του σαν “πεντάρι”, ο Γιάννης Μπουρούσης ανέκαθεν ένιωθε περισσότερο σαν το το σπίτι του όταν κινούταν σε ακτίνα μέσης ή μακρινής απόστασης από το καλάθι, παρά μέσα στο ζωγραφιστό. Και πέραν από να σουτάρει τη μπάλα, ο Μπουρούσης λατρεύει και να την πασάρει στους συμπαίκτες του. Φυσικά, δεν τον είχαμε δει ποτέ να ξεδιπλώνει ολοκληρωτικά τη συγκεκριμένη πτυχή του ταλέντου του, παρά μόνο μέχρι πολύ πρόσφατα. Για την ακρίβεια, μέχρι… τη φετινή σεζόν.
Το γεγονός αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι. Η πάσα και η δημιουργία του, σε θέσεις που εκτείνονται από το λόου ποστ μέχρι… τη γραμμή του τριπόντου, αποτελεί μεγάλο μέρος του ρόλου τον οποίο κατέχει στην επίθεση της ομάδας του. Όντας όχι μόνο ο “Πύργος” μα ο ηγέτης της Λαμποράλ Κούτσα, ο Μπουρούσης έχει βρει το ιδανικό έδαφος για να φυτέψει τους σπόρους του παιχνιδιού που θέλει να αναπτύξει. Η ελευθερία και η εμπιστοσύνη του προπονητή του, Βέλιμιρ Περάσοβιτς, συνδυάζονται με το στυλ του μπάσκετ των Βάσκων, σαν τα υλικά του ιδανικού λιπάσματος που επιτρέπουν στο πασάρισμα του Μπουρούση να ανθίσει όπως ποτέ άλλοτε. Οι αριθμοί δεν λένε ψέμματα, όσον αφορά το τελεύταιο.
Σε 15 παιχνίδια με τη Βασκόνια, ο Μπουρούσης έχει μοιράσει 8 ασίστ περισσότερες (33) από τον μεγαλύτερο αριθμό που έχει “γράψει” σε μια ολόκληρη σεζόν (25, με τη Ρεάλ Μαδρίτης, τόσο το 2013/2014 όσο και το 2014/2015) στην Ευρωλίγκα. Αυτή η νέα άποψη του παιχνιδιού του, δεν βοηθάει απλά τους συμπαίκτες παρουσιάζοντάς τους με ευκαιρίες για να σκοράρουν, αλλά αποπροσανατολίζει αρκετά τους αντιπάλους του, αφού πλέον οι τελευταίοι δεν ξέρουν αν θα πασάρει τη μπάλα ή θα επιχειρήσει να σκοράρει, από όποιο σημείο του παρκέ μπορεί να βρίσκεται. Γίνεται ολοένα και καλύτερος , αλλά και περισσότερο… εντυπωσιακός, στον ρόλο του “πλέη μέηκερ του χαμηλού ποστ”. Απλά περιμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το τι μας επιφυλάσσει στη συνέχεια.