Του Γιάννη Γιανναράκη/ info@eurohoops.net
“Ο χρόνος είναι εξαιρετικός δάσκαλος, αλλά είθισται να σκοτώνει τους μαθητές του”. Αυτή ήταν η τοποθέτηση του Γάλλου συνθέτη Έκτορ Μπερλιόζ (1803-1869) όταν ρωτήθηκε για την σημασία του χρόνου αλλά και την σπατάλη του. Είναι ευρέως γνωστό στον αθλητισμό και στην ζωή πως ο χρόνος νικάει τους πάντες. Όσοι τόλμησαν να τον αμφισβητήσουν, απέτυχαν παταγωδώς. Όσοι φρόντισαν να τον αξιοποιήσουν όσο εκείνος τους “χαμογελούσε”, λυτρώθηκαν.
Ωστόσο, υπάρχει και μια κατηγορία υπάρξεων που φροντίζει και για την αναβάθμιση του χρόνου των τρίτων. Οι αθλητές, σε αντίθεση με αρκετούς συνανθρώπους μας, έχουν όλα τα μέσα για να σοκάρουν, να συγκινήσουν, να εμπνεύσουν. Η δεκαετία που τελειώνει σε μερικά 24ωρα μας προσέφερε ιστορίες που καθήλωσαν τόσο τους πρωταγωνιστές, όσο και τους θεατές, μακρινούς ή μη.
Ο διάσημος φιλόσοφος Ζαν-Ζακ Ρουσσώ ανέκαθεν υποστήριζε πως ο “χρόνος είναι η κινούμενη μορφή της ακίνητης αιωνιότητας”. Σήμερα, με την βοήθεια του Eurohoops θα έχετε την ευκαιρία να γνωρίσετε ή να αναβιώσετε ιστορίες, οι πρωταγωνιστές των οποίων θα μείνουν σίγουρα στην αθλητική αιωνιότητα για τον δικό τους, ξεχωριστό λόγο…
10. Linsanity: Ο πλέον αξέχαστος μπασκετικός “μήνας του Μέλιτος” είχε 26 μέρες!
Το άκρως ρεαλιστικό παραμύθι μας ξεκινάει με μια ιστορία που ελάχιστα άλλαξε την μοίρα της ομάδας η οποία βρέθηκε στο επίκεντρο. Βέβαια για τους Νικς μιλάμε, το περίεργο θα ήταν να έβγαιναν ουσιαστικά ωφελημένοι από αυτή την ιστορία.
Όπως και να έχει, τα κακώς κείμενα των Νεοϋρκέζων δεν τους απέτρεψαν από το να βιώσουν ένα από τα πιο έντονα ξεσπάσματα της σύγχρονης αθλητικής ιστορίας.
Θύτης αυτής της… μανίας ήταν ένα αμούστακο παιδί με καταγωγή από την Κίνα, ονόματι Τζέρεμι Λιν. Προερχόμενος από μια χώρα που ακόμα προσπαθούσε να επουλώσει το χάσμα που άφησε πίσω της η απόσυρση του Γιάο Μινγκ, ο Λιν έγινε στην αρχή της δεκαετίας ο πρώτος απόφοιτος του Harvard που αγωνίζεται στο ΝΒΑ, με τους Ουόριορς να είναι αυτοί που του έδωσαν την δυνατότητα να πάρει την… πρώτη γεύση από το κορυφαίο επίπεδο, υπό το βλέμμα των ενθουσιασμένων Κινέζων (στο Σαν Φρανσίσκο εδρεύει μια από τις πλέον γνωστές μειονότητες Ασιατών). Πάραυτα, οι Πολεμιστές δεν επένδυσαν πάνω στον νεαρό γκαρντ, παρά το γεγονός πως η θέση 1 ήταν επί της ουσίας ορφανή, μιας και η καριέρα του Στεφ Κάρι είχε τεθεί υπό απειλή, εξαιτίας των προβληματικών αστραγάλων του. Εν τέλει, ο Λιν κατέληξε στην Νέα Υόρκη, το νέο σπίτι του Καρμέλο Άντονι. Με τον Μάικ Ντ’ Αντόνι στο τιμόνι, οι Νικς κάθε άλλο παρά ενθουσίαζαν, την ώρα που Μελό, Στάνταμαϊρ και Μπαρόν Ντέιβις αντιμετώπιζαν προβλήματα τραυματισμών.
Σε μια κίνηση περισσότερο απελπισίας παρά κοινής λογικής, ο Ντ’ Αντόνι ρίχνει στα βαθιά τον Λιν, δίνοντας του βασικό ρόλο στο ντέρμπι της Νέας Υόρκης, την ώρα που πολλοί τον θεωρούσα τελειωμένο για χάρη του βετεράνου Μάικ Τζέιμς. Εκείνος όμως φρόντισε να βγάλει ασπροπρόσωπο εκείνον αλλά και το απόλυτο επίκεντρο του αθλήματος.
Το “Jeremy Lin Game” μετατράπηκε λίαν συντόμως σε “Jeremy Lin Games”.
Πλέον, όλοι σχολίαζαν και τοποθετούνταν πάνω στο νέο αστέρι της Νέας Υόρκης. Με αφορμή την επικείμενη αναμέτρηση τους, ο Κόμπι Μπράιαντ φρόντισε να δηλώσει την δυσαρέσκεια του για το γεγονός πως το συγκεκριμένο ζήτημα έχει πάρει τέτοια έκταση. Στις 10 Φεβρουαρίου λοιπόν, ο απόφοιτος του Harvard φρόντισε με τους 38 πόντους του να δείξει στον “Black Mamba” πως αξίζει κάθε λεπτό διασημότητας.
Λίγες μέρες αργότερα, κόντρα στους Ράπτορς αυτή την φορά, έφτασε -κατά πολλούς- στο απόγειο του.
Στη θεωρία, η επιστροφή των υπόλοιπων σταρ στο πλάι του Λιν θα απογείωνε τους Νικς. Στην πράξη, όλα ήταν διαφορετικά. Καρμέλο και Αμάρε δεν τα βρήκαν ποτέ με τον νέο σταρ των Νικς, καθώς θεωρούσαν πως έδιωχνε τους προβολείς από εκείνους. Ο Μάικ Ντ’ Αντόνι έχασε την θέση του και ο αντικαταστάτης του, Μάικ Γούντσον, δεν έτρεφε ιδιαίτερη εκτίμηση προς τον 23χρονο γκαρντ. Σαν να μην έφτανε αυτό ο Λιν τραυματίστηκε στο γονάτο, χάνοντας το υπόλοιπο της σεζόν, προτού δει την ομάδα να του δείχνει το δρόμο της εξόδου το καλοκαίρι, μιας και οι Νικς αρνήθηκαν να ματσάρουν την πρόταση των Ρόκετς.
Κάπως έτσι, το περίφημο “Linsanity” έριξε την αυλαία του. Ο Λιν δεν έμελλε να είναι ποτέ ο ίδιος, όμως τον Φεβρουάριο του 2011 φρόντισε να μας χαρίσει μια από τις πιο “cool” ιστορίες στα χρονικά του αθλήματος. Όχι λόγω των 21.7 πόντων και των 8.7 ασίστ που μετρούσε, αλλά επειδή κατόρθωσε να δώσει ζωή σε ένα κοινό που είχε ξεχάσει πως είναι να ονειρεύεται.